Αποκεφαλίζουν τραπεζίτες
Η αποχώρηση του Chuck Ρrince,
Τη θέση του προέδρου της Citigroup αναλαμβάνει τώρα ο πρώην υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών των ΗΠΑ την περίοδο 1995-1999, Robert Rubin, ο οποίος από το 1999 εργάζεται στην αμερικανική τράπεζα. Ο Rubin είναι
tips
Ντόμινο αποχωρήσεων σε Citigroup, Μerrill Lynch και UΒS, που αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε διαγραφές επισφαλών δανείων δεκάδων δισ. δολαρίων
ένας από τους στενούς φίλους του πρώην προέδρου της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (FΕD) Άλαν Γκρίνσπαν.
Άνοιξε τον χορό
Ο πρώτος που άνοιξε τον χορό των αποχωρήσεων λόγω της κρίσης των ακινήτων στις ΗΠΑ- η οποία εκτόξευσε στα ύψη τις επισφάλειες των τραπεζών- ήταν ο αντιπρόεδρος της επενδυτικής τράπεζας Βear Stearns, Warren Spector. Ο Spector έφυγε όταν κατέρρευσαν δύο κερδοσκοπικά επενδυτικά κεφάλαια (hedge funds) της τράπεζας, τα οποία επένδυαν σε ομόλογα με εξασφάλιση ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια που χορηγούνται σε δανειολήπτες με χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα.
Ευρωπαϊκό σοκ με UΒS
Το πρώτο μεγάλο σοκ στην Ευρώπη ήλθε όταν παραιτήθηκε ο διευθύνων σύμβουλος της ελβετικής τράπεζας UΒS, Ρeter Wuffli. Η παραίτηση του ισχυρού άνδρα του ομίλου έγινε μετά την κατάρρευση του κερδοσκοπικού κεφαλαίου Dillion Read Capital Μanagement που διαχειριζόταν η τράπεζα.
Στη Μerrill Lynch
Ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσε η παραίτηση του Stan Ο΄ Νeal, ο οποίος- μία εβδομάδα μετά την ανακοίνωση της Μerrill Lynch ότι προχωρεί σε διαγραφές 8,4 δισ. δολαρίων για το τρίτο τρίμηνο λόγω της έκθεσής της σε subprimes- αποχώρησε από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της αμερικανικής τράπεζας. Οι διαγραφές αυτές οδήγησαν την τράπεζα σε απώλειες 2,2 δισ. δολαρίων στο τρίτο τρίμηνο, που είναι το μεγαλύτερο έλλειμμα που έχει αντιμετωπίσει η Μerrill Lynch στα 93 χρόνια της λειτουργίας της. Χάθηκαν 130.000 θέσεις εργασίας
Οι αποχωρήσεις αυτές δείχνουν λιγότερο σημαντικές, αν αναλογιστούμε πόσοι εργαζόμενοι στον χρηματοπιστωτικό κλάδο έχασαν τις δουλειές κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2007, λόγω των subprimes. Όπως δείχνουν τα στοιχεία, μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες στο διάστημα αυτό χάθηκαν 130.000 θέσεις εργασίας! Οι περισσότερες από τις απώλειες αυτές σχετίζονται άμεσα με την κρίση των στεγαστικών υψηλού κινδύνου. Και το χειρότερο είναι ότι- όπως όλα δείχνουν- θα γίνουν και άλλες απολύσεις μέσα στους επόμενους μήνες καθώς η κατάσταση επιδεινώνεται. Τις προηγούμενες ημέρες, όταν όλοι νόμιζαν ότι τα χειρότερα πέρασαν, αναλυτές του κλάδου άρχισαν να προβλέπουν μαζικές νέες απώλειες λόγω της κρίσης των subprimes. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αυτές, η Citigroup αυτό το τρίμηνο αναμένεται να προχωρήσει σε διαγραφές 5 δισ. δολαρίων- επιπλέον των απωλειών που έχει ήδη ανακοινώσει. Η Μerrill Lynch αναμένεται να προχωρήσει σε διαγραφές άλλων 10 δισ. δολαρίων, ενώ έχει διαγράψει ήδη 8,4 δισ. δολάρια για το τρίτο τρίμηνο. Επίσης η UΒS θεωρείται ότι θα προχωρήσει σε διαγραφές ακόμη 8 δισ. δολαρίων.
Ποιο θα είναι το επόμενο «κεφάλι» τραπεζίτη που θα πέσει στη Γουόλ Στριτ είναι το «αγαπημένο παιχνίδι» στην αμερικανική κεφαλαιαγορά. Ιδιαίτερα αυτό το διάστημα, που οι προκλήσεις για τις τράπεζες είναι μεγαλύτερες παρά ποτέ. © Τhe Τimes, 2007
Το ακριβό πετρέλαιο «απογειώνει» τα αεροπορικά εισιτήρια
Μερικές από τις εταιρείες, μάλιστα, έχουν ήδη αρχίσει να αυξάνουν τις τιμές. Η Αmerican Αirlines έχει καθορίσει επίναυλο 20 δολαρίων για όλες τις πτήσεις της, ενώ αντίστοιχη αύξηση πραγματοποίησε και η Delta. Η Βritish Αirways και η Virgin Αtlantic, που κατηγορήθηκαν φέτος ότι ακολουθούσαν κοινή πολιτική στις αυξήσεις των αεροπορικών εισιτηρίων λόγω του ακριβού πετρελαίου, έχουν ανακοινώσει ότι δεν θα προχωρήσουν σε ανατιμήσεις. Και οι δύο εταιρείες, όμως, παρακολουθούν με μεγάλη προσοχή το πώς διαμορφώνεται η κατάσταση.
Ήδη η Βritish Αirways ανακοίνωσε ότι υποβαθμίζει τις προβλέψεις της για ανάπτυξη το 2008 από 4% σε 3%-3,5%, λόγω του ασθενούς δολαρίου και της αβεβαιότητας που υπάρχει στο οικονομικό σύστημα. Παρ΄ όλα αυτά, προς το παρόν τουλάχιστον, τα οικονομικά της αποτελέσματα παραμένουν ισχυρά, καθώς τα προ φόρων κέρδη της αυξήθηκαν κατά 26% στο εννεάμηνο φτάνοντας τις 593 εκατ. στερλίνες (853 εκατ. ευρώ).