H ΘΕΡΙΝΗ περίοδος των «μεταρρυθμίσεων» προσέφερε αρχικώς κάποια αίγλη

στη μέχρι πρότινος άγονη «νέα διακυβέρνηση». Αποτέλεσε ένα είδος επανεκκίνησης

για την κυβέρνηση Καραμανλή, σε χρόνο κατά τον οποίο εμφάνιζε σημάδια κόπωσης

και αδυναμίας.

Προϊόντος του χρόνου, όμως, και αυτή η προσπάθεια επανεκκίνησης χάνει τη

δυναμική της. Στημένες στο πόδι οι καραμανλικές «μεταρρυθμίσεις», χωρίς

επεξεργασία βαθιά, μη ενταγμένες σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανασυγκρότησης της

οικονομίας, με υπερασπιστές λιγοστούς και διεκπεραιωτές μέτριους χωρίς γνώση

και πίστη, δεν ήταν δυνατόν να κερδίσουν την κοινωνία.

Αναπτυσσόμενες υπέστησαν φθορά απίστευτη και ενώ εκ πρώτης όψεως φαινόταν ότι

εξασφάλιζαν την υποστήριξη της κοινωνίας, τώρα τα πράγματα δείχνουν

διαφορετικά. H λύση του Ασφαλιστικού των τραπεζών επλήγη κατά τρόπο ευθύ από

τον πρώην πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Μιλτ. Έβερτ και περιέπεσε σε

αναξιοπιστία. Σήμερα οι περισσότεροι πιστεύουν πως έγινε προς χάριν

συγκεκριμένων τραπεζών.

Με το ωράριο

Ανάλογη διάβρωση υπέστη και η προσπάθεια διεύρυνσης του ωραρίου των

καταστημάτων. Προωθήθηκε ως απαίτηση της κοινωνίας, αλλά όταν έγιναν

αντιληπτές οι παρενέργειες, προκάλεσε την ενόχληση και τη δυσφορία των

πολιτών. Σήμερα άνω του 50% διαφωνεί με τη διεύρυνση του ωραρίου και μόλις

30%, ο σκληρός πυρήνας των νεοδημοκρατών ψηφοφόρων, την υπερασπίζει για λόγους

κομματικού πατριωτισμού.

Πολύ μεγαλύτερη φθορά υφίσταται η κυβέρνηση από την προσπάθεια διευθέτησης του

χρόνου εργασίας και μείωσης του κόστους των υπερωριών. H συντριπτική

πλειονότητα των πολιτών τις αντιλαμβάνεται ως κατάργηση του οκταώρου και ως

μηχανισμό καταστρατήγησης των εργατικών δικαιωμάτων. Επιπλέον, σημαντική

μερίδα των εργαζομένων θα δει το εισόδημά της να μειώνεται τουλάχιστον κατά

10% από την επαναφορά της υπερεργασίας και την υποχώρηση των υπερωριακών

αμοιβών. Όσο και αν οι κ.κ. Καραμανλής και Παναγιωτόπουλος ρητορεύουν για τις

«μεταρρυθμίσεις», δεν μπορούν να δικαιολογήσουν επαρκώς την εισοδηματική

αφαίμαξη – ειδικά σε περιόδους κερδοφορίας αρκετών επιχειρήσεων.

Ξεφτίζει

Όταν δεν υπάρχει αντιστάθμισμα, όταν οι εργαζόμενοι καλούνται συνεχώς να

δίνουν χωρίς να παίρνουν το παραμικρό, η γοητεία της «μεταρρύθμισης» ξεφτίζει,

αντιμετωπίζεται με καχυποψία, δεν κινητοποιεί, δεν δημιουργεί ρεύμα ούτε γεννά

υπερασπιστές στην κοινωνία, οι οποίοι συνήθως επιβεβαιώνουν και νομιμοποιούν

στην πράξη πολιτικές αναγκαίες και μεγάλες.

Θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο αν όντως οι μεταρρυθμίσεις ήταν ιεραρχημένες

και πειθαρχημένες, αν ήταν ευθέως συνδεδεμένες με το δημοσιονομικό πρόβλημα,

αν κατέτειναν πραγματικά σε μεταβολή των συνθηκών στην οικονομία, αν μετέδιδαν

την αίσθηση συνεκτικού και συνεπούς σχεδίου εξόδου από την κρίση.

Επικοινωνιακές ανάγκες

Αποσπασματικά, όπως αξιοποιείται το εύρημα των «μεταρρυθμίσεων», δεν αποδίδει

τα προσδοκώμενα, δεν δίνει λύσεις και διεξόδους. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που

πιστεύουν ότι οι «μεταρρυθμίσεις» ήλθαν στο προσκήνιο μόνο για τις ανάγκες της

επικοινωνίας και για τούτο κινδυνεύουν να ευτελισθούν.

Στον βαθμό που το φθινόπωρο, υπό την πίεση των δημοσιονομικών συνθηκών,

επιβληθούν νέα εισπρακτικά μέτρα, το περιβάλλον γι’ αυτές θα γίνει

δυσμενέστερο, σχεδόν εχθρικό. Αν έτσι εξελιχθούν τα πράγματα, αν η κυβέρνηση

απαξιώσει και τις μεταρρυθμίσεις, τότε θα περιπέσει σε αδιέξοδο. Μάλιστα, έχει

εξαιρετική σημασία ο χρόνος.

Στην πολιτική, είναι διαπιστωμένο πως η στάση των πολιτών απέναντι στις

κυβερνήσεις προσδιορίζεται με τη συμπλήρωση των πρώτων δύο ετών. Ήδη μετά 17

μήνες, η νεοδημοκρατική διακυβέρνηση υφίσταται φθορά, ανεξαρτήτως αν το ΠΑΣΟΚ,

σοκαρισμένο ακόμη από την ήττα, δεν απορροφά αξιόλογα κέρδη.

Το επόμενο διάστημα μέχρι τον Απρίλιο του 2006, ειδικότερα κατά τη διάρκεια

του προσεχούς φθινοπώρου και του χειμώνα που ακολουθεί, θα σχηματοποιηθεί η

κρίση των πολιτών. Θα φανεί αν η σημερινή, πρώτη δυσφορία μετατραπεί σε

καταδίκη. Από όσα θα συμβούν αυτό το διάστημα, θα κριθεί προς τα πού θα γείρει

η πλάστιγγα, θα φανεί πράγματι πόσο πείθει η κυβέρνηση Καραμανλή και πόσο το

ΠΑΣΟΚ μπορεί να αναδειχθεί σε ισχυρή εναλλακτική λύση διακυβέρνησης.

Το γνωρίζουν αυτό και στη Ρηγίλλης και στη Χαριλάου Τρικούπη. Και για τούτο, η

πολιτική μάχη θα ενταθεί το προσεχές διάστημα, θα λάβει διαστάσεις μεγάλες.

Από την έκβασή της πολλά θα κριθούν. Ίδωμεν.