Εικόνα από εξοχή; Πλέον μπορεί να τη συναντήσετε και στο κέντρο της Αθήνας

Αυτός θα μπορούσε να είναι ο τίτλος σειράς θεμάτων που βλέπουμε να παρουσιάζει

τις ημέρες αυτές η πρωινή ενημερωτική εκπομπή του Mega με πρωταγωνίστριες

κυρίες της τρίτης ηλικίας. Προχθές μια γιαγιά ήταν η ψυχή της οικογενειακής

επιχείρησης δαιμόνιου Έλληνα, ο οποίος διανέμει τα προϊόντα που εκείνη

παρασκευάζει (σπιτικά γλυκά, πίτες, ζυμαρικά και άλλα καλούδια) μέσω Ίντερνετ.

Την επομένη μια άλλη – πατημένα τα 75 έτη – ήταν σκαρφαλωμένη σε ελιά από

εκείνες που έχουν φυτευτεί στους αθηναϊκούς δρόμους και σε απευθείας σύνδεση

με το στούντιο εξηγούσε ότι μαζεύει τους καρπούς από τις ελιές των Αθηνών –

τις θεωρεί ελαιώνα της αφού η πόλη τις θέλει για στολίδι – και βγάζει λάδι το

οποίο πουλάει.

Πάνω από ένας τόνος η συγκομιδή της. Τετραπέρατη η ελαιομαζώχτρα

γιαγιάκα γινόταν καθρέφτης μιας κοινωνίας που αστικοποιήθηκε με τόση βιάση,

ώστε τα δέντρα που κάποτε αποτελούσαν την πολυτιμότερη περιουσία της έγιναν

απλώς η βιτρίνα της αστικής ψευτοευημερίας της. Με αξιοζήλευτη άνεση, σκασμένη

στα γέλια, ροδομάγουλη και περήφανη για τις ακροβατικές της ικανότητες να

σκαρφαλώνει στις ελιές σε τέτοια ηλικία, η γιαγιά αξιοποιούσε μια περιουσία

από τα «αζήτητα» της πόλης. Την επόμενη ημέρα άλλη γιαγιά ζύμωνε ψωμιά και

πίτες μπροστά στον φακό. Ανασκουμπωμένη και αυτή επιδείκνυε την τέχνη της σε

απευθείας σύνδεση με το στούντιο.

Μια υπερδραστήρια τρίτη ηλικία που όχι μόνο δεν έχει παροπλιστεί, αλλά

γίνεται και μόδα. Γιατί προσφέρει ακριβώς αυτό που έχει λείψει από τη σύγχρονη

ζωή: την ανάμνηση του αυθεντικού, της γεύσης που είχε η μητρική αγάπη όταν

έφτανε με δέματα σ’ εκείνους που ρίζωσαν στις πόλεις μετά τα φοιτητικά τους

χρόνια, της γεύσης που είχαν οι παιδικές διακοπές με τη γιαγιά εκείνων που

άφησαν την προγονική γη για ένα διαμέρισμα, την ανάμνηση της γεύσης που είχε

το ψέμα για το γλυκό που έλειπε από το βάζο – αυτή ήταν η νοστιμότερη.

Την εποχή που το πιάτο μας έχει γίνει ο «μπαμπούλας» της ευημερίας, που

οι ευαγγελάτειες αποκαλύψεις μάς στέλνουν να φυτεύουμε όσπρια στις γλάστρες

για να ‘μαστε σίγουροι, την εποχή που οι τρελές αγελάδες και τα κρυωμένα

πουλερικά έκαναν τον πολιτισμό να ξεχάσει τη δύσκολη καθαριότητα της αγροτικής

κουζίνας, τη σαλμονέλα, τη μούχλα των υπογείων που άλλωστε στάθηκε αφορμή για

γκουρμέ ανακαλύψεις – ροκφόρ κ.λπ. – αυτή την εποχή οι σφύζουσες από

ζωτικότητα μαμάδες του έθνους θυμίζουν τις βασικές αρχές της οικιακής

οικονομίας και της οικονομικής γαστρονομίας.

Να που το ντουλάπι της γιαγιάς δεν είναι μόνο παραμυθένια ανάμνηση, μπορεί να

είναι και η λύση στις άγριες επιθέσεις του καπιταλισμού στην υγεία, την ψυχική

ισορροπία και την τσέπη μας. Και το καλύτερο είναι ότι η τρίτη ηλικία

προσφέρει την εμπειρία και τις πρακτικές γνώσεις της για να βελτιωθεί η

ποιότητα της ζωής εκείνων που έχουν την τάση να την παροπλίζουν.

Μήπως οι εκδρομές του Μαμαλάκη στις γεύσεις των εξοχών του τόπου δεν

είχαν πρώτες ξυπνήσει τη νοσταλγία για τους χαμένους παραδείσους; Να που τα

ρεπορτάζ της πρωινής εκπομπής του Mega δείχνουν πως τα κλειδιά (των

παραδείσων, τουλάχιστον των γευστικών) τα κρατούν ακόμη οι μαμάδες.

Σαν τα παράδοξα της πόλης

H αλήθεια είναι πως τα ρεπορτάζ του είδους προβάλλονται σαν νοσταλγικό

φολκλόρ, σαν τα παράδοξα της πόλης, κάτι σαν τους κροκοδείλους των μπαλκονιών,

το ίδιο και η γιαγιά του ελαιώνα των αθηναϊκών πεζοδρομίων, παράταιρα

υπολείμματα μιας άλλης ζωής σε έναν άλλο «πλανήτη». Κι όμως, η επιχειρηματική

δραστηριότητα που αναπτύσσεται γύρω από την έννοια του «αυθεντικού»

αποδεικνύει πως αναδύεται μια νέα κοινωνική ανάγκη – η αναζήτηση της

ξεχασμένης γεύσης και μαζί η αναζήτηση της ξεχασμένης μαγείας του κόσμου.

Μπορεί για την τηλεόραση οι γιαγιάδες στην κουζίνα να πλάθουν κουλουράκια

και να σιροπιάζουν ρεβανί να είναι εικόνα νοσταλγίας, ενίοτε και αφορμή για

χιούμορ, είναι όμως, ανεξαρτήτως από τις πιεστικές τάσεις της αγοράς, και

εικόνα που θυμίζει τις αξίες ενός αυθεντικού τρόπου ζωής και αυτό κρατάμε.