Ο Αντώνης Σαμαράς πρωτοκάθησε στα βουλευτικά έδρανα πριν από 32 χρόνια. Για πολλούς οπαδούς της Ν.Δ., ωστόσο, που έσπευσαν χθες στις κάλπες, ήταν το πιο φρέσκο πρόσωπο από τους διεκδικητές του θρόνου της Ρηγίλλης και ο λιγότερο υπεύθυνος για την κατάρρευση της κυβέρνησης Καραμανλή και την εκλογική συντριβή της 4ης Οκτωβρίου.


Αυτά τα δύο στοιχεία εξηγούν σε σημαντικό βαθμό, όπως λένε κορυφαία στελέχη του κόμματος, τη δυναμική επιστροφή του Μεσσήνιου πολιτικού και μια διαδρομή από το ναδίρ στο πολιτικό ζενίθ, η οποία συναντάται εξαιρετικά σπάνια στα πολιτικά χρονικά. Ό,τι λειτουργούσε πριν από λίγους μήνες ως πολιτικό μειονέκτημα για τον Αντ. Σαμαρά, το τελευταίο δίμηνο είχε μετατραπεί σε πλεονέκτημα.

Πριν από ένα χρόνο δεν ήταν καν στην κυβέρνηση και ήταν δύσκολο να βρει θέση στο κάδρο με τα ηγετικά στελέχη της Ν.Δ. και πολύ περισσότερο να συγκροτήσει έναν ισχυρό μηχανισμό που θα στηριζόταν στα οφέλη ενός υπουργικού θώκου (ρουσφέτια, παραγοντισμός κ.ά.). Τον Ιανουάριο του 2009 ανέλαβε το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά παρέμεινε μακριά από την Κυβερνητική Επιτροπή και τον στενό πυρήνα των στελεχών που είχαν την ευθύνη για τη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής. Για τις πρόωρες εκλογές ουδέποτε ρωτήθηκε ούτε είχε εικόνα για τους σχεδιασμούς του Κ. Καραμανλή. Μέχρι την τελευταία στιγμή, μάλιστα, εμφανιζόταν πεπεισμένος ότι ο Κ. Καραμανλής δεν θα αποφάσιζε επίσπευση των εκλογών- και αποφάσισε να γνωστοποιήσει δημόσια τη διαφωνία του απέναντι στα εκλογικά σενάρια, για να δεχθεί εσωκομματικές επιθέσεις και την επίπληξη του πρώην Πρωθυπουργού.

Αλλαγή δεδομένων

Όλα αυτά, όμως, του έδωσαν ώθηση μετά την ιστορικών διαστάσεων ήττα της Ν.Δ. Πολιτικοί φίλοι του τονίζουν ότι το 33,5% των εθνικών εκλογών άλλαξε όλα τα δεδομένα που υπήρχαν για την επόμενη ημέρα του κόμματος. «Ο κόσμος της παράταξης αισθάνθηκε ταπεινωμένος, εξοργίστηκε και ήθελε να τιμωρήσει πολλά στελέχη που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είχε ταυτίσει με την ήττα», λέει στενός συνεργάτης του. Ήταν εμφανές πως ο Αντ. Σαμαράς δεν ήταν ανάμεσα σε αυτά, σε αντίθεση με την κ. Μπακογιάννη. Και αυτό το στοιχείο που προέκυπτε σχεδόν από όλες τις δημοσκοπήσεις, φρόντισε να αξιοποιήσει όσο περισσότερο μπορούσε και το επιτελείο του, στοχοποιώντας από την πρώτη στιγμή την πρώην υπουργό Εξωτερικών για το ναυάγιο της κυβέρνησης Καραμανλή και την εκλογική συντριβή.

Ωστόσο, αυτό το στοιχείο δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία αν η εκλογή αρχηγού γινόταν από το έκτακτο Συνέδριο, όπως προέβλεπε το γαλάζιο καταστατικό, και δεν ακολουθούσε η αλλαγή της διαδικασίας για την ανάδειξη της κομματικής ηγεσίας από τη βάση. Εν πολλοίς, αυτή η εξέλιξη επιβλήθηκε από την οργισμένη βάση. Και από τη στιγμή που η μάχη για τη διαδοχή πέρασε σε νέο «γήπεδο» για το οποίο η κ. Μπακογιάννη δεν ήταν προετοιμασμένη, αυξάνονταν και οι πιθανότητες που είχε μέχρι τότε ο κ. Σαμαράς για να διεκδικήσει την ηγεσία με αξιώσεις.

Με καθαρό στίγμα

Στο μετεκλογικό κλίμα που επικράτησε στη γαλάζια βάση επένδυσε μεθοδικά ο κ. Σαμαράς σε όλη τη διάρκεια της εσωκομματικής αντιπαράθεσης. Εμφανίστηκε με καθαρό πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα, στοχεύοντας στον σκληρό πυρήνα των απογοητευμένων δεξιών ψηφοφόρων. Δήλωσε υπέρμαχος του «κοινωνικού φιλελευθερισμού» με την προσθήκη του «σύγχρονου πατριωτισμού» και πολέμιος του «νεοφιλελευθερισμού», ενώ με τις πρώτες ομιλίες του παρέπεμψε στο «μοντέλο Σαρκοζί», όπου κυριαρχούν τα δεξιά χαρακτηριστικά του κόμματος. Επίσης κράτησε σαφείς αποστάσεις από την κυβέρνηση Καραμανλή, δίνοντας από την πρώτη στιγμή έμφαση στα ζητήματα διαφθοράς που είχαν πλήξει καίρια τη Ν.Δ.

Ο ΜΕΣΣΗΝΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ

θεωρήθηκε ο λιγότερο υπεύθυνος για την κατάρρευση της κυβέρνησης, καθώς γνωστοποίησε έγκαιρα τη διαφωνία του

Επένδυσε στην κόντρα του με τον Μητσοτάκη


ΜΕ ΕΜΜΕΣΟ τρόπο ο κ. Σαμαράς επένδυσε και στον «αντιμητσοτακισμό» ενός σημαντικού τμήματος της κομματικής βάσης, τον οποίο εξέφραζε όσο κανείς άλλος στη Ν.Δ. Οι συνεχείς επιθέσεις του σε «μηχανισμούς» και «τζάκια» παρέπεμπαν και στη ρήξη του με τον Κων. Μητσοτάκη, δημιουργώντας αναχώματα στις επιθέσεις που δεχόταν για την αποχώρησή του από το κόμμα, το 1993, και τη δημιουργία της Πολιτικής Άνοιξης. Αυτό το παρελθόν άλλωστε για τους περισσότερους νέους ψηφοφόρους δεν έπαιξε κανένα ρόλο, καθώς- όπως λένε τα ίδια στελέχη- δεν είχαν ζήσει τα γεγονότα και αντιμετώπιζαν τον Μεσσήνιο πολιτικό ως πρόσωπο που «δεν έχει καεί από τις “αμαρτίες” της κυβέρνησης Καραμανλή και εξέπεμπε μηνύματα ανατροπής».

Παρά το παρελθόν της Πολιτικής Άνοιξης, η προϊστορία του 58χρονου πρώην υπουργού φαίνεται ότι δεν είχε πάψει να συγκινεί τους ψηφοφόρους μεγαλύτερης ηλικίας. Η αστική καταγωγή του (σ.σ. είναι δισέγγονος της συγγραφέως Πηνελόπης Δέλτα) και εν γένει η φυσιογνωμία του που τον είχαν αναδείξει από τη δεκαετία του ΄80 σε ηγετικό στέλεχος της Ν.Δ., ήταν επίσης πλεονεκτήματα στη μάχη της διαδοχής, ενώ τα χρόνια που πέρασε στην «πολιτική έρημο»- όπως λέει και ο ίδιος- είχαν σβήσει τον όποιο θυμό υπήρχε στον δεξιό ψηφοφόρο από τη ρήξη του 1993. «Γι΄ αυτό τον κόσμο ο Σαμαράς ποτέ δεν έπαψε να είναι ένα στέλεχος από τα σπλάγχνα της παράταξης», εκτιμά κορυφαίος παράγων του κόμματος.