Το φθινόπωρο του 1953 πέντε νεαροί Τσεχοσλοβάκοι επιχειρούν να εγκαταλείψουν κρυφά τη χώρα τους για το Δυτικό Βερολίνο. Οργανώνοντας την απόδρασή τους από το κομμουνιστικό καθεστώς, σκοτώνουν έξι αστυνομικούς. Ήρωες ή δολοφόνοι; Πενήντα πέντε χρόνια μετά, η Τσεχία διχάζεται.
Τον Οκτώβριο εκείνης της χρονιάς οι πέντε παιδικοί φίλοι πέρασαν τα σύνορα της Τσεχίας με την Ανατολική Γερμανία για να φτάσουν στο Δυτικό Βερολίνο. Πίστευαν ότι μερικές ημέρες θα ήταν αρκετές, αλλά τελικά χρειάστηκαν τέσσερις εβδομάδες, σχεδόν ολόκληρο μήνα πείνας, παγωνιάς και κυνηγητού από 24.000 άνδρες του σοβιετικού στρατού και της ανατολικογερμανικής αστυνομίας. Στον δρόμο προς την ελευθερία, οι αυτοαπακολούμενοι «αντικομμουνιστές μαχητές» έκαναν σαμποτάζ, έκλεψαν αυτοκίνητα και όπλα,

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

Έκαναν σαμποτάζ, δηλητηρίασαν αντιπάλους τους με χλωροφόρμιο, σκότωσαν 6 αστυνομικούς

δηλητηρίασαν τους αντιπάλους τους με χλωροφόρμιο, εισέβαλαν σε ένα αστυνομικό τμήμα και σκότωσαν έξι αστυνομικούς- στον έναν τού έκοψαν τον λαιμό. Στο Δυτικό Βερολίνο έφτασαν τελικά μόνο οι τρεις: τα αδέρφια Τζόζεφ και Κτίραντ Μάσιν και ο Μίλαν Πάουμερ. Οι άλλοι δύο, ο Ζμπίνεκ Γιανάτα και ο Βάκλαβ Σβέντα, συνελήφθησαν κι εκτελέστηκαν.

Η αμηχανία

Θα παρέμενε μια εντυπωσιακή κι ελαφρώς ξεχασμένη ιστορία του Ψυχρού Πολέμου αν ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός Μίρεκ Τοπολάνεκ δεν αποφάσιζε να τιμήσει τους πέντε «αντικομμουνιστές μαχητές» ως ήρωες της Δημοκρατίας της Τσεχίας. Η απόφαση προκάλεσε αμηχανία και δίχασε τη χώρα. Για κάποιους Τσέχους ήταν η μεγαλύτερη απόδραση την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Άλλοι, όμως, δεν βλέπουν σε εκείνους τους παιδικούς φίλους παρά τα πρόσωπα αδίστακτων δολοφόνων. Οι μεν θεωρούν ότι η χώρα τους πρέπει να τιμήσει αυτούς τους ανθρώπους γιατί πάλεψαν για την ελευθερία απέναντι σε ένα αυταρχικό καθεστώς. Οι δε, περίπου οι μισοί σύμφωνα με δημοσκόπηση, τους θεωρούν εγκληματίες. Και δεν πείθονται ούτε από τη δήλωση του Τοπολάνεκ ότι ο ένοπλος αγώνας εναντίον του κομμουνισμού ήταν ένα ηθικό χρέος όπως και η αντίσταση στον ναζισμό. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, εκπροσωπώντας το 13% των ψήφων που απέσπασε στις τελευταίες εκλογές, ζήτησε να κατηγορηθούν οι τρεις επιζήσαντες για τα εγκλήματά τους, ενώ στέλεχος των Σοσιαλδημοκρατών υποστήριξε ότι «στην εποχή του αγώνα κατά της τρομοκρατίας η επιβράβευση τέτοιων ενεργειών οδηγεί σε επικίνδυνα μονοπάτια» και υπενθύμισε τον απελευθερωτικό ρόλο του Κόκκινου Στρατού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη δημοκρατική εκλογή του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1946. Ιστορικοί και κοινωνιολόγοι επιχειρούν μια διαφορετική προσέγγιση: όπως σημειώνουν, η Τσεχία δεν είναι ακόμη έτοιμη να αναμετρηθεί με το πρόσφατο παρελθόν της.

Για τις ΗΠΑ

Όταν οι τρεις Τσεχοσλοβάκοι έφτασαν στο Δυτικό Βερολίνο, ζήτησαν να καταταγούν στον αμερικανικό στρατό για να πολεμήσουν κατά των κομμουνιστικών καθεστώ- των. Ήταν σχεδόν σίγουροι ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος ήταν κοντά. Τελικά έφυγαν για τις ΗΠΑ, ο ένας έκανε περιουσία από μια επιχείρηση αεροπλοΐας, ο δεύτερος έκανε εμπόριο με θερμοσίφωνες και ο τρίτος δούλεψε ως οδηγός ταξί στο Μαϊάμι. Ο τελευταίος ήταν ο Μίλαν Πάουμερ και ο μοναδικός που επέστρεψε στην Τσεχία μετά τη «βελούδινη επανάσταση» του 1990. «Αγωνιστήκαμε για να απελευθερώσουμε αυτή τη χώρα από τον κομμουνισμό και ο κόσμος κλαίει για έξι νεκρούς», λέει σήμερα. «Δεν λυπάμαι γι΄ αυτούς. Εμείς, οι πραγματικοί δημοκράτες, κλαίμε γι΄ αυτούς που τρομοκρατούνταν από τους κομμουνιστές επί σαράντα χρόνια».

Με μια ματιά


● 41 χρόνια διήρκεσε το κομμουνιστικό καθεστώς στην Τσεχοσλοβακία (από το 1949 έως το 1990) ● 205.486

άνθρωποι καταδικάστηκαν για πολιτικούς λόγους ● 248 εκτελέστηκαν ● 4.500

πέθαναν στις φυλακές ● 327 έχασαν τη ζωή τους επιχειρώντας να διαφύγουν από τη χώρα ● 170.938

μετανάστευσαν