Με την επικείμενη συμπλήρωση του τρίτου χρόνου της τετραετίας, ο ορίζοντας των επόμενων εκλογών βρίσκεται πλέον στην άμεση επικαιρότητα, γι΄ αυτό και οι δημοσκοπήσεις αρχίζουν να αντιμετωπίζονται ως προβλέψεις για την έκβασή τους. Βέβαια, η διεθνής εμπειρία των τελευταίων χρόνων θα έπρεπε να είχε δείξει πόσο επισφαλείς μπορεί να αποδειχθούν τέτοιου τύπου προβλέψεις, ιδιαίτερα όταν το εκλογικό σώμα αποστασιοποιείται όλο και περισσότερο από την κομματική πολιτική.
Το ενδεχόμενο να προκύψει μια πεντακομματική Βουλή από τις επόμενες εκλογές έχει προκαλέσει ευρύτερη συζήτηση σχετικά με τις προϋποθέσεις κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας (151 έδρες). Συζήτηση που ορισμένες φορές εμπλέκεται και με προτάσεις αλλαγής του εκλογικού νόμου, ενώ τα παραδείγματα που παρατίθενται δεν είναι πάντα διαφωτιστικά.

Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο που θα ισχύσει στις επόμενες εκλογές, ο αριθμός των εδρών που αντιστοιχεί σε κάθε κόμμα (εφόσον υπερβεί το όριο του 3%) δεν προκύπτει από διαδοχικές κατανομές όπως συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά προσδιορίζεται απευθείας από το εθνικό ποσοστό του και δευτερευόντως επηρεάζεται από το αθροιστικό ποσοστό που συγκεντρώνουν τα κόμματα που δεν ξεπερνούν το 3%. Ειδικότερα, η διαδικασία που ακολουθείται είναι η εξής:

κάθε κόμματος επανυπολογίζεται εξαιρώντας τις ψήφους των κομμάτων που δεν ξεπέρασαν το 3%: έτσι, π.χ.,

αν το ποσοστό του πρώτου κόμματος είναι 41% και τα κόμματα που δεν θα εκπροσωπηθούν στη Βουλή συγκεντρώσουν αθροιστικά 5%, το τελικό ποσοστό του πρώτου κόμματος θα διαμορφωθεί στο 43,2% (41 x 100: 95).

α.Το εθνικό ποσοστό β. Με τα επανυπολογισμένα αυτά ποσοστά μοιράζονται σε όλα τα κόμματα 260 έδρες (χωρίς να προσδιορίζεται σε ποιες περιφέρειες ανήκουν οι έδρες αυτές).

γ.Στον αριθμό των εδρών που προκύπτει από τον προηγούμενο υπολογισμό για το πρώτο κόμμα προστίθενται 40 ακόμη έδρες ως μπόνους για την αυτοδυναμία.

Έτσι, με βάση το προηγούμενο παράδειγμα, αν το ποσοστό του πρώτου κόμματος είναι 41% και τα κόμματα που θα εκπροσωπηθούν στη Βουλή συγκεντρώσουν αθροιστικά μόνο 95%, τότε οι έδρες του πρώτου κόμματος θα ανέλθουν σε 152 (260 x 43,2% + 40). Αν όμως τα κόμματα που θα ξεπεράσουν το 3% συγκεντρώσουν αθροιστικά 98%, τότε με το ίδιο ποσοστό (41%) για το πρώτο κόμμα οι έδρες του περιορίζονται σε 149 (260 x 41,8% + 40). Στην περίπτωση αυτή (του 98%) το πρώτο κόμμα θα πρέπει να συγκεντρώσει τουλάχιστον το 41,7% για να εξασφαλίσει την οριακή αυτοδυναμία (151 έδρες). Από τα παραπάνω προκύπτουν ορισμένα κρίσιμα συμπεράσματα, δεδομένου ότι, εφόσον και ο ΣΥΝ και ο ΛΑΟΣ ξεπεράσουν το 3%, το αθροιστικό ποσοστό των κομμάτων που θα εκπροσωπηθούν στη Βουλή είναι πολύ πιθανό να κυμανθεί στο 98% ή να αποδειχθεί και ακόμη υψηλότερο (οπότε το όριο της αυτοδυναμίας θα βρεθεί στο 42%). Αν η έκβαση των επόμενων εκλογών εμφανιστεί εξ αρχής ως προδιαγεγραμμένη, αυτό θα έχει ως άμεση συνέπεια μια σαφώς χαλαρότερη ψήφο, και τότε το πρώτο κόμμα θα κινδυνέψει να βρεθεί με σχεδόν οριακή ή και καθόλου αυτοδυναμία. Η στρατηγική επομένως την οποία είναι αναμενόμενο να υιοθετήσει το κόμμα που θα εμφανίζεται να διαθέτει το προβάδισμα, θα πρέπει να συνδυάσει δύο αντίθετες κατευθύνσεις: αφενός να εκμεταλλευθεί το σύνδρομο του νικητή ώστε να προσεταιριστεί κατά το δυνατόν τους ψηφοφόρους που επιθυμούν να είναι με την κυβέρνηση, αλλά ταυτοχρόνως πρέπει να προκαλέσει και μια ισχυρή πόλωση, ώστε να αποδυναμώσει τα μικρά κόμματα που απειλούν την εκλογική του βάση (ειδικά η Ν.Δ. τον ΛΑΟΣ).