Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατύπωσε ορισμένες αντιρρήσεις στον σχεδιασμό

για την ανάπτυξη της χώρας μας. Ας μη σπεύσουν να διαμαρτυρηθούν κάποιοι ότι

επιμένει, π.χ., σε εφαρμογή αντιλαϊκών μέτρων για δημοσιονομική σταθερότητα

και άλλα τέτοια. Αλλού είναι το ζήτημα. Και είναι σοβαρό.

Ζητεί λοιπόν η Επιτροπή από τους αρμόδιους συντάκτες του Εθνικού Στρατηγικού

Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) για το διάστημα 2007 – 2013 να γίνουν περισσότερο

συγκεκριμένες και συμβατές μεταξύ τους οι επιμέρους πολιτικές που αφορούν

τη βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη, τον εξορθολογισμό των υποδομών της

Παιδείας, της κατάρτισης και της διαρκούς επιμόρφωσης. Να δοθεί έμφαση στις

τεχνολογικές εξελίξεις, ώστε να βρίσκουν δουλειά οι νέοι προσφέροντας

κατάλληλες δεξιότητες για την ανάπτυξη της οικονομίας. Ζητεί ακόμη την

ενίσχυση της υγιούς επιχειρηματικότητας για διευκόλυνση των επενδύσεων σε

τομείς όπως ο τουρισμός και ο πολιτισμός, την προώθηση των απαραίτητων

διαρθρωτικών αλλαγών για την αξιοποίηση των επενδυτικών ευκαιριών της

ελληνικής περιφέρειας και την προσαρμογή της γεωργικής παραγωγής ώστε να

παράγονται προϊόντα που θα ανταποκρίνονται στα νέα διατροφικά και

περιβαλλοντικά κριτήρια.

Χρειαζόταν όμως να επέμβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να μας υποδείξει να

επενδύσουμε σωστά σε αυτούς τους τομείς, να αντιμετωπίσουμε την περιφέρεια με

τρόπο οικονομικά και κοινωνικά δίκαιο; Τόσα χρόνια όλοι ανεξαιρέτως οι

πολιτικοί φορείς, τα ερευνητικά κέντρα, οι παραγωγικές τάξεις, οι συντεχνίες,

οι πάντες αυτά δεν προπαγανδίζουν; Αυτά δεν είναι και τα αυτονόητα;

Μήπως δεν διαθέτουμε τους κατάλληλους φορείς να μελετήσουν τα προβλήματα και

να προτείνουν λύσεις; Κάποτε ήταν ισχνές οι υποδομές για την οικονομική και

κοινωνική έρευνα στη χώρα μας. Τα τελευταία χρόνια, όπως κι άλλες φορές έχω

υποστηρίξει από τη στήλη αυτή, έχουμε πολλά παραδείγματα σοβαρής δουλειάς από

ερευνητικούς φορείς. Δεν αναφέρομαι μόνο στο ΚΕΠΕ ή το Εθνικό Κέντρο

Κοινωνικών Ερευνών ή τους άλλους φορείς του Δημοσίου. Αναφέρομαι και σε αυτούς

που συνδέονται με τους διάφορους παραγωγικούς κλάδους, όπως π.χ. το ΙΟΒΕ του

ΣΕΒ, το ΙΤΕΠ των επαγγελματιών του Τουρισμού, το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ και

αρκετούς ακόμη. Μάλιστα έχει συμβεί αρκετοί από αυτούς να προσεγγίζουν τα

ζητήματα της οικονομίας υπερβαίνοντας το στενό συντεχνιακό τους πεδίο.

Αισιόδοξο σημάδι ωριμότητας και ευθύνης.

Κάποτε δεν μπορούσε ο «προοδευτικός» πολιτικός να προτείνει ευθαρσώς, π.χ., τη

συνεργασία του δημόσιου τομέα με την ιδιωτική πρωτοβουλία, την εκχώρηση

δημόσιας περιουσίας σε ξένους επενδυτές, την επιχειρησιακή διαχείριση δημοσίων

οργανισμών με ιδιωτικοοικονομικές μεθόδους και άλλα. Σήμερα, παρά τη

δικαιολογημένη ανασφάλεια μεγάλων κοινωνικών ομάδων, τις περιοδικές

διαμαρτυρίες των διαφόρων συντεχνιών, τις έντονες αντιδράσεις, τις φωνές και

τις απεργίες, τα κομματικά συνθήματα και τους λαϊκισμούς, πολλές από

τις αντιπαραγωγικές προκαταλήψεις έχουν ξεπεραστεί από την ίδια την κοινωνία

μας.

Πού βρίσκεται λοιπόν το πρόβλημα; Βρίσκεται, τουλάχιστον εν μέρει, στην

ουσιώδη αδυναμία σύνθεσης των στόχων για τους διάφορους κλάδους, τις διάφορες

περιφέρειες και κυρίως για τις διάφορες κοινωνικές ομάδες, ώστε η

οικονομική πολιτική να λάβει τον χαρακτήρα εθνικής πολιτικής. Συχνά τα

σχέδια μας πάσχουν από αποσπασματικότητα και αντιφάσεις. Οι επιμέρους

πολιτικές καθίστανται μεταξύ τους ασύμβατες, ο στόχος της μιας αναιρεί τον

στόχο της άλλης.

Μήπως λοιπόν πρέπει τώρα να αναληφθούν σοβαρές πολιτικές πρωτοβουλίες για

καλύτερο συντονισμό στον σχεδιασμό των προγραμμάτων για την οικονομία; Να

αποσαφηνισθεί πού ανήκει η ευθύνη της σύνθεσης της εθνικής πολιτικής ώστε το

κάθε υπουργείο να μη λειτουργεί ξεκομμένα, ως συντεχνιακός διαπραγματευτής

κλαδικών συμφερόντων της αρμοδιότητάς του. Πώς, ας πούμε, το υπουργείο

Απασχόλησης δεν θα υπονομεύει τις επιδιώξεις του υπουργείου Υγείας (όπως συχνά

συμβαίνει με την πολιτική για το ΙΚΑ που είναι και καταναλωτής και παραγωγός

υπηρεσιών Υγείας). Θυμηθείτε μόνο τι τράβηξε ο Αλέκος Παπαδόπουλος. Κάτι

ανάλογο συμβαίνει και μεταξύ των υπουργείων Εμπορικής Ναυτιλίας και Τουρισμού,

Γεωργίας και ΠΕΧΩΔΕ κ.ο.κ. Μήπως, παράλληλα με τους όποιους σχεδιασμούς για

τον έλεγχο της γραφειοκρατίας, την κωδικοποίηση της νομοθεσίας και τον

περιορισμό του αριθμού των υπουργείων, θα έπρεπε να εξεταστεί και η

προοπτική ομαδοποίησης των υπουργείων σε κύκλους υπό τον αντίστοιχο

συντονισμό ενδεχομένως αντιπροέδρων στην κυβέρνηση;

Ο Δημήτρης Πεπελάσης είναι οικονομολόγος.