ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΗΚΑΝ φέτος πέντε χρόνια από την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος (ευρώ) για τις αρχικά δώδεκα και ήδη δεκατρείς χώρες- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά την προσχώρηση από 1.1.2007 της Σλοβενίας. Η συμπλήρωση της πενταετίας βρίσκει το ευρώ σε μια κάπως περίεργη κατάσταση. Από τη μια, το ευρώ έχει καταστεί ένα ισχυρό νόμισμα που γνωρίζει ευρύτερη διεθνή αποδοχή αφού βαθμιαία υιοθετείται τόσο ως μέσο πληρωμών όσο και ως αποθεματικό νόμισμα, σε σημείο που να απειλεί την κυριαρχία του δολαρίου. Από την άλλη όμως, οι πολίτες της ευρωζώνης φαίνεται να δυσφορούν, να θεωρούν το ευρώ πηγή δεινών και κυρίως να αποδίδουν σ΄ αυτό την αισθητή αύξηση των τιμών που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια. Έτσι, πρόσφατη έρευνα έδειξε εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά αποδοχής του ενιαίου νομίσματος από τους Ευρωπαίους πολίτες. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία διαχειρίζεται το ευρώ, κατηγορείται- ιδιαίτερα από τη Γαλλία- ότι ακολουθεί μονομερή νομισματική πολιτική σταθερότητας των τιμών χωρίς να λαμβάνει καθόλου υπόψη ευρύτερες μεταβλητές, όπως για παράδειγμα την οικονομική ανάκαμψη και την ενίσχυση της απασχόλησης. Έτσι το σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης της Ε.Ε.

εμφανίζεται, τουλάχιστον στα μάτια ορισμένων και οπωσδήποτε των Γάλλων, να πάσχει. Κι όμως, το ενιαίο νόμισμα έχει συνεισφέρει σημαντικά στην Ευρώπη και οπωσδήποτε στην Ελλάδα. Βεβαίως είναι αλήθεια ότι για διάφορους λόγους η υιοθέτηση του ευρώ άσκησε αυξητική επίδραση στις τιμές. Αλλά η (πενταετής) συμμετοχή στο ευρώ προσέφερε στην Ελλάδα οικονομική, δημοσιονομική και νομισματική σταθερότητα, κάτι που αποτελούσε κεντρικό ζητούμενο από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους. Με το ευρώ η Ελλάδα έπαψε να είναι εκτεθειμένη στις διεθνείς οικονομικές αναταραχές, στο μέτρο τουλάχιστον που ήταν εκτεθειμένη στο παρελθόν. Ακόμη, με την υιοθέτηση του ευρώ η Ελλάδα πέρασε στον «εσωτερικό πυρήνα» των κρατών- μελών της Ένωσης και, με τον τρόπο αυτό, ενίσχυσε και την ασφάλειά της. Όπως έδειξε πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ, οι οποιεσδήποτε οικονομικές δυσχέρειες της Ευρώπης δεν οφείλονται στο ευρώ αλλά στην αδυναμία προώθησης των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του Δ.Σ. του ΕΛΙΑΜΕΠ