Ώχρα, σομόν, κόκκινο, γαλάζιο, λευκό. Η παλέτα των χρωμάτων γίνεται όλο και

πιο τολμηρή στα μεγάλα νεοκλασικά σπίτια του Γιαλού, που αναστηλώνονται και

ξαναζούν τη δεύτερη νεότητά τους. Ο υπόλοιπος οικισμός, μείγμα

αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής με ενετικά στοιχεία, είναι εξίσου

εντυπωσιακός σε όψη και μέγεθος.



Νεοκλασικίζουσες προσόψεις, συμμετρικά ανοίγματα: τα παράθυρα και οι πόρτες με

τα μπαλκόνια κάνουν τα κτίρια του Γιαλού της Σύμης να μοιάζουν με πρόσωπα

ανθρώπινα. Ο οικισμός αναπτύχθηκε τον 15ο και τον 16ο αι. με πυκνή δόμηση και

θολωτά περάσματα και στα μέσα του 19ου αι. άρχισε να κατεβαίνει προς τη

θάλασσα. Τον έκτισαν τεχνίτες από την Κάρπαθο, που ήταν γνωστοί πετράδες.

Ακολουθώντας τα πρότυπα του νεοκλασικισμού, τα σπίτια έχουν κεραμοσκεπές,

αετώματα, διακοσμητικά στοιχεία και τετράγωνη κάτοψη. Είναι διώροφα εμπρός και

ισόγεια πίσω, λόγω της κλίσης του εδάφους. Τις παλαιότερες εποχές τα έβαφαν με

ασβέστη, ώχρα, λουλακί και κεραμιδί – αποχρώσεις που ξαναβλέπεις και σήμερα

στις όψεις τους που είναι βαμμένες με πιο έντονο πλαστικό χρώμα. Οι αυλές τους

ήταν στρωμένες με ντόπιες σχιστόπλακες ή βοτσαλωτά. «Το νεοκλασικό κομμάτι

είναι επηρεασμένο από τις πόλεις της Μικράς Ασίας. Ο οικισμός είναι μοναδικός

γιατί μας δείχνει πώς κατανόησαν οι Συμιακοί την αρχιτεκτονική της Μικράς

Ασίας μέσα στην τοπολογία. Αυτό το στυλ δεν το βλέπουμε αλλού – ενώ ο

νεοκλασικισμός έχει αυστηρότητα, στη Σύμη δεν είναι έτσι. Έχει συμμετρίες σε

πρώτη εικόνα, αλλά αυτές δεν είναι ο κανόνας. Και όσο περισσότερο ψάχνει

κανείς τόσο διαπιστώνει ότι δύο ίδια σπίτια δεν υπάρχουν», παρατηρεί ο

αρχιτέκτονας Δημήτρης Ζωγράφος που έχει επαναπατριστεί και δουλεύει στο νησί.

Οι αμιγώς αστικές περιοχές με τα πιο μεγάλα και πλούσια σπίτια βρίσκονται

κοντά στο Ρολόι, στο Χαράνι και στην αριστερή πλευρά της Καλής Στράτας, προς

το στηθαίο. Αρχοντόσπιτα θα δεις διάσπαρτα και στο κέντρο του Χωριού, ωστόσο

κατά κανόνα ψηλά στον οικισμό έμεναν οι φτωχότερες τάξεις. «Νεοκλασική δεν

είναι όλη η Σύμη, ο νεοκλασικός οικισμός είναι στο λιμάνι. Κατά τη γνώμη μου,

το επάνω κομμάτι του οικισμού που είναι 500 ετών και έχει μεγαλύτερη κλίμακα

είναι πιο σημαντικό αρχιτεκτονικά και διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση.

Βέβαια έχουν γίνει πολλές προσθήκες και είναι δύσκολη η ταυτοποίηση, ωστόσο

αποτελεί ενδιαφέρον μείγμα αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής με καστρόσπιτα και

ενετικά στοιχεία», λέει ο Δ. Ζωγράφος.

Η οικονομική ύφεση του νησιού που άρχισε τον 20ό αιώνα λόγω της ατμοκίνησης

που παρόπλισε τα ιστιοφόρα πλοία, οδήγησε σε μαζική μετανάστευση και

εγκατάλειψη της Σύμης από τους κατοίκους της. Οι καταστροφές του Β’ Παγκοσμίου

Πολέμου (ανατινάξεις κ.λπ.) ολοκλήρωσαν το σκηνικό της εγκατάλειψης τότε. Από

το 1975 ξένοι και Έλληνες άρχισαν να αγοράζουν και να αποκαθιστούν σπίτια και

ο οικισμός κηρύχθηκε παραδοσιακός διατηρητέος.





Προς το Πέδι και τον Πανορμίτη

Μονή του Ταξιάρχη Μιχαήλ

Δύο οδικές διαδρομές υπάρχουν στο νησί. Η μια, προς το Πέδι,

είναι μόλις 2 χλμ. Ο ασφαλτόδρομος περνάει από πεδιάδα γεμάτη αμπέλια και

ευκάλυπτους και καταλήγει στο (άλλοτε πολύ πιο ωραίο) ψαράδικο χωριό που

χτίστηκε στο βάθος του κλειστού κόλπου τον οποίο περιβάλλουν βραχώδεις όγκοι.

Έχει τρεις ταβέρνες, ένα ξενοδοχείο που συγκεντρώνει αρκετό κόσμο, γοητευτικά

ερειπωμένα σπίτια πάνω στο νερό, αλλά και αρκετά καινούργια. Αξίζει να κάνετε

την παραλιακή βόλτα μέχρι το τέλος του οικισμού και στις δύο πλευρές, για να

μπείτε στο κλίμα: οι ντόπιοι έχουν διατηρήσει τους ατμοσφαιρικούς τους

μικρόκοσμους α λα παλαιά!

Η δεύτερη διαδρομή, η μεγαλύτερη του νησιού, είναι 22 χλμ. και καταλήγει στον

Πανορμίτη. Στο ξεκίνημά της είναι ανηφορική και προσφέρει εξαιρετική

θέα στον Γιαλό και το Χωριό. Στη συνέχεια το τοπίο των βράχων δίνει τη θέση

του σε ένα ασυνήθιστο μεγάλο δάσος γεμάτο πεύκα και κυπαρίσσια που φυτρώνουν

μαζί, πάνω στα βράχια. Σε όλο τον δρόμο θα μετράτε εκκλησίες και μοναστηράκια:

την Αγία Μαρίνα, την Αγία Τριάδα, τον Προφήτη Ηλία, την Αγία Αικατερίνη, τον

Άγιο Εφραίμ, τον Άγιο Προκόπιο (άλλωστε στο νησί υπάρχουν συνολικά 135, τα

περισσότερα από τα οποία ήταν τάματα σφουγγαράδων και ναυτικών). Σημαντικό

είναι το φρουριακό μοναστήρι του Μιχαήλη (Μιχαήλ Ρουκουνιώτη) με παλιές

τοιχογραφίες και στους δύο ναούς του. Έξω από το μοναστήρι υπάρχει ένα

κυπαρίσσι – φαινόμενο: είναι, απ’ ό,τι λένε οι ντόπιοι, 850 χρόνων και

έχει αναπτυχθεί παίρνοντας σχήμα μεγάλης αγκαλιάς που μοιάζει με του πλάτανου.

Λίγο πριν από τον Πανορμίτη θα δείτε αριστερά τον δρόμο που οδηγεί στην ήσυχη

παραλία Μαραθούντα και στη συνέχεια θα κατηφορίσετε προς τον όρμο και

τη Μονή του Ταξιάρχη Μιχαήλ. Σύμφωνα με χειρόγραφα υπήρχε εκεί από τον

15ο αιώνα και χτίστηκε προς τιμήν του Αρχάγγελου Μιχαήλ, του οποίου η εικόνα,

σκεπασμένη με ασήμι και χρυσάφι, θεωρείται θαυματουργή. Ο όγκος του

συγκροτήματος και η κομψότητα του καμπαναριού, που φτιάχτηκε το 1911, είναι

εντυπωσιακά όσο και οι ιστορίες που λέγονται για την εικόνα και τον Αρχάγγελο:

αυτή που θα σας πουν όλοι είναι ότι τον λένε «κλέφτη» καθώς αν δεν του

αποδώσουν το τάμα του, εκείνος βρίσκει πάντα τρόπο να το πάρει.

Τα ημερόπλοια φέρνουν στον Πανορμίτη κάθε μέρα δεκάδες τουρίστες, ενώ πολλοί

ντόπιοι νοικιάζουν τα κελιά του συγκροτήματος του μοναστηριού, βοηθάνε στις

δουλειές και κάνουν παραθερισμό. Εντυπωσιακό είναι και το μετόχι του

Πανορμίτη, ο Μεγάλος Σωτήρης, επίσης με φρουριακή μορφή (στον δρόμο

προς τον Πανορμίτη).


Στο παλιό καρνάγιο

Η μεγάλη κατασχεμένη μαούνα που τους κάνει σκιά την ώρα που δουλεύουν λέγεται

«Lazy Days». Ταιριάζει γάντι στο σκηνικό. Ο παλιός ταρσανάς περνάει τέτοιου

είδους «τεμπέλικες» μέρες όχι γιατί το θέλουν οι άνθρωποι που δουλεύουν εκεί,

αλλά επειδή οι καιροί άλλαξαν. Η παρακμή του έχει αρχίσει εδώ και 10 χρόνια,

γιατί η Τουρκία έχει πιο φτηνά μεροκάματα και οι επισκευές ή οι κατασκευές

ξύλινων βαρκών πια δεν συμφέρουν. Ο Γιάννης Μανωλέσκος είναι από

οικογένεια καλαφατών και ένας από τους πέντε που έχουν μείνει στην Ελλάδα.

Δουλεύει εδώ και 36 χρόνια: «Όλα όσα έχω κάνει είναι με τη δουλειά μου στο

καρνάγιο – είχα τρεις αδερφές και για καθεμία έπρεπε να φτιαχτεί ένα σπίτι.

Δούλευα από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου με τρία μόνο μικρά

διαλείμματα», μου λέει σκυμμένος πάνω στον πάγκο του, δίπλα στον γαμπρό του

που φτιάχνει την καμπίνα μιας ξύλινης βάρκας. Τα τελευταία χρόνια κάνουν

κυρίως μετασκευές, επισκευές, ανελκύσεις και καθελκύσεις. «Κάποιοι ντόπιοι

έχουν ακόμη το μεράκι του ξύλου και ζητάνε ξύλινα σκαριά, οι περισσότεροι όμως

αγοράζουν πολυεστερικά που έχουν λιγότερη συντήρηση. Το ξύλο θέλει μεράκι,

όμως πλέον δεν συμφέρει ούτε η επισκευή. Θέλει 2 μήνες να παραδώσεις έτοιμο

βαμμένο ένα σκάφος και η τιμή είναι ίδια με το πλαστικό. Αυτός που το αγοράζει

δεν ενδιαφέρεται αν αυτό που παίρνει είναι έργο τέχνης. Γιατί η βάρκα η

χειροποίητη ένα ίσιο ξύλο επάνω της δεν έχει. Το ίσιο το κάνουμε στραβό…»,

λέει ο Γιάννης. Το πιο ωραίο σκάφος που έχει φτιάξει βρίσκεται στη Σύμη και

είναι ένα τρεχαντήρι ψαράδικο 8,5 μέτρων που λέγεται «Άρχων Μιχαήλ». Αυτό που

ονειρεύεται να κάνει ωστόσο πριν τελειώσει με τον ταρσανά είναι άλλο: «Θέλω να

φτιάξω μια τριήρη που να είναι μόνο κωπήλατη και με πανιά. Για να πηγαίνουμε».

Λίγα σπίτια πιο εκεί, συναντάω τον φίλο του, Μιχάλη Μισό. Μαζί έχουν

μετασκευάσει μεγάλα σκάφη – σε ένα από αυτά μάλιστα έγινε επένδυση ξύλινη σε

κερασιά και μαόνι. Ο Μιχάλης από τα 13 του ασχολείται με το ξύλο και φτιάχνει

ξυλόγλυπτα – σαλόνια, τραπεζαρίες, ταβάνια – από διάφορα είδη ξύλου όπως

μαόνι, καρυδιά, οξιά, κέδρο. «Στα έπιπλα υπάρχει περισσότερη ζήτηση. Κάνουμε

καθρέφτες, σαλόνια – ό,τι έχει σχέση με το παλιό συμιακό. Έχουμε παραγγελίες

και από Ρόδο. Όταν την αγαπάς είναι εύκολη η τέχνη. Πιο πολλές δυσκολίες

υπάρχουν στο να φέρεις το υλικό εδώ – όταν φτάνουμε στο σκάλισμα,

ξεκουραζόμαστε!», λέει.


Το Φεστιβάλ Σύμης

Σημαντικός θεσμός. Ξεκίνησε το 1995 και συνεχίζεται κάθε καλοκαίρι, δίνοντας

την ευκαιρία σε ντόπιους και τουρίστες να απολαμβάνουν συναυλίες κλασικής

μουσικής, έντεχνο ελληνικό τραγούδι, παραστάσεις χορού, κινηματογραφικές

προβολές, εκθέσεις ζωγραφικής Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών. Φέτος το φεστιβάλ

αφιερώθηκε στη νεολαία (περισσότερα στο www. symisland.com).

ΠΩΣ ΘΑ ΠΑΤΕ

Από τη Ρόδο εκτελούνται καθημερινά 1 έως 3 δρομολόγια με ιπτάμενο δελφίνι ή

άλλο ταχύπλοο, καθώς και 1 ή 2 δρομολόγια με συμβατικό πλοίο (ανάλογα με την

ημέρα). Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στις παρακάτω εταιρείες:

ΑΝΕΣ: www.anes.gr ή στα τηλ. 22410 70590

(Ρόδος) και 22460 71307 (Σύμη).

DODEKANISSOS SEAWAYS: www.12ne.gr ή στα

τηλ. 22410 37769 (Ρόδος) και 22460 71444 (Σύμη).

Από τον Πειραιά φεύγει κάθε Σάββατο στη 1 το μεσημέρι το πλοίο «Μαρίνα» της

GA FERRIES το οποίο φτάνει στο λιμάνι της Σύμης την Κυριακή στις 9 το πρωί.

ΔΙΑΜΟΝΗ

Το καλύτερο για σας θα ήταν να φιλοξενηθείτε σε ένα από τα υπέροχα σπίτια της

Σύμης. Διαφορετικά θα μείνετε σε μικρά ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια,

που υστερούν όμως σε σύγχρονες υποδομές και σέρβις.

«Αλίκη»

*«Αλίκη», στον Γιαλό (22460-71.665). Το καλύτερο ξενοδοχείο στο νησί.

Το κτίριο όπου στεγάζεται είναι του 1895. Έχει ένα πολύ ωραίο σαλόνι-αίθουσα

υποδοχής με μαρμάρινο τζάκι, ενδιαφέρουσα επίπλωση και χρωματιστό

ταβάνι-αριστούργημα. Φιλοξενεί τους επισκέπτες του σε 15 δωμάτια, από τα οποία

δύο θεωρούνται σουίτες. Θα χάσετε αν δεν ανεβείτε στην ταράτσα του!

*«Νηρέας», στον Γιαλό (22460-72.400). Μεγάλο ξενοδοχείο αμέσως μετά το

Ρολόι, με 36 δωμάτια, 4 σουίτες, την καφετέρια «Αύρα» και εστιατόριο. Αρκετά

από τα δωμάτια έχουν θέα στη θάλασσα.


«Garden studios»

*«Garden studios», στον Γιαλό (22460-72.429). Τολμηρό παιχνίδι με τα

χρώματα στο εξωτερικό του ωραίου κτιρίου, γουστόζικος κήπος με ωραίο ξύλινο

αμαξάκι.

*«Opera House», στον Γιαλό (22460-71.856). Ωραία τα κτίρια απ’ έξω και

η σκεπαστή αυλή για καφέ, αλλά το εσωτερικό των δωματίων και το επίπεδο των

υπηρεσιών έχει μείνει στη δεκαετία του ’80.

Μέσα στο Χωριό υπάρχουν το μικρό ξενοδοχείο «Fiona» (22460-72.088) και

το «Χωριό» (22460-71.800). Στο Πέδι αρκετές οικογένειες προτιμούν το

«Pedi Beach» (22460-71.981) κυρίως επειδή είναι πολύ κοντά στη θάλασσα.

Θυμίζει και αυτό δεκαετία του ’80.

Στη Σύμη νοικιάζονται και διάφορα σπίτια (βίλες τα ονομάζουν οι ιδιοκτήτες

τους). Για πληροφορίες ψάξτε στο www.symivisitor.gr και στο www.kalodoukas.gr


ΦΑΓΗΤΟ

Στο Λιμάνι

Ο χώρος της «Μυλόπετρας» εντυπωσιάζει. Ο μύλος του τέλους του 19ου αιώνα

έγινε στη συνέχεια Ηλεκτρική Εταιρεία για να καταλήξει εστιατόριο στα χέρια

ενός Γερμανού, του Hans Sworowski

«Μυλόπετρα». Ο χώρος εντυπωσιάζει: ο μύλος του τέλους του 19ου αιώνα

έγινε στη συνέχεια Ηλεκτρική Εταιρεία για να καταλήξει εστιατόριο στα χέρια

ενός Γερμανού, του Hans Sworowski, art dealer που ερωτεύτηκε το νησί πριν από

17 χρόνια. Ανοιχτή κουζίνα με όλα τα υλικά αρτίστικα τοποθετημένα μπροστά της,

μοναστηριακό τραπέζι, έργα τέχνης και παλαιά αντικείμενα στην ψηλοτάβανη

εσωτερική σάλα, τραπέζια στη δροσιά της αυλής και γεύσεις από τη Μεσόγειο όπως

τις μιξάρει ο Hans. Δοκιμάστε οπωσδήποτε το κατσικίσιο τυρί γκρατινέ που έχει

έντονη προσωπικότητα, μπούτι πάπιας Confit, σκορπιό με λιαστές ντομάτες και τη

σαλάτα Μυλόπετρα.


«Θόλος»

«Θόλος». Με ελληνική κουζίνα. Τραπέζια πολύ κοντά στο νερό και θέα στον

Γιαλό από το Χαράνι, η οποία αξίζει κάθε πρόσθετη θερμίδα!

«Μύθος» και «Μύθος στο Ακταίο». Το πρώτο βρίσκεται κοντά στην

καρδιά του Γιαλού και στη σεζόν μετατρέπεται σε ψαροταβέρνα, καθώς ο σεφ

Σταύρος Γωγιός μεταφέρεται πιο κάτω, στην ταράτσα του παλιού κινηματογράφου

του λιμανιού. Πουγκί με δύο διαφορετικά ψάρια, μάραθο και σάλτσα μπουγιαμπέσα

με σαφράν, καλαμαράκι τηγανητό με πέστο μαϊντανού, κολοκυθάκι γεμιστό με

σάλτσα μανιταριού, ψάρι φιλέτο με λαδολέμονο, δυόσμο και κάππαρη, ξιφίας ψητός

με πιπερόριζα και μέλι, γαρίδες με βινεγκρέτ φράουλα, είναι μερικά από τα

πιάτα που θα απολαύσετε μαζί με την εξαιρετική θέα. Κάθε Κυριακή, 10.00 –

13.00 κάνουν και σεμινάρια μαγειρικής.

«Νεράιδα». Για φρέσκο ψάρι.

Στο Χωριό

«Ο Γιώργος και η Μαρία». Φτιάχτηκε από την αρχή για ταβέρνα και αυτό

παραμένει εδώ και 150 χρόνια, μαζί με το 100 χρόνων αμπέλι που σκιάζει την

αυλή. Χιλιάδες φωτογραφίες στους τοίχους διηγούνται ιστορίες ξένων και Ελλήνων

που άνοιξαν τις κατσαρόλες της Μαρίας, διάλεξαν και έφαγαν καλά όλα αυτά τα

χρόνια. Η Μαρία δεν υπάρχει πια και ο Γιώργος έχει αποσυρθεί, την παράδοση

όμως συνεχίζει ο γαμπρός τους, ο Νούφρης. Δοκιμάστε τα περίφημα κρεμμύδια

γεμιστά (ήταν το πιάτο που προτιμούσε και ο Γιώργος Γεννηματάς), μουσακά με

κολοκυθάκι ωμό, κατσικάκι, ιμάμ μπαϊλντί από συνταγή σμυρναίικη, ψάρι

μαγιάτικο και το συμιακό γαριδάκι. Ανοίγει στις 19.30.

«Ο Λευτέρης». Πέρασμα και στέκι των ντόπιων και των ξένων στο Χωριό. Ο

κύριος Λευτέρης ήταν ναυτικός και έχει το καφενείο του 20 χρόνια. Εκτός από

καφέδες και αναψυκτικά, σερβίρει σαλάτες, χταποδάκι, μεζεδάκια για το ούζο.

Δίπλα, ο Γιάννης Μισός λειτουργεί περισσότερο ως καφέ μπαρ.

Μεζεδοπωλείο «Μύλος». Μεζεδάκια στο πλάι αναστηλωμένου μύλου.

Ταβέρνες θα βρείτε και στις παραλίες. Στο Νημποριό υπάρχει το «Μεταποντίς»,

στην Αγία Μαρίνα το καλό εστιατόριο που προέκυψε από τη συνεργασία ενός Γάλλου

και μιας Ιταλίδας, στο Πέδι τρεις ταβέρνες πάνω στο κύμα – ο Μιχάλης, ο Νίκος

Κατσαράς και ο Τόλης. Από μια ταβέρνα έχουν η Μαραθούντα, ο Πανορμίτης και η

Νανού.

ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ

Στο Χωριό

«Καλή Στράτα»

«Καλή Στράτα». Εξαιρετική θέα, μαγευτική ατμόσφαιρα το δειλινό και το

βράδυ, τραπέζια και πολυθρόνες πάνω στην Καλή Στράτα – τι άλλο να ζητήσεις;

Παίζει καταπληκτικές μουσικές και η Αναστασία που άνοιξε το μαγαζί το ’95

φτιάχνει εκείνο το διάσημο γλυκό της,μήλο με παγωτό, καρυδόπιτα, χαλβά και

γλυκά του κουταλιού. Το κτίριο όπου στεγάζεται εκπροσωπεί επάξια το Χωριό και

ήταν παλιά μπακάλικο. Η Αναστασία φτιάχνει και κοσμήματα που τα πουλάει στο

ωραίο μαγαζί που θα βρείτε πιο κάτω και λέγεται Καλή Στράτα Τέχνη.

«Jean and Tonic». Από την Jean με αγάπη προς Εγγλέζους πελάτες και μη.

«Γλάρος». Μπαράκι για την ντόπια νεολαία.


Στο λιμάνι

«Τσάτι». Πολύ καλό μπαράκι στο Χαράνι.

«Βαπόρι»

«Βαπόρι». Το 1988, όταν το πήραν μια Αγγλίδα καθηγήτρια και ο φίλος

της, λειτουργούσε ήδη 10 χρόνια. Ανοιχτό όλη μέρα, το βράδυ γίνεται μπαρ που

παίζει τζαζ, μπλουζ. Ωραία ιδέα οι ξένες εφημερίδες που κρέμονται στην πλάτη

από τις πολυθρόνες.


«Κατώι» ή «Αχινός»

«Κατώι» ή «Αχινός», όπως είναι το παρατσούκλι του Μιχάλη που το έχει.

Το καλύτερο σημείο για να καθήσεις είναι οι μαξιλάρες στα σκαλιά της

προβλήτας. Είναι ανοιχτό όλη μέρα και το βράδυ γίνεται μπαρ που βγάζει

τραπέζια και μπροστά στο γειτονικό φαρμακείο. Αν υπάρξει η κατάλληλη παρέα

μέσα αρχίζει χορός.

«Χαράνι». Μπαρ… μέσα κι έξω, που προτιμούν ντόπιοι και ξένοι και

κλειστό κλαμπ δίπλα όπου θα πάτε μετά τη μία. Παίζει τα πάντα – από ροκ,

μπλουζ, τζαζ μέχρι ελληνικά και νησιώτικα.

«Το Καφενείο του Πάχου». Παλιό παραδοσιακό καφενείο με γλυκά του

κουταλιού και καλό ελληνικό καφέ.

«Evoi-Evan», all day μαγαζί στην πλατεία και «Καντιρίνι». Κάποια

βράδια παίζει ρεμπέτικα, αλλά έχει και wireless Internet!

Κλειστά κλαμπ που παίζουν όλα τα είδη μουσικής είναι το «Αστάρτη» προς

το Ρολόι και το «Αλεθνί» στον δρόμο για το Πέδι.

ΧΡΗΣΙΜΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ

Κωδικός 22460 – Δημαρχείο 70110

Αστυνομία 71111 – Λιμεναρχείο 71205

info

Στην πλατεία του κάμπου στο λιμάνι, σε ένα εξαιρετικό νεοκλασικό κτίριο όπου

παλιά βρισκόταν ο κεντρικός ταρσανάς του νησιού, στεγάζεται το Ναυτικό Μουσείο

της Σύμης (ανοιχτό 11.00-14.30 και 18.00-20.00, τηλ. 22460-72.363). Έχει

εκθέματα σχετικά με τη σπογγαλιεία (σκάφανδρα, καταδυτικές στολές, είδη

σφουγγαριών, καμπανελόπετρες κ.ά.)

Στο Χωριό θα δείτε το Αρχαιολογικό και Λαογραφικό Μουσείο (ανοιχτό από τις

08.30 έως τις 15.00 εκτός Δευτέρας, τηλ. 22460-71.114). Επίσης αξίζει να

ζητήσετε να σας ανοίξουν το παλιό φαρμακείο, τη «Σπετσαρία», που στεγάζεται σε

χαρακτηριστικό κτίριο της Σύμης.