ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙΝΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ LUΤΕΤΙΑ ΕΝΑ ΕΤΕΡΟΚΛΙΤΟ
ΠΛΗΘΟΣ ΕΝΟΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ
ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΤΟ ΖΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ
Ο αφηγητής μας, Εντουάρ Κιφέρ, Αλσατός πρώην μπάτσος και νυν υπεύθυνος ασφαλείας του περίφημου παρισινού ξενοδοχείου Lutetia, κάποια στιγμή θα πληρώσει άσχημα τη συνωνυμία του με αξιωματούχο των Ες Ες, αυτό όμως είναι το ελάχιστο από όσα πρόκειται να συμβούν. Βρισκόμαστε στο κομβικό έτος 1938. Στο ξενοδοχείο της Αριστερής Όχθης τα κρύσταλλα και τα ασημικά αστράφτουν ακόμη.

Λίγο πριν

Χρήστες αυτής της καθημερινής πολυτέλειας είναι οι τυπικές μεσοπολεμικές περσόνες.

Καλοπαντρεμένες Σταχτοπούτες που αναζητούν τον έρωτα στα διαμερίσματα του υπηρετικού προσωπικού, οικονομικοί παράγοντες που δεν βλέπουν την ώρα να γίνουν μαυραγορίτες, κοσμοπολίτες διανοούμενοι που μυρίζονται την επέλαση του ναζισμού, τρομοκρατημένοι Εβραίοι που διαισθάνονται το δυσοίωνο και η πρώτη φουρνιά εκτοπισμένων Γερμανών αντιφρονούντων που μεταφέρουν με τη μελαγχολία τους το κακό μαντάτο ότι οσονούπω ο Χίτλερ θα τσαλαπατήσει τα παχιά

Ρierre Αssouline

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ LUΤΕΤΙΑ

ΜΤΦ. ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΕΚΔ. ΠΟΛΙΣ, 2006 ΣΕΛ. 415, ΤΙΜΗ: 20 #

χαλιά της Lutetia και της Ευρώπης κατ΄ επέκτασιν. Φυσικά δεν λείπουν και οι ναζί πράκτορες, οι οποίοι καλυπτόμενοι πίσω από την κεντροευρωπαϊκή γαλαντομία τους κλέβουν μυστικά και φακελώνουν εκ προοιμίου όσους Γάλλους δεν το γράφουν στο κούτελο ότι με την πρώτη ευκαιρία θα γίνουν collaborateur και δωσίλογοι.

Πριν προχωρήσουμε, αξίζει να πούμε ότι ο Εντουάρ Κιφέρ είναι το μόνο πρόσωπο του βιβλίου που επινόησε ο συγγραφέας, καθώς όλα τα άλλα είναι πραγματικοί ανώνυμοι κι επώνυμοι ένοικοι του Lutetia αλιευμένοι από τα αρχεία του ξενοδοχείου. Λίγο μετά

Ο υπεύθυνος ασφαλείας του ιστορικού αυτού σούρτα-φέρτα φέρνει στον νου τον ήρωα του αριστουργήματος του Ισιγκούρο «Τα απομεινάρια μιας μέρας», που με τόση επιτυχία ενσαρκώθηκε στον κινηματογράφο από τον Άντονι Χόπκινς. Με τη σοφία που προϋποθέτει το επάγγελμά του, ο Κιφέρ χειρίζεται διακριτικά τα δυναμικά της Ιστορίας, περιορίζοντας τις εσωτερικές συγκρούσεις του στη σοφίτα του Lutetia που χρησιμοποιεί ως κατάλυμα.

Ο άνθρωπός μας θα ζήσει τη δική του συνειδησιακή κρίση πολύ αργότερα, και συγκεκριμένα στο τρίτο μέρος του βιβλίου, τότε που το Lutetia θα αδειάσει από τους ηττημένους πλέον ναζί και θα γεμίσει με τους απελεύθερους του Νταχάου και του Άουσβιτς, οι οποίοι μένουν τράνζιτο στο επιταγμένο Lutetia μέχρι να περάσουν τις διαδικασίες ταυτοποίησης. Πάνω σ΄ αυτά τα ανθρώπινα κουρέλια η νέα ευρωπαϊκή συνείδηση θα ασκήσει τον σαδισμό της με το πρόσχη- μα ότι ανάμεσά τους μπορεί να κρύβονται και εγκληματίες πολέμου μεταμφιεσμένοι σε θύματα.

Διά ταύτα

Με αυτό το αφηγηματικό «γύρισμα», ο Πιερ Ασουλίν καταφέρνει, νομίζω, να οδηγήσει στο «διά ταύτα» το ούτως ή άλλως συναρπαστικό βιβλίο του και να αποζημιώσει το δύσκολο εκείνο είδος των βιβλιόφιλων που δεν πείθονται από τη μαγεία ενός αναγνώσματος, αλλά ψάχνουν τα αληθινά της κίνητρα και την ηθική (πολιτική) λειτουργία της. Από αυτής της απόψεως, οι τελευταίες εκατό σελίδες τού «Lutetia» είναι κατά τη γνώμη μου ένας πραγματικός δυναμίτης, αφού καταφέρνει να δείξει με αξιοσημείωτη λογοτεχνική σεμνότητα (οφείλω να πω) ότι η ναζιστική εμπειρία χάραξε τον δυτικό πολιτισμό με το ανεξίτηλο τατού της γενικευμένης καχυποψίας. Ένα σημάδι πολύ πιο δυνατό και απείρως πιο δραστικό από το κίτρινο άστρο, δυστυχώς.