Ανυποχώρητος έναντι των απεργών εμφανίστηκε χθες ο Νικολά Σαρκοζί, σπάζοντας την- ασυνήθιστα μεγάλη γι΄ αυτόν- σιωπή του. «Δεν θα παραδοθούμε, δεν θα υποχωρήσουμε», δήλωσε καλώντας τους απεργούς να σκεφτούν τους εκατομμύρια Γάλλους που ταλαιπωρούνται, να επιστρέψουν στις εργασίες τους και να δώσουν μια ευκαιρία στις διαπραγματεύσεις- με αυτή τη σειρά.


Ίσως όχι τυχαία, ο Γάλλος πρόεδρος επέλεξε να κάνει την πρώτη δημόσια παρέμβασή του από τις 14 Νοεμβρίου, οπότε άρχισε η απεργία στα μέσα μεταφοράς, την ημέρα που ο γαλλικός και διεθνής Τύπος την περιέγραφαν ως Μardi Νoir- Μαύρη Τρίτη. Σε 24ωρη απεργία κατέβηκαν χθες, παράλληλα με τους εργαζομένους σε τρένα, μετρό και λεωφορεία που διαμαρτύρονται για τη σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του ειδικού καθεστώτος συντάξεων, και το 30% των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα- σε σχολεία, ταχυδρομεία, δημαρχεία, αεροδρόμια, εφορίες… – που διαμαρτύρονται για τη σχεδιαζόμενη κατάργηση 22.900 θέσεων και τη συρρίκνωση της αγοραστικής τους δύναμης. «Η Γαλλία χρειάζεται μεταρρυθμίσεις προκειμένου να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που της επιβάλλονται», δήλωσε ο Σαρκοζί επιλέγοντας τελικά, αντί του φημολογούμενου διαγγέλματος, ένα συνέδριο δημάρχων για να μιλήσει. «Δεν θα προδώσω

ΠΛΗΓΜΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι κινητοποιήσεις κοστίζουν έως 400 εκατ. ευρώ καθημερινά. Ο ρυθμός ανάπτυξης της γαλλικής οικονομίας ίσως επιβραδυνθεί

την εμπιστοσύνη εκείνων που με εξέλεξαν». Στο μήνυμά του, ο Γάλλος πρόεδρος έκανε σαφή προσπάθεια να εκμεταλλευτεί τη δυσφορία και την κόπωση της κοινής γνώμης, και να φέρει τους απεργούς προ των ευθυνών τους: «Σκέφτομαι εκείνους τους εκατομμύρια Γάλλους που έπειτα από μια ημέρα δουλειάς, δεν έχουν λεωφορείο, μετρό ή τρένο να πάνε σπίτι τους και έχουν κουραστεί να τους κρατούν ομήρους. Σκέφτομαι εκείνες τις επιχειρήσεις που κινδυνεύουν να αναγκαστούν να απολύσουν εργαζομένους». Υπουργοί και αναλυτές

«Οι απεργίες πρέπει να σταματήσουν προτού γονατίσει η οικονομία», δήλωσε ο Γάλλος πρόεδρος, την ώρα που οι υπουργοί προειδοποιούν πως οι κινητοποιήσεις κοστίζουν 300-400 εκατομμύρια ευρώ καθημερινά και οι αναλυτές εκτιμούν πως ο ρυθμός ανάπτυξης της γαλλικής οικονομίας πιθανόν να επιβραδυνθεί το 2008, στο 1,5-1,8%, πολλαπλασιάζοντας τα εμπόδια στον δρόμο της μεταρρύθμισης που φιλοδοξεί να ακολουθήσει ο Σαρκοζί.

Τα συνδικάτα έχουν δεσμευτεί να προσέλθουν σήμερα σε διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες, καθώς και μ΄ έναν εκπρόσωπο της κυβέρνησης. Οι περίπου 70.000 άνθρωποι που διαδήλωσαν χθες στο Παρίσι, ωστόσο, έτρεψαν σε άτακτη φυγή, με τις αποδοκιμασίες και τις κατηγορίες περί «προδοσίας» που εξακόντισαν, τον Φρανσουά Σερέκ, τον γ.γ. του συνδικάτου CFDΤ, που είχε ζητήσει από την περασμένη Παρασκευή κιόλας την αναστολή των κινητοποιήσεων. Από 375.000 έως 700.000 υπολογίζονται συνολικά οι Γάλλοι που συμμετείχαν χθες σε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας σε διάφορες πόλεις. Ετερόκλητα πλήθη με διαφορετικές διεκδικήσεις: από εκπαιδευτικούς και εφοριακούς, μέχρι φοιτητές και μαθητές, οι οποίοι διαμαρτύρονται για τον νόμο περί αυτονομίας των πανεπιστημίων. Εφημερίδες δεν κυκλοφόρησαν, στον απεργιακό χορό συμμετείχαν και τα τυπογραφεία, καθώς και οι διανομείς. «Όλοι μαζί για συντάξεις, μισθούς, δουλειές, δημόσιες υπηρεσίες», ανέφερε ένα πανό στο Παρίσι. «Οι νέοι στα κάτεργα, οι γέροι στη μιζέρια, δεν θέλουμε τέτοια κοινωνία», υπογράμμιζε ένα άλλο.

Οι αντιδράσεις του κόσμου

«Μια μικρή ομάδα ανθρώπων κρατά τη χώρα όμηρο, είναι θλιβερό», σχολίαζε ένας εμφανώς ταλαιπωρημένος πολίτης. Σε έναν από τους συρμούς του μετρό που λειτούργησαν, ωστόσο, μεταφέροντας πολλούς διαδηλωτές στον ορισθέντα τόπο συνάντησης, η ατμόσφαιρα, έτσι όπως τη μετέφερε ένας δημοσιογράφος της «Liberation», ήταν σχεδόν γιορτινή. «Συνεχίστε, είμαστε μαζί σας!», είπε ένας επιβάτης σε μια ομάδα εργαζομένων στον οργανισμό σιδηροδρόμων. «Είναι σαν τον Μάη του ΄68, όλοι μιλούν με όλους!», ενθουσιάστηκε ένας εξηντάρης. Κάποιοι, πάντως, μιλούσαν για «το τελευταίο αγκομαχητό» του κινήματος διαμαρτυρίας.

[ ΓΝΩΜΗ ] Ένα σημείο καμπής


Στην ηπειρωτική Ευρώπη η πιο κρύα αρχή του χειμώνα εδώ και χρόνια συμπίπτει με μια καυτή απεργιακή περίοδο. Οι Γερμανοί οδηγοί των εμπορικών αμαξοστοιχιών, οι Φινλανδές νοσοκόμες και σχεδόν ολόκληρος ο γαλλικός δημόσιος τομέας βρίσκονται σε αναβρασμό. Θα ήταν εύκολο να δει κανείς αυτό το φαινομενικά ξαφνικό ξέσπασμα παλιομοδίτικης εργατικής δυσφορίας ως μια απόδειξη ότι το ευρωπαϊκό «κοινωνικό μοντέλο» έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του. Θα μπορούσε τότε να επιχειρηματολογήσει ότι, χωρίς τους περιορισμούς που εφαρμόζονται στη Βρετανίαγια να το θέσουμε πιο ωμά χωρίς ένα σκαμπίλι ψυχρού, σκληρού, θεραπευτικού θατσερισμού- η ηπειρωτική Ευρώπη είναι καταδικασμένη να παρακμάσει. Θα ήταν όμως υπερβολικά απλουστευτικό. Στη Φινλανδία, απαγορεύεται ήδη στις νοσοκόμες και σε άλλους βασικούς εργαζομένους στον δημόσιο τομέα να απεργούν· αναζητώντας λοιπόν καλύτερες απολαβές και συνθήκες εργασίας, οι νοσοκόμες απείλησαν αντ΄ αυτού με μαζική παραίτηση. Η Γερμανία έχει πολυδιαφημισμένους μηχανισμούς για την αποφυγή απεργιών. Αυτή τη φορά οι μηχανισμοί απέτυχαν. Και παρ΄ ότι οι γαλλικές απεργίες μπορεί να ακούγονται ως κάτι συνηθισμένο, είναι η πρώτη φορά εδώ και 12 χρόνια που το Παρίσι παρέλυσε τόσο θεαματικά.

Τι κρύβεται πίσω από αυτή τη μαχητική διάθεση; Ένας παράγοντας μπορεί να είναι οι αλλαγές πολιτικής που ανήγγειλε η εκλογή κεντροδεξιών κυβερνήσεων. Αυτό είναι σίγουρα αληθές στη Γαλλία, όπου ο Νικολά Σαρκοζί μπήκε στο προεδρικό μέγαρο αποφασισμένος να επιτύχει εκεί όπου ο Ζακ Σιράκ απέτυχε.

Στη Γερμανία, επίσης, οι μέχρι πρόσφατα ασφαλείς δημόσιοι υπάλληλοι έχουν αναστατωθεί από τα σχέδια της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ να περικόψει τα κοινωνικά επιδόματα. Οι φιλοδοξίες της μετριάστηκαν από τους κυβερνητικούς εταίρους της και εφαρμόστηκαν σε μεγάλο βαθμό αθόρυβα, ίσως ωστόσο τα κυβερνητικά μέτρα να αρχίζουν τώρα να «καίνε».

Όμως αντί να αντανακλά ένα κλίμα οικονομικής κατήφειας, όπως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, το τελευταίο αυτό αγωνιστικό ξέσπασμα μπορεί να αποτελεί συνέπεια της οικονομικής βελτίωσης. Οι εργαζόμενοι μπορεί να μην ανησυχούν πλέον τόσο μήπως χάσουν τη δουλειά τους και να πιστεύουν ότι οι εργοδότες τους- το κράτος- έχουν την πολυτέλεια να τους εκχωρήσουν μεγαλύτερο μερίδιο.

Αυτό που ενδεχομένως βλέπουμε σε όλες αυτές τις χώρες είναι ένα σημείο καμπής, όπου οι υπάρχοντες μηχανισμοί διαπραγμάτευσης δεν ταιριάζουν πλέον στις αλλαγμένες συνθήκες και χρειάζονται προσαρμογή.