Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΟΥΑΛΑΣ
ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ
Η ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΥ ΣΥΝΕΤΑΞΕ ΓΙΑ ΤΙΣ
ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ
ΗΤΑΝ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ
ΤΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΑΜ
ΚΑΙ ΠΥΡΟΔΟΤΗΣΑΝ ΤΗΝ ΕΜΦΥΛΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ
Το να ξεθαφτεί, στο σωτήριο έτος 2009, η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη Ουάλας, θα μπορούσε να το περιμένει κανείς από δύο ενδιαφερόμενες πλευρές: πρώτον, από ιστορικούς προσκείμενους στο ΚΚΕ για να τεκμηριώσουν τη «μακιαβελική» πρόθεση της αγγλικής πολιτικής να επιβάλει την παλινόρθωση ενός ανεπιθύμητου μονάρχη στον «δύστροπο» ελληνικό λαό. Δεύτερον, από εκπροσώπους του αυτοαποκαλούμενου «Νέου Κύματος» στην ιστοριογραφία που εντρυφούν σε πραγματικές ή μη αυθαιρεσίες του ΕΑΜ εις βάρος Ελλήνων αντιφρονούντων, στηρίζοντας έτσι την πάγια θέση τους ότι η «κόκκινη» τρομοκρατία επισκίαζε τη «μαύρη» (των κατακτητών και δωσιλόγων).

Τελικά πρόλαβαν οι δεύτεροι (Καλύβας, Μακρής-Στάικος), και δεν φείδονται επαίνων για το «υπόδειγμα πολιτικής ανάλυσης» του μορφωμένου ταγματάρχη. Ως επιλήψιμο επισημαίνουν κυρίως την (κατανοητή) αδυναμία του Ουάλας να ανακαλύψει βασιλόφρονες αντιστασιακούς, ενώ αγνοούν πραγματολογικά λάθη όπως την αναφορά στην εκτέλεση 106 αριστερών στο Κούρνοβο (6-6-1943), υποτίθεται, από τους Γερμανούς (σ. 65). Ως γνωστόν, εκτελεστές αυτήν τη φορά ήταν οι Ιταλοί… Τέλος, οι επιμελητές επικρίνουν τον γράφοντα (ΧΦ), επειδή είχε αναφερθεί στην άποψη του Ουάλας, ότι « οι Έλληνες… ε ίναι ένας βασικά αδιόρθωτος και άχρηστος λαός χωρίς μέλλον ». Στην υπερασπιστική τους προσπάθεια για τον Ουάλας, προβάλλουν το καταπληκτικό επιχείρημα ότι εκείνος «ουδέποτε αποκάλεσε τους Έλληνες «Ασιάτες» όπως ο Μάγερς». Τι είναι άραγε χειρότερο;

Με ανάμεικτα αισθήματα διάβασα την πλήρη έκθεση. Ήδη το 1972, τη χρονιά που το Φόρεϊν Όφις άνοιξε τα αρχεία του, είχα βρει ως νεαρός υποψήφιος διδάκτωρ παραπομπές σε κρίσιμα αποσπάσματά της. Αυτά, όπως και άλλες αναφορές από ή για τον Ουάλας δεν μου άφηναν αμφιβολίες για τη μοιραία συμβολή του στον καθορισμό της βρετανικής πολιτικής στην κατοχική Ελλάδα. Στη διατριβή μου και, μια δεκαετία αργότερα, στην επαυξημένη ελληνική έκδοσή της ( Στέμμα και Σβάστικα , 1988), απέρριψα την επικρατούσα άποψη σχετικά με τον ρόλο του Ουάλας, ότι δηλαδή, παρά τους αρχικούς δισταγμούς, τελικά συμπαρατάχθηκε με τον Έντυ Μάγερς. Ο «Έντυ» είχε καταλήξει πως για την αποφυγή εμφύλιας (ή εαμοβρετανικής) σύγκρουσης, έπρεπε να αφαιρεθεί από την εαμική προπαγάνδα η εκμετάλλευση του πολιτειακού ζητήματος. Αυτό προϋπέθετε δέσμευση του Βασιλιά πως δεν θα επέστρεφε μεταπολεμικά στην Ελλάδα πριν από ένα ελεύθερο δημοψήφισμα. Στη βάση αυτή θα αποφεύγονταν η μονοπώληση του αγώνα από το ΕΑΜ, αλλά και η υποβόσκουσα ενδοσυμμαχική σύγκρουση. Η ως άνω άποψη για τον Ουάλας προωθήθηκε κυρίως από τον Κομνηνό Πυρομάγλου. Εκείνος, άλλοτε υπαρχηγός του Ζέρβα, μεταπολεμικά συνεργαζόμενος με την Αριστερά, μοχθούσε με σωρεία δημοσιευμάτων να «αποδείξει» ότι δεν υφίστατο ιδεολογικό χάσμα μεταξύ κατοχικής και μεταγενέστερης στάσης του. Ως εκφραστής μιας συγκροτημένης «δημοκρατικής»- σοσιαλίζουσας τάσης στον ΕΔΕΣ, υποτίθεται, πως συνέβαλλε τα μέγιστα για τη σύσφιγξη ενός ενιαίου μετώπου κατά την κάθοδο της αντιστασιακής αντιπροσωπείας στο Κάιρο (ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ), με τους «δημοκρατικούς» πολιτικούς της Μέσης Ανατολής και την πλειοψηφία των Βρετανών παραγόντων. Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, το σχέδιο ναυάγησε μόνο όταν ο Γεώργιος επιστράτευσε τα ανώτατα κλιμάκια του ξένου παράγοντα (Τσώρτσιλ κ.λπ.), και η παρέμβασή τους άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Διαβουλεύσεις

Ωστόσο, τα πράματα ήταν πιο περίπλοκα. Η ανατροπή της βρετανικής πολιτικής στα τέλη του ΄43 έδειξε ότι ακόμη και ο Τσώρτσιλ δεν κατάφερε να επιβάλει τη φιλοβασιλική γραμμή όταν οι βρετανικές υπηρεσίες του Καΐρου, κατ΄ εξαίρεση, τα είχαν βρει μεταξύ τους. Αυτό συνέβη μετά την άφιξη της αντιπροσωπείας στο Κάιρο, όταν ο σκληροτράχηλος πρέσβης Λίπερ, ξεπέρασε πρόσκαιρα τα αντιεαμικά (και αντιSΟΕ) συμπλέγματά του: γοητευμένος από τη «δροσιστική και αναζωογονητική επίδραση» της «νέας δύναμης από τα ελληνικά βουνά» και ιδίως από τον εκπρόσωπο του ΕΑΜ Ανδρέα Τζήμα, ξαφνικά «συναινεί απεριόριστα» με τα επιχειρήματά του. Οι- ιδεολογικά ασταθείςυπουργοί της εξόριστης κυβέρνησης προσαρμόζονται ασθμαίνοντας στο νέο κλίμα και ευθυγραμμίζονται με την προτροπή στον Βασιλιά να μη γυρίσει στην Ελλάδα απρόσκλητος «προς αποφυγήν ταραχών και ενδεχομένως αιματοχυσίας».

Μολαταύτα, το νεόδμητο βρετανοελληνικό «πολιτειακό μέτωπο» δεν είναι τόσο αρραγές όσο φαινόταν. Αυτό οφειλόταν κυρίως στους Ουάλας- Πυρομάγλου που, έπειτα από κατ΄ ιδίαν διαβουλεύσεις, διαφοροποιούνται απέναντι στον Λήπερ. Ο Ουάλας, απαλλαγμένος πια από την επίβλεψη του Μάγερς, διατυπώνει ανοιχτά τις αντιρρήσεις του και στην εν λόγω έκθεση, ενώ οι κινήσεις του Πυρομάγλου επιβεβαιώνουν την έλλειψη, για εκείνη την περίοδο, ουσιαστικής διαφοροποίησης με τον Ζέρβα. Ο Πυρομάγλου διασπά τη φαινομενική ενότητα του αντάρτικου, όταν προβάλλει τον ΕΔΕΣ ως υποδειγματικό εταίρο για τους Αγγλοαμερικανούς, ενημερώνοντας τους πρέσβεις ότι θεωρεί «πολύ σημαντικότερο» να μειωθεί η επιρροή του ΕΑΜ, παρά να αναβληθεί η επιστροφή του Βασιλιά. Τότε, ο Λίπερ κάνει νέα μεταστροφή, ξαναβρίσκοντας τον παλαιό εαυτό του: η σκαιότατη αποπομπή της αντιστασιακής αντιπροσωπείας πείθει την Αριστερά ότι οι Βρετανοί ήταν αποφασισμένοι να επιβάλουν τον επίορκο μονάρχη στον λαό «Του».

Ο Χάγκεν Φλάισερ είναι καθηγητής Νεώτερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών