Η χρηματοπιστωτική κρίση, κατά γενική ομολογία, μετεξελίσσεται και πλήττει σταδιακά την πραγματική οικονομία στις ΗΠΑ και την Ευρώπη με τον περιορισμό της παραγωγικής και εξαγωγικής δραστηριότητας, τη μείωση των παραγγελιών, την αύξηση των απολύσεων, την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων, παρά τις «ενέσεις ρευστότητας» που χορηγούνται στα τραπεζικα-πιστωτικά ιδρύματα. Πράγματι, οι «ενέσεις ρευστότητας», οι «εθνικοποιήσεις» και οι μειώσεις των επιτοκίων αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τη διείσδυση της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην πραγματική οικονομία, να δημιουργήσουν συνθήκες ανάσχεσης της οικονομικής κρίσης και αποτροπής της διεθνούς οικονομικής ύφεσης.

Ο βασικός λόγος αυτής της σοβαρής και ουσιαστικής αδυναμίας των μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητας είναι «η μονομερής ενίσχυση των πιστωτών και η περιφρόνηση των δανειοληπτών» (Κ. Βεργόπουλος, 2008), καθώς και η στόχευση ελέγχου του πληθωρισμού που επιδιώκει ιδιαίτερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και όχι η στρατηγική επιδίωξη ενίσχυσης της αναπτυξιακής διαδικασίας και αποκατάστασης της ανισοκατανομής του εισοδήματος.

Με άλλα λόγια, εάν το σχέδιο ανάσχεσης της κρίσης σε διεθνές/ ευρωπαϊκό επίπεδο και ειδικότερα στην Ελλάδα δεν περιλαμβάνει μέτρα ενίσχυσης της ζήτησης, φροντίδας των δανειοληπτών, ενδυνάμωσης των προϋποθέσεων ανάπτυξης και στήριξης της επενδυτικής δραστηριότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τότε η ελληνική οικονομία θα υποστεί σοβαρές αρνητικές πιέσεις κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2008 και σοβαρότερες κατά το 2009. Οι εκτιμήσεις αυτές σημαίνουν μείωση του ρυθμού ανάπτυξης, υπολειτουργία ή κλείσιμο επιχειρήσεων, αύξηση των απολύσεων και της ανεργίας, μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και της συνολικής ζήτησης.

Κατά συνέπεια, για την αποτροπή και την ανάσχεση των προαναφερόμενων εξελίξεων απαιτείται η κατάθεση νέου κρατικού προϋπολογισμού του έτους 2009 με απόσυρση των

ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ

νέου προϋπολογισμού του 2009 με απόσυρση των μέτρων φορολογικής επιβάρυνσης των μισθωτών και των συνταξιούχων και αύξηση των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών

μέτρων φορολογικής επιβάρυνσης των μισθωτών και των συνταξιούχων και αύξηση των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα αποκαταστήσουν, στον βαθμό που τις αφορά, την ανισοκατανομή του εισοδήματος. Εάν στον αναθεωρημένο κρατικό προϋπολογισμό του έτους 2009 δεν σημειωθούν οι αναγκαίες για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αλλαγές, τότε ο οικονομικός σχηματισμός στην Ελλάδα θα οδηγηθεί σε σοβαρή επιβράδυνση αν όχι σε κατάσταση ύφεσης με ανυπολόγιστες συνέπειες στην απασχόληση, την ανεργία, τα εισοδήματα και το δημόσιο χρέος.

Ταυτόχρονα, απαιτείται η εισοδηματική στήριξη των δανειοληπτών (νοικοκυριά) με συγκεκριμένα μέτρα (επαναδιαπραγμάτευση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου με το ίδιο επιτόκιο, χρηματοδότηση της επιπλέον επιβάρυνσης των νοικοκυριών εκτός του σημερινού επιτοκίου χορήγησης κ.λπ.) και όχι η μονομερής στήριξη των τραπεζών, προκειμένου χωρίς τον πέλεκυ των κατασχέσεων και των πλειστηριασμών να κατορθώσουν να αποπληρώσουν το δάνειό τους. Παράλληλα, απαιτείται προς την πλευρά των επιχειρήσεων η λήψη συγκεκριμένων μέτρων στήριξης της ρευστότητας (επιδότηση επιτοκίου), της χρηματοοικονομικής, καθώς και της επενδυτικής δραστηριότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Βέβαια, είναι φανερό ότι η φιλοσοφία και ο προσανατολισμός του σχεδίου ανάσχεσης της κρίσης στην ελληνική οικονομία απαιτείται να εστιάζονται στην αποκατάσταση των μακροοικονομικών της ανισορροπιών και στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της.

Κατά συνέπεια, το μείγμα της οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα είναι ανάγκη να περιλαμβάνει την ενίσχυση της συνολικής ζήτησης, καθώς και της παραγωγικής βάσης της χώρας, προκειμένου να σταθεροποιηθούν ομαλά οι σημερινές αντίξοες συνθήκες και να τροφοδοτηθούν αναπτυξιακά οι κοινωνικές, οικονομικές και ανταγωνιστικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Ο Σάββας Ρομπόλης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, επιστημονικός διευθυντής ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.