Αύξηση των ασθενειών που οφείλονται στον αμίαντο παρατηρείται στην Ελλάδα!

Αυτό προκύπτει από στοιχεία νοσοκομείων, τα οποία έρχονται για πρώτη φορά στη

δημοσιότητα.

Οι ειδικοί μάλιστα προειδοποιούν ότι ακόμα βρισκόμαστε στην αρχή εκδήλωσης των

νόσων αμιάντου, αφού τα συμπτώματά τους εκδηλώνονται 15 – 20 χρόνια μετά την

έκθεση των εργαζομένων στο καρκινογόνο υλικό.

«Οι ασθένειες που οφείλονται στον αμίαντο θα χρειαστούν περισσότερο από έναν

αιώνα για να εξαλειφθούν», λέει στα «NEA» ο πνευμονολόγος – διευθυντής στη

Μονάδα Επαγγελματικών Νόσων και Φυματίωσης του Σισμανόγλειου Νοσοκομείου κ.

Μιχάλης Πατενταλάκης. Και συνεχίζει: «Τα περιστατικά εργαζομένων που νοσούν

εξαιτίας του αμιάντου αναμένουμε ότι θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια. Άλλωστε

κάθε χρόνο παρατηρούμε μικρή αλλά σταθερή αύξηση. Κι αυτό αυτό διότι μόλις

τώρα εκδηλώνονται τα συμπτώματα της έκθεσης στον αμίαντο, αφού παλαιότερα δεν

λαμβάνονταν μέτρα ασφαλείας. Ένας ακόμη λόγος είναι επειδή υπάρχουν γιατροί

εργασίας πλέον σε εργοστάσια και εταιρείες και στέλνουν στα νοσοκομεία

ασθενείς για τους οποίους υποψιάζονται ότι έχουν νοσήσει από αμίαντο».

Χωρίς στοιχεία

Στοιχεία για εργαζομένους που νοσούν κάθε χρόνο εξαιτίας του αμιάντου

υπάρχουν, αν και δεν συγκεντρώνονται συνολικά από κανέναν. «TA NEA»

παρουσιάζουν για πρώτη φορά αμιαντώσεις (φλεγμονή του πνεύμονα που καταλήγει

σε αναπνευστική ανεπάρκεια) και μεσοθηλιώματα (μορφή καρκίνου του πνεύμονα),

ασθένειες δηλαδή που οφείλονται στον αμίαντο και έχουν καταγραφεί από τέσσερα

νοσοκομεία της χώρας τα τελευταία χρόνια.

H Μονάδα Επαγγελματικών Νόσων του Σισμανόγλειου – η μοναδική στην Ελλάδα –

καταγράφει περίπου 27 αμιαντώσεις κατά μέσον όρο κάθε χρόνο και περίπου 3

μεσοθηλιώματα, περιστατικά που παρουσιάζουν σταθερή αύξηση την τελευταία

πενταετία. Το 2001 31 πολίτες διαγνώστηκε ότι έχουν αμιάντωση και 4

μεσοθηλίωμα, ενώ έως το τέλος Σεπτεμβρίου 2004 σε 25 είχε διαγνωστεί αμιάντωση

και σε 2 μεσοθηλίωμα.

Περιπτώσεις αμιαντώσεων φθάνουν και στο Θριάσιο Νοσοκομείο, όπου την τελευταία

τετραετία έχουν καταγραφεί 6, καθώς και 5 μεσοθηλιώματα. Την ίδια στιγμή, η 4η

Πνευμονολογική Κλινική του Νοσοκομείου «Σωτηρία» κατέγραψε πέρυσι 2

μεσοθηλιώματα σε εργαζομένους από την Εύβοια.

Έλλειψη μέτρων ασφαλείας και ενημέρωσης για τους κινδύνους του αμιάντου

εξακολουθεί να υπάρχει πάντως, σημειώνει ο κ. Πατενταλάκης. Όπως προσθέτει,

εργαζόμενοι σε οικοδομές αλλά και σε ναυπηγεία που εκτίθενται σε αμίαντο

έρχονται στο Σισμανόγλειο και «μάς λένε ότι δεν φορούν ειδικές στολές και

μάσκες όταν έρχονται σε επαφή με το επικίνδυνο υλικό».

Για ανεπαρκή έως ανύπαρκτα μέτρα ασφαλείας των εργαζομένων μιλάει και ο

γιατρός εργασίας στο Θριάσιο Νοσοκομείο κ. Σπύρος Κωστόπουλος. «Δυστυχώς

σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι που έρχονται στο νοσοκομείο μάς ενημερώνουν ότι δεν

έπαιρναν προφυλάξεις για τον αμίαντο».

MAPTYPIA

Δεν μας ενημέρωσαν για τους κινδύνους

Αθ. Τσετσέκος. «Δυσκολεύομαι να περπατήσω και έχω δύσπνοια. Κανείς δεν μας

είπε να προσέξουμε»

«ΕΡΓΑΖΟΜΟΥΝ ως ξυλουργός στον Δήμο Κερατσινίου και πριν από 20 χρόνια

μού ανατέθηκε να σκεπάσω ένα κτίριο του δήμου με φύλλα ελλενίτ που περιείχαν

αμίαντο. Στον ίδιο χώρο για 15 χρόνια λειτουργούσε το ξυλουργείο και

εργαζόμουν εκεί αρκετές ώρες. Το 2001 έμαθα ότι έχω προσβληθεί από αμιάντωση.

Κανένας όμως δεν με είχε ενημερώσει για τους κινδύνους του αμιάντου…». H

περίπτωση του ξυλουργού κ. Αθανάσιου Τσετσέκου είναι μία τις πολλές που

φτάνουν στα νοσοκομεία λόγω της έλλειψης ενημέρωσης και μέτρων ασφαλείας για

το τοξικό υλικό. Όπως θυμάται ο κ. Τσετσέκος, «κανένας από τους εργαζομένους

που συμμετείχαν τότε στις εργασίες δεν πήρε κάποια μέτρα ασφαλείας. Κανένας

από τον δήμο δεν μας είχε πει να προσέξουμε τον αμίαντο…». Από το 2001,

σημειώνει, που διαγνώστηκε η πάθησή του έπειτα από μία τυχαία ακτινογραφία

θώρακος για άλλον λόγο, η κατάστασή του επιδεινώνεται. «Φουσκώνω, δυσκολεύομαι

να περπατήσω και έχω δύσπνοια. Όσο για τον δήμο – εναντίον του οποίου έχει

προσφύγει δικαστικά – δεν μου έδωσαν καμία σημασία υποστηρίζοντας ότι δεν

ήμουν συνέχεια στον χώρο με το ελλενίτ».