«Μας φέρνουν πλέον τα παλιά τους ρούχα και τα μετατρέπουμε σε καινούργια, αλλάζοντας το σχέδιό τους είτε βάζοντας αξεσουάρ σε κάποια κομμάτια, τα οποία δεν παίρνουν μεγάλη μεταποίηση.
Πάντως, το τελευταίο διάστημα έχω τροποποιήσει αρκετά παντελόνια τα οποία έπρεπε να φαρδύνω, καθώς το σώμα των πελατών είχε αλλάξει. Πρόσθεσα μάλιστα διάφορα υλικά, όπως δέρμα, δερματίνη ή ταφτά», λέει η μοδίστρα κ. Χρύσα Στυλιδιάδου, η οποία έχει το ατελιέ της στην περιοχή της Καλλιθέας.
Η μοδίστρα Ρένα Βλαχοπούλου στην ταινία «Η Παριζιάνα» του 1969 έκανε ό, τι περνούσε από το χέρι της για να προσελκύσει πελατεία. Σήμερα, οι μοδίστρες δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτα: οι πελάτισσες τις επισκέπτονται η μία μετά την άλλη για να μεταποιήσουν τα παλιά τους ρούχα, αφού δεν περισσεύουν χρήματα για καινούργια. Το τεφτέρι, το οποίο επίσης έχει επανέλθει στη… μόδα τους τελευταίους μήνες λόγω οικονομικής κρίσης, είναι ένα επιπλέον δέλεαρ για τις γυναίκες: δίνουν λίγα ευρώ κάθε μήνα με αποτέλεσμα να μην επιβαρύνουν σημαντικά τον οικογενειακό προϋπολογισμό!
Σύμφωνα με τη μόδα
Μάλιστα, η κρίση δημιουργεί τη δική της… μόδα: τα μακριά παλτό περασμένων ετών κονταίνουν και γίνονται ημίπαλτα, όπως επίσης οι μακριές ζακέτες μετατρέπονται στα κοντά ζακετάκια. Ακόμη και παντελόνια σε στυλ καμπάνα ερχόμενα από τη δεκαετία του ΄70, μπορούν να επιδιορθωθούν και να γίνουν πολύ στενά ή κάπρι.
Πιστοί οπαδοί της μόδας είναι, όπως δηλώνει η μοδίστρα κ. Λεμονιά Πασσά που διατηρεί μαζί με τον σύζυγό της ραφτάδικο στην περιοχή των Ιλισίων, και οι καταναλωτές που δεν θα βγουν στα καταστήματα για αγορές. «Το παλτό είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Δεν μπορούν να αγοράζουν κάθε τρεις και λίγο παλτό, γι΄ αυτό και επιλέγουν να το κοντύνουν, να το στενέψουν ή να του αλλάξουν σχέδιο. Το ίδιο συμβαίνει και με τα δερμάτινα μπουφάν ή σακάκια».
Ακόμη και σε περιοχές όπως η Γλυφάδα, όπου σύμφωνα με τα στοιχεία η μέση οικονομική κατάσταση των κατοίκων είναι σχετικά καλή, τον τελευταίο χρόνο οι μεταποιήσεις σε καλής ποιότητας ενδύματα είναι αυξημένες.
Δεν «βγαίνουν»
«Οι πελάτες φέρνουν παλιά κοστούμια, ταγέρ και φορέματα για να τα διαμορφώσουν. Ρούχα δηλαδή που αξίζουν τη μεταποίηση», λέει η κ. Γεωργία Μάρρα, μοδίστρα που διατηρεί κατάστημα στην περιοχή της Γλυφάδας. Πολλές πελάτισσες, όπως δηλώνει, της λένε ότι δεν «βγαίνουν» για να αγοράσουν ένα παντελόνι προς 60 ή 80 ευρώ, γι΄ αυτό και προτιμούν να φτιάξουν με έναν δημιουργικό τρόπο το παλιό τους. Τους επόμενους μήνες, πάντως, περιμένουμε ότι η οικονομική κρίση των τελευταίων μηνών θα οδηγήσει ακόμη περισσότερο τους καταναλωτές στις επιδιορθώσεις ενδυμάτων».
Μικρή στροφή παρατηρούν, όμως, οι μοδίστρες και στα ρούχα που είναι κομμένα και ραμμένα πάνω στους πελάτες. «Κι αυτό, γιατί μπορούν με το ένα τρίτο της τιμής που θα αγόραζαν κάποιο κομμάτι να το ράψουν.
Έτσι, εάν στο ταμείο του καταστήματος πρέπει να πληρώσεις για μία φούστα 50 και 60 ευρώ, μπορείς να τη φτιάξεις έτσι όπως τη θες και με το ύφασμα που θες με 20-25 ευρώ», λέει η κ. Στυλιδιάδου. Ακόμη πιο ενδεικτικό είναι το παράδειγμα ενός ανδρικού κοστουμιού: η μέση τιμή στα καταστήματα ενός κοστουμιού καλής ποιότητας φτάνει περίπου τα 450- 500 ευρώ. «Σε ένα ραφτάδικο της γειτονιάς, με την ίδια ποιότητα η τιμή δε θα ξεπεράσει τα 200- 250 ευρώ».
ΦΘΗΝΟΤΕΡΟ ΚΟΣΤΟΣ
Κάποιες προτιμούν, αντί να αγοράσουν νέο ρούχο να το ράψουν, αφού θα κοστίσει το ένα τρίτο της τιμής
Καθυστερούν να τα πάρουν μέχρι να έχουν λεφτά
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ και στο τεφτέρι παρατηρούν οι μοδίστρες, αφού ναι μεν οι δουλειές φαίνεται να έχουν ανοίξει, όχι όμως και το ταμείο, αφού οι πελάτες δυσκολεύονται να πληρώσουν τις μεταποιήσεις. «Αφήνουν ρούχα και έρχονται ύστερα από ένα μήνα να τα πάρουν, κι αυτό γιατί έχουν να πληρώσουν άλλα πιο αναγκαία έξοδα», λέει η κ. Πασσά. Όσο για τις τιμές που καλούνται οι πελάτες των μοδιστράδικων να πληρώσουν, δεν είναι στάνταρ. Διαφοροποιούνται από περιοχή σε περιοχή αλλά και από το «όνομα» που έχει φτιάξει κάθε μοδίστρα. Έτσι, για ένα στένεμα σε δερμάτινο σακάκι ή μπουφάν μπορεί να πληρώσει ο πελάτης από 25 έως 60 ευρώ.
530.000 επιπλέον φτωχοί Έλληνες μέσα σε έναν χρόνο
ΣΤΑ ΟΡΙΑ της φτώχειας βρίσκεται ένας στους τέσσερις ενήλικους Έλληνες σύμφωνα με την ετήσια έκθεση οικονομικών και κοινωνικών δεικτών για τα νοικοκυριά, της εταιρείας V-ΡRC για το 2008. Ειδικότερα το 24% των Ελλήνων, δηλαδή 2.120.406 πολίτες, θεωρείται ότι ανήκουν στην κατηγορία των φτωχών. Το 2007 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 18% και αντιστοιχούσε σε 1.590.305 άτομα. Δηλαδή οι φτωχοί στη χώρα μας αυξήθηκαν μέσα σε ένα χρόνο κατά 530.101 πολίτες! Η έκθεση καταγράφει αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και επιδείνωση των οικονομικών των νοικοκυριών που οδηγεί στην αντιμετώπιση δυσκολιών ακόμη και στην αποπληρωμή βασικών υποχρεώσεων, όπως π.χ. λογαριασμών και δανείων.
Μεγάλη η κίνηση και στα τσαγκάρικα
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ είναι η κίνηση τους τελευταίους μήνες και στα τσαγκάρικα. Οι καταναλωτές και κυρίως οι γυναίκες εμπιστεύονται τις μπότες και τις γόβες τους στους τσαγκάρηδες για να τους τις φτιάξουν σαν καινούργιες.
«Φέρνουν ακόμη και τέσσερα ζευγάρια παπούτσια μαζί για επιδιόρθωση. Το γεγονός της οικονομικής στενότητας τούς οδηγεί σε διαμόρφωση του υποδήματος που ήδη έχουν. Για παράδειγμα, οι κυρίες που έχουν αγοράσει έναντι δεκάδων ευρώ ένα παπούτσι, την επόμενη χρονιά θα το φέρουν σε μας για να του αλλάξουμε χρώμα. Θα είναι λοιπόν σαν καινούργιο», λέει ο κ. Μώρος, ιδιοκτήτης τσαγκάρικου στο κέντρο της Αθήνας. Αυτό που διαπιστώνει όμως το τελευταίο διάστημα είναι ότι οι πελάτες αργούν να πάρουν πίσω τα παπούτσια τους.
«Καθυστερούν έως και δύο- τρεις εβδομάδες, μέχρι δηλαδή να πάρουν τον μισθό τους. Κάποτε αυτό ήταν η εξαίρεση, σήμερα είναι ο κανόνας».