«Τριάντα λεπτά ειλικρινούς διαλόγου θα αρκούσαν για να τελειώσει αυτός ο

πόλεμος», είχε δηλώσει μόλις πρόσφατα ο Ασλάν Μασχάντοφ. Δεν είναι λοιπόν να

απορεί κανείς που ο θάνατός του γεμίζει χαρά τους εξτρεμιστές – Ρώσους και

Τσετσένους, ταυτόχρονα. Είναι όμως να πονηρεύεται…

Ασλάν Μασχάντοφ. Ενσάρκωνε τη μετριοπαθή πτέρυγα του τσετσενικού

αυτονομιστικού κινήματος και ζητούσε επίμονα διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν

H απόφαση για την εξόντωση του Ασλάν Μασχάντοφ, ο οποίος ενσάρκωνε τη

μετριοπαθή πτέρυγα του τσετσενικού αυτονομιστικού κινήματος, ελήφθη σύμφωνα με

τον ρωσικό Τύπο «σε ανώτατο επίπεδο» – δηλαδή από τον ίδιο τον Βλαντίμιρ

Πούτιν – για λόγους απολύτως άσχετους με την επιδίωξη της ειρήνης. Ο

Μασχάντοφ, πρώην αξιωματούχος του σοβιετικού πυροβολικού και δημοκρατικά

εκλεγμένος (το 1997) πρόεδρος της Τσετσενίας, είχε διακόψει κάθε σχέση με τον

Σαμίλ Μπασάγιεφ, τον ηγέτη των Τσετσένων ισλαμιστών που διεκδικεί με

υπερηφάνεια όλες τις ομηρείες και τις επιθέσεις εναντίον ρωσικών στόχων –

ειδικά για την ομηρεία στο σχολείο του Μπεσλάν, ο Μασχάντοφ είχε δηλώσει πως ο

Μπασάγιεφ επρόκειτο να διωχθεί ποινικά για αυτό μετά τον πόλεμο. Επιπλέον,

είχε κηρύξει τον τελευταίο μήνα μία κατάπαυση του πυρός που είχε γίνει

απολύτως σεβαστή και ζητούσε επίμονα διαπραγματεύσεις. Σύμφωνα λοιπόν με τη

φιλελεύθερη εφημερίδα «Ιζβέστια», το Κρεμλίνο φοβόταν ότι η Δύση θα άρχιζε να

τον βλέπει «σαν τον ηγέτη ενός τσετσενικού Σιν Φέιν» – της πολιτικής πτέρυγας

του IRA – και ενδεχομένως θα πίεζε για διάλογο. «Ενώ τώρα», καταλήγει η

«Ιζβέστια», «το ρωσικό επιχείρημα είναι αδιαμφισβήτητο: πράγματι, δεν υπάρχει

συνομιλητής». H ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε χθες στην ιστοσελίδα των Τσετσένων

ανταρτών το επιβεβαιώνει: «Ο Μασχάντοφ ήταν ο μόνος που πίστευε ότι μπορεί

κανείς να συζητήσει ακόμα με τη Μόσχα. Στο εξής, δεν θα υπάρξουν τέτοια άτομα

στην Τσετσενία».


Οι θεωρίες συνωμοσίας

Βλαντίμιρ Πούτιν. Χωρίς την ύπαρξη Τσετσένου συνομιλητή, οι Δυτικοί δεν

μπορούν πλέον να πιέσουν τη Μόσχα για διάλογο

Ο Μασχάντοφ σκοτώθηκε την Τρίτη σε ένα χωριό δέκα χιλιόμετρα βόρεια του

Γκρόζνι. Αξιωματούχοι της ρωσικής υπηρεσίας πληροφοριών FSB υποστήριξαν πως

σκοτώθηκε από χειροβομβίδα, την οποία έριξαν μέσα στο υπόγειο καταφύγιο όπου

κρυβόταν. Ο Πούτιν ετοιμάζεται να μοιράσει μετάλλια. Μια άλλη θεωρία θέλει τον

Μασχάντοφ να δέχθηκε τη μοιραία βολή από τον σωματοφύλακά του, κατόπιν

προγενέστερης εντολής του ίδιου, καθώς δεν ήθελε επ’ ουδενί να συλληφθεί. Σε

κάθε περίπτωση, σχολιάζει η «Μοντ», το αποτέλεσμα κινδυνεύει να είναι το ίδιο:

«περισσότερες σφαγές, περισσότερη τρομοκρατία, περισσότερη δυστυχία σε όλο τον

Βόρειο Καύκασο, στη Ρωσία ή και αλλού». Σύμφωνα με την ίδια εφημερίδα, ο

θάνατος του Μασχάντοφ ενισχύει τις υποψίες που εκφράζουν συχνά οι απλοί

Τσετσένοι (και όχι μόνο) περί μίας συνωμοσίας, στην καλύτερη περίπτωση

ακούσιας, ανάμεσα στον Μπασάγιεφ και τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες – που

επιθυμούν τη συνέχιση του πολέμου διότι αυτό ουσιαστικά εξυπηρετεί τον Πούτιν

και τη δημόσια εικόνα του. Διάδοχος του Μασχάντοφ χρίστηκε χθες από τον

Μπασάγιεφ (κι αυτό έχει τη σημασία του) ο σεΐχης Αμπντούλ Χαλίμ, «επικεφαλής

του ανωτάτου δικαστηρίου για τη σαρία», ένας άνθρωπος σχεδόν άγνωστος ακόμα

και στον χώρο των ανταρτών.



Κομμένο κεφάλι πάνω σε δίσκο

H ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ Επιτροπή υποδέχθηκε την είδηση του θανάτου του Μασχάντοφ με

τη συνήθη σε αυτές τις περιπτώσεις αμηχανία, ζητώντας «διευκρινίσεις»… Ο

Γάλλος φιλόσοφος Αντρέ Γκλικσμάν εμφανίστηκε απλώς οργισμένος: «Στο τέλος της

τελευταίας του νουβέλας «Χατζή Μουράτ»», έγραψε στη «Μοντ», «ο Λέων Τολστόι

παρουσιάζει, εν είδει λογοτεχνικής και πολιτικής διαθήκης, την εξής σκηνή:

κομίζουν σε έναν δειλό τσάρο πάνω σε δίσκο το κομμένο κεφάλι του ευγενούς

Τσετσένου ηγέτη. Ο Ασλάν Μασχάντοφ πέθανε στο χωριό του Τολστόι, Γιουρτ. H

Τσετσενία έχασε τον Ντε Γκωλ της. Εμείς χάσαμε, λίγο περισσότερο ακόμα, την

τιμή μας».