EYPYTATH, ασφαλώς, είναι η συναίνεση τόσο στα κόμματα όσο και στους

πολίτες για την ανάγκη μιας νέας αναθεώρησης του Συντάγματος. Δυστυχώς, από

μόνη της η συναίνεση δεν αποτελεί εγγύηση επιτυχίας. Τρανταχτό παράδειγμα η

τελευταία αναθεώρηση, όπου με τη συναίνεση αν όχι με την πλειοδοσία των

κομμάτων έγιναν οι ρυθμίσεις για τον βασικό μέτοχο και το ασυμβίβαστο των

βουλευτών, που τώρα όλοι ομολογούν ότι υπήρξαν ατυχείς.

H αλλαγή αυτών των άρθρων του Συντάγματος αποτελεί, βέβαια, το πρώτο

για το οποίο θα πρέπει να συζητήσει η Βουλή. Ταυτόχρονα όμως έχουν εκ των

πραγμάτων τεθεί και νέα ζητήματα για τα οποία η ελληνική κοινωνία είναι πλέον

ώριμη για αλλαγές ουσίας. Από τα πρώτα, ο διαχωρισμός της Εκκλησίας από το

Κράτος – κάτι το οποίο σχετίζεται άμεσα με τα ατομικά δικαιώματα, αποτελεί

όμως ταυτόχρονα αίτημα φωτισμένων ιεραρχών σαν τον μοναδικό τρόπο απαλλαγής

της ίδιας της Εκκλησίας από γραφειοκρατικές αγκυλώσεις.

ΣΕ υψηλή προτεραιότητα επίσης είναι χωρίς αμφιβολία το θέμα του

εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος και από τη σκοπιά της αποκέντρωσης και

της ενίσχυσης του αναπτυξιακού δυναμικού των τοπικών κοινωνιών, αλλά και για

την αντιμετώπιση – επιτέλους – του μαύρου πολιτικού χρήματος.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ και για τα δύο ζητήματα απαιτείται σοβαρός και σε βάθος

προβληματισμός – είναι φανερό όμως ότι η κυβέρνηση ανέσυρε το χαρτί της

αναθεώρησης σε μια προσπάθεια αντιπερισπασμού και μόνο. Έτσι, στο λίγο

διάστημα που απομένει, το πιθανότερο είναι να παρακολουθήσουμε μία μάχη

εντυπώσεων μεταξύ των κομμάτων. Ήδη ο ένας υπουργός μετά τον άλλο έχουν

αρχίσει να κάνουν προσωπική πολιτική με προτάσεις ευκαιρίας. Σαν να πιστεύουν

ότι θα μπορούμε κάθε πέντε χρόνια να διορθώνουμε τα λάθη της προηγούμενης

αναθεώρησης!