Η δημοσίευση στα ελληνικά της έκθεσης του Βρετανού ταγματάρχη Ουάλας, σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μακρή- Στάικου, αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης εν εξελίξει εργασίας του στα βρετανικά αρχεία για την περίοδο της Κατοχής.

Ο Ντέιβιντ Ουάλας, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, σπουδαγμένος στην Οξφόρδη και το Ίτον, γεννήθηκε στο 1914 και ήρθε στην Ελλάδα ως απεσταλμένος του Φόρεϊν Όφις τον Ιούλιο του 1943. Η έκθεση που υπέβαλε στα τέλη Αυγούστου παρέμεινε εν πολλοίς απόρρητη, κυρίως επειδή κατηγορούσε τους επικεφαλής της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής Έντι Μάγιερς και Κρις Γουντχάουζ ότι διαπνέονται από το «πνεύμα των κατευναστών του Μονάχου». Μετά τον θάνατό τους όμως το πλήρες κείμενο της έκθεσης δημοσιεύτηκε σχολιασμένο από τον R. Clogg το 2002. Ο Ουάλας επέστρεψε στην Ελλάδα και σκοτώθηκε στις 17 Αυγούστου, σε μάχη των δυνάμεων του Ζέρβα με τους Γερμανούς.

Η ελληνική έκδοση συνοδεύεται από δύο εισαγωγικά σημειώματα: Το πρώτο, από τον επιμελητή της έκδοσης, αφορά την προσωπικότητα του Ουάλας και το περιεχόμενο της έκθεσης για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Το δεύτερο, από τον Στάθη Καλύβα, επιχειρεί να υποστηρίξει τη θέση «πως ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Ψυχρός Πόλεμος συγκλίνουν και ενδεχομένως συγχωνεύονται, ιδιαίτερα από το 1943 και μετά». Άποψη που, σύμφωνα με τον Καλύβα, «δεν υπάρχει πλέον σοβαρός ιστορικός που να μην αναγνωρίζει». Η διατύπωση αυτή σημαίνει εξ αντιδιαστολής ότι ως ύψιστο κριτήριο «επιστημονικής σοβαρότητας» θεωρείται από το «νέο κύμα» της ιστοριογραφίας, η παραδοχή πως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μόνον εκ παραδρομής και μόλις για δύο χρόνια (1941-43) πήρε τη μορφή του αντιφασιστικού πολέμου. Την ίδια επιλογή πολύ πριν από τους «σοβαρούς ιστορικούς», είχαν κάνει και όσοι εξωθούσαν τα πράγματα προς εμφύλια σύρραξη προκειμένου να επαναφέρουν στον θρόνο έναν «εστεμμένο φελλό».