Άνεμο ανανέωσης στις… ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Ελλάδα αναμένεται να φέρει η ανάπτυξη αιολικών πάρκων σε βραχονησίδες. Το πρώτο από αυτά προγραμματίζεται να εγκατασταθεί στον Σαν Τζώρτζη, βραχονησίδα λίγο έξω από το Σούνιο, και αποτελεί «παράδειγμα προς μίμηση» για την εκμετάλλευση των άγονων, ακατοίκητων νησίδων που έχουν πολύ καλό αιολικό δυναμικό, σύμφωνα με ειδικούς και περιβαλλοντολόγους.


Πρόκειται για ένα αιολικό πάρκο που θα αποτελείται από 24 ανεμογεννήτριες συνολικής ισχύος 70 ΜW, οι οποίες θα τοποθετηθούν στα 9 τετραγωνικά χιλιόμετρα της βραχονησίδας του Αγίου Γεωργίου, αμέσως μετά την έκδοση των τελικών αδειών- εντός του 2007.

Η εν λόγω βραχονησίδα, που ανήκει σε ιδιώτη, είναι επί της ουσίας ένας άγονος λόφος περιτριγυρισμένος από θάλασσα, ακατοίκητος από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το νησί χρησιμοποιούσαν ως βάση οι Γερμανοί, ενώ σε μικρή απόσταση είχε βυθιστεί και ένα πλοίο έμφορτο με Ιταλούς αιχμαλώτους.

Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η βραχονησίδα διαθέτει πολύ καλό προσανατολισμό σε σχέση με την κυρίαρχη κατεύθυνση του ανέμου και ότι το αιολικό δυναμικό στη συγκεκριμένη θέση είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό.

Το μόνο που λείπει για να αρχίσει το έργο είναι η Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εξέταση και Αξιολόγηση από το ΥΠΕΧΩΔΕ.

«Ήδη έχει εκδοθεί η άδεια παραγωγής, ενώ έχουν εξασφαλισθεί η σύμφωνη γνώμη του ΔΕΣΜΙΕ και της ΔΕΗ για τη σύνδεση με τον σταθμό στο Λαύριο καθώς και οι θετικές γνωμοδοτήσεις των εμπλεκομένων φορέων», λέει ο κ. Γιώργος Σπύρου, μέλος του Δ.Σ. του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών. «Οι βραχονησίδες μπορούν να λύσουν πολλά προβλήματα- είναι η ελληνική έκδοση των υπεράκτιων αιολικών πάρκων, όπως αυτά που συναντούμε στη Βόρεια Ευρώπη», προσθέτει.

Για τη διασύνδεση του αιολικού πάρκου στον Σαν Τζώρτζη με το ηπειρωτικό δίκτυο ηλεκτροδότησης θα πρέπει πρώτα να κατασκευασθεί ένας υποσταθμός επί της βραχονησίδας και από εκεί να γίνει η σύνδεση με υποθαλάσσιο καλώδιο που θα φθάνει μέχρι το εργοστάσιο στον σταθμό του Λαυρίου.

Στον Σαν Τζώρτζη, που βρίσκεται ανοιχτά του Σουνίου, θα τοποθετηθούν 24 ανεμογεννήτριες συνολικής ισχύος 70 ΜW

Στο εξωτερικό.

Στη Βόρεια Ευρώπη, όπου τα υπεράκτια αιολικά πάρκα σημειώνουν αξιόλογη ανάπτυξη, οι θάλασσες είναι σχετικά ρηχές. Υπάρχουν μάλιστα συγκεκριμένες περιοχές όπου το βάθος της θάλασσας κυμαίνεται από 10-15 μέτρα, για αρκετές δεκάδες χιλιόμετρα από την ακτή- εκεί ακριβώς γίνονται και οι διασυνδέσεις των υπεράκτιων αιολικών πάρκων με τα ηπειρωτικά δίκτυα.

«Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν τόσο αβαθείς θάλασσες. Συνεπώς οι βραχονησίδες που βρίσκονται κοντά στην ηπειρωτική ακτή προσφέρουν μια καλή ευκαιρία αξιοποίησης του αιολικού δυναμικού, δεδομένου ότι δεν αποτελούν τουριστικούς προορισμούς, ούτε βέβαια κατοικούνται», λέει ο κ. Σπύρου.

Όταν εγκριθεί η άδεια από το ΥΠΕΧΩΔΕ, η ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ θα προχωρήσει στην εγκατάσταση των ανεμογεννητριών στη βραχονησίδα, ενώ το έργο εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί δύο με τρία χρόνια αργότερα.

Η διασύνδεση.

«Ο κύριος λόγος για το μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση του έργου είναι η υποβρύχια διασύνδεση με το ηπειρωτικό δίκτυο. Κι αυτό γιατί η παράδοση του καλωδίου εξαρτάται από τις δυνατότητες 2-3 εργοστασίων τα οποία έχουν υπεράριθμες παραγγελίες και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τους πελάτες σε σύντομο χρονικό διάστημα», αναφέρει ο κ. Σπύρου.

«Το πρότζεκτ “Αιολικά πάρκα σε βραχονησίδες” συνδυάζει πολλά οφέλη. Κατ΄ αρχήν δεν υπάρχουν κάτοικοι, οπότε δεν υπάρχει και θέμα αντίδρασης των τοπικών κοινωνιών.

Επιπλέον είναι άγονες, οπότε δεν έχουμε αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος και, φυσικά, το αιολικό δυναμικό στη συγκεκριμένη περιοχή είναι μεγάλο, γεγονός που καθιστά τα υπεράκτια αιολικά πάρκα ιδιαίτερα παραγωγικά», λέει ο κ. Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος της εκστρατείας της Greenpeace για τις κλιματικές αλλαγές και την ενέργεια. Ωστόσο, επισημαίνει ότι θα πρέπει να διεξάγονται σοβαρές περιβαλλοντικές μελέτες, ούτως ώστε να εκμηδενίζονται ακόμα και οι ελάχιστες πιθανότητες να προκληθούν καταστροφές στο περιβάλλον. «Το μόνο ίσως που πρέπει να εξεταστεί, είναι αν περνούν από εκεί σμήνη αποδημητικών πτηνών», αναφέρει ο κ. Ιμπραήμ.

Προτάσεις για επενδύσεις σε Γυάρο και Μακρόνησο!


«Ό λες οι βραχονησίδες που βρίσκονται στο Αιγαίο έχουν πάρα πολύ καλό αιολικό δυναμικό, το δεύτερο στην Ευρώπη μετά την Σκωτία. Βέβαια θα πρέπει να γίνουν οι απαραίτητες μετρήσεις έτσι ώστε να ξέρουμε ακριβώς τα δεδομένα», λέει ο κ. Γιάννης Τσιπουρίδης, πρόεδρος της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας. Και γεγονός είναι ότι παρουσιάζονται πολλές ακόμα ενδιαφέρουσες προτάσεις Ελλήνων επενδυτών, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τη Γυάρο και τη Μακρόνησο. «Υπάρχει η τεκμηριωμένη άποψη ότι τέτοιες εγκαταστάσεις αιολικών πάρκων σε καμία περίπτωση δεν θα έθιγαν την ιστορικότητα των νησιών και δεν θα προσέβαλλαν τον μνημειακό τους χαρακτήρα. Παρά ταύτα υπάρχουν μερίδες, και πολιτικές ακόμη θα έλεγα, οι οποίες εναντιώνονται με ιδιαίτερη ένταση στην προοπτική δημιουργίας αιολικών πάρκων πάνω σε αυτά τα νησιά παρά το γεγονός ότι υπάρχει σαφής δέσμευση από τους υποψήφιους επενδυτές ότι όχι απλά δεν θα προσβάλλουν τα μνημεία αλλά ότι αντιθέτως θα τα αναδείξουν», αναφέρει ο κ. Σπύρου.

«Αναμφίβολα οι βραχονησίδες είναι πολύ καλές τοποθεσίες για να κατασκευαστούν αιολικά πάρκα, αλλά υπάρχουν κανόνες για την τοποθέτηση των ανεμογεννητριών – δεν μπορούμε να εγκαταστήσουμε πολλές σε περιορισμένο χώρο. Από μελέτη που πραγματοποιήσαμε για την Μακρόνησο καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι από τις ανεμογεννήτριες που μπορούσε να φιλοξενήσει το νησί δεν ήταν εφικτό να αντικαταστήσουμε τη μονάδα στο Λαύριο», λέει ο κ. Δημήτρης Λάλας, πρώην διευθυντής του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ενεργειακών μελετών Facets.

Καθυστερήσεις.

«Όσον αφορά την εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα είμαστε πίσω. Στη χώρα μας υπάρχει πάρα πολύ καλό αιολικό και ανθρώπινο δυναμικό, έχουμε τεχνογνωσία, ενώ υπάρχει και τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον. Επίσης το νομοθετικό σύστημα που προβλέπει την ανάπτυξη είναι αρκετά θετικό. Οι λόγοι που υστερούμε έγκεινται σε προβλήματα αδειοδοτικής φύσεως, στο ότι δεν υπάρχουν τα απαιτούμενα δίκτυα εκεί που θα έπρεπε για να απορροφήσουν την παραγόμενη αιολική ενέργεια, σε ελλιπή χωροταξικό σχεδιασμό, ενώ υπάρχουν και αντιδράσεις από τοπικές κοινωνίες. Το τελευταίο τουλάχιστον δεν υφίσταται στην περίπτωση των βραχονησίδων», αναφέρει ο κ. Γιάννης Τσιπουρίδης.