1. H εύκολη λύση

Στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία η καθιέρωση ενός αξιόπιστου, κοινωνικά δίκαιου

και εκπαιδευτικά αποτελεσματικού συστήματος εισαγωγής στην Τριτοβάθμια

Εκπαίδευση παραμένει μεγάλο ζητούμενο. Αφορά εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες

κάθε χρόνο. Έτσι κυβερνήσεις και κόμματα αντιμετωπίζουν τον ίδιο πειρασμό: να

αλλάξουν το σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, να το προσαρμόσουν στις

διαθέσεις της «κοινής γνώμης». Αυτός είναι ο εύκολος δρόμος. Δεν είναι ωστόσο

ο ενδεδειγμένος. Πριν από οποιεσδήποτε αλλαγές χρειάζεται να συζητήσουμε

σοβαρά. Να αξιολογήσουμε νηφάλια το μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενο σύστημα, να

διατηρήσουμε τα στοιχεία που το έχουν καταξιώσει ως ένα από τα ελάχιστα

αδιάβλητα συστήματα επιλογής ανθρώπινου δυναμικού. Χρειάζονται επίσης

προτάσεις για το εύρος της γνωστικής βάσης των μαθητών, τη δυνατότητα επιλογών

των υποψηφίων αλλά και τον ρόλο των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων.

H συζήτηση αυτή είναι ανάγκη να ενταχθεί σε ένα γενικότερο διάλογο που θα

αφορά τα ουσιώδη: την ποιότητα σπουδών, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

μονάδων και του εκπαιδευτικού έργου, την πιστοποίηση των τίτλων, τη σύνδεση

της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της κοινωνίας, της εργασίας, της οικονομίας.

Άρα το εξεταστικό θα πρέπει να είναι η κατάληξη και όχι το ξεκίνημα. H

αποσπασματική τροποποίησή του όχι μόνο δεν βελτιώνει, αλλά καταλήγει σε

αντιφάσεις που ταλαιπωρούν μαθητές και εκπαιδευτικούς.

Δυστυχώς η κυβέρνηση της N.Δ. δεν ακολούθησε τον δρόμο της ουσίας. Προτίμησε

τα εύκολα. Ξεκινώντας μάλιστα από διάθεση εντυπωσιασμού των ψηφοφόρων και με

κάποια ροπή προς τον λαϊκισμό προχώρησε στην άμεση παροχή εξεταστικών

«λύσεων», που εμφανίζονται να μειώνουν την προσπάθεια των μαθητών. Οι νέες

εξαγγελίες για το εξεταστικό οδηγούν τελικά σε αναδρομή στο παρελθόν καθώς:

– ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ την αρχή της εξέτασης των υποψηφίων σε περιορισμένο αριθμό

μαθημάτων, που δεν διασφαλίζουν εκ τεκμηρίου γνωστική επάρκεια.

– ΑΚΥΡΩΝΟΥΝ τη δυνατότητα των υποψηφίων να επιλέγουν οι ίδιοι τούς

συνδυασμούς μαθημάτων στους οποίους θέλουν να εξετασθούν, ανάλογα με τις

κλίσεις τους αλλά και τις ακαδημαϊκές απαιτήσεις των Τμημάτων για τα οποία

ενδιαφέρονται.

– ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ να μη λαμβάνουν υπόψη τους τα ελληνικά τριτοβάθμια

ιδρύματα, που από καιρό έχουν διατυπώσει το αίτημα να έχουν λόγο στην επιλογή

των φοιτητών τους.

H κυβέρνηση δηλαδή βαφτίζει εκπαιδευτικές καινοτομίες τις αναπαλαιώσεις του

παλιότερου συστήματος.

2. Ο ρόλος του Λυκείου

H συζήτηση είναι ανάγκη να ξεκινήσει από τον ρόλο του Λυκείου. Ο στόχος είναι

να αναβαθμισθεί το Λύκειο ώστε το άγχος των εξετάσεων να μην αποτελεί το

κυρίαρχο στοιχείο σπουδών και να μην οδηγούνται οι νέοι στα φροντιστήρια. H

αναβάθμιση θα πρέπει να συνοδεύεται από μια αναθεώρηση της δομής του. Ο δρόμοι

είναι δύο: στη μια περίπτωση είναι ανάγκη να προσδιορισθεί σαφώς ο διπλός

ρόλος του Λυκείου: Γενική Παιδεία και ταυτόχρονη προετοιμασία για τις

Εισαγωγικές Εξετάσεις στα AEI και ATEI. H δεύτερη πρόταση παραπέμπει στην

ανάγκη να διαμορφωθεί ένα έτος σπουδών συστεγαζόμενο, αλλά εκπαιδευτικά

προσανατολισμένο μόνο προς την προετοιμασία των υποψηφίων στα επιλεγμένα

μαθήματα.

Στην πρώτη περίπτωση αναδιπλώνουμε τα έως τώρα ισχύοντα συστήματα με

αυξομειώσεις μαθημάτων και δοκιμασιών, ενδεχομένως πολιτικά επωφελείς αλλά

εκπαιδευτικά εκρηκτικές. Έτσι οδηγούμε τους μαθητές σε αναζήτηση νέων

εξωσχολικών οχημάτων μαθησιακής ενίσχυσης, ενώ οι γονείς συνεχίζουν να

καταθέτουν αγωνιωδώς τον οβολό τους για να καλύψουν τα ελλείμματα της Δημόσιας

Εκπαίδευσης. Στη δεύτερη περίπτωση, οφείλουμε να σκεφτούμε τα πλεονεκτήματα

και τα μειονεκτήματα του περιορισμού της υποχρεωτικής λυκειακής εκπαίδευσης σε

δύο σχολικά έτη με ενδοσχολική αξιολόγηση για το απολυτήριο του Λυκείου. Έτσι

το τρίτο έτος θα μπορούσε να αποτελέσει το στάδιο προετοιμασίας για τις

εξετάσεις μετάβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Στη διάρκεια του τρίτου έτους

ο χρόνος διδασκαλίας στο σχολείο και ο χρόνος μελέτης υποψηφίων για τα

επιλεγμένα μαθήματα θα είναι τόσο αυξημένος, που οποιαδήποτε εξωσχολική

ενίσχυση θα είναι περιττή.

Σοβαρό αντεπιχείρημα σε μια τέτοια πρόταση είναι η καθιέρωση της παρέμβασης

των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων στο Λύκειο. Αυτό πράγματι ισχύει. Όμως η παρέμβαση

θα περιορίζεται στον σχεδιασμό των αναλυτικών προγραμμάτων – κάτι που

συνέβαινε και στο παρελθόν – και θα αφορά μόνο το τελευταίο έτος προετοιμασίας

των υποψηφίων.

Παράλληλα χρειάζεται να αναβαθμισθεί ο εκπαιδευτικός ρόλος των Τεχνικών

Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (TEE). Γιατί οι μαθητές των TEE να μην έχουν τη

δυνατότητα πρόσβασης στα AEI; Ποιο είναι το καταλληλότερο πρόγραμμα σπουδών

για να τους προετοιμάσει για τις Πολυτεχνικές Σχολές; Ο πρώτος κύκλος σπουδών

στα TEE θα είναι ένας συνδυασμός μαθημάτων Τεχνικής Κατεύθυνσης και Γενικής

Παιδείας. Ο δεύτερος κύκλος μπορεί να έχει δύο στάδια: δίχρονο επαγγελματικό

υποχρεωτικό και στάδιο προετοιμασίας, διάρκειας ενός έτους, για τα τριτοβάθμια

ιδρύματα.

3. Αλλαγές στο πρόγραμμα του Λυκείου

Μια τέτοια δομή προϋποθέτει μεταρρύθμιση αναλυτικού προγράμματος. Τα δύο πρώτα

χρόνια ολοκληρώνουν ένα πρόγραμμα συνολικής – καθολικής Δευτεροβάθμιας

Εκπαίδευσης. H υποχρεωτική εκπαίδευση επεκτείνεται στα 11 χρόνια. Στην τρίτη

τάξη του Λυκείου διαμορφώνεται ένας κοινός κορμός μαθημάτων για κάθε

κατεύθυνση, που συνοδεύεται από μαθήματα επιλογής που καλύπτουν τα ιδιαίτερα

ενδιαφέροντα και τις κλίσεις των εκπαιδευομένων. Συγχρόνως εγκαθιδρύονται

ζώνες του διδακτικού χρόνου για δραστηριότητες εκτός του επίσημου αναλυτικού

προγράμματος, εμπλοκή σε κοινωφελείς, πολιτιστικές ή άλλες δραστηριότητες.

Οι προτάσεις αυτές προϋποθέτουν ενεργοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού με

παροχή κινήτρων αλλά και πρόσληψη βοηθητικού προσωπικού και εξειδικευμένου

επιστημονικού προσωπικού (π.χ. ψυχολόγοι, σύμβουλοι επαγγελματικού

προσανατολισμού).

Αντιστοίχως απαραίτητα είναι τα μέτρα για την αναβάθμιση της υλικοτεχνικής

υποδομής των Λυκείων. Με δημιουργία περιφερειακών κέντρων για διάφορα είδη

εκπαιδευτικού υλικού. Με διάθεση δωρεάν λογαριασμών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου

σε μαθητές και αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης και διαχείρισης στο επίπεδο

της σχολικής μονάδας.

4. Νέες ιδέες για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα μπορούσαν να συζητηθούν και άλλες, ουσιαστικά

διαφορετικές, προτάσεις για την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Ορισμένες πρώτες σκέψεις:

*** Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ παραμένει ως έχει, οπότε

διασφαλίζεται το αδιάβλητο της διαδικασίας.

*** ΚΑΘΕ TMHMA ΤΩΝ AEI KAI ATEI καλείται να ορίσει ως κριτήρια

εισαγωγής τον αριθμό και το είδος των μαθημάτων που απαιτεί. Μάλιστα μπορεί να

ορίζει και συντελεστές βαρύτητας για το κάθε μάθημα.

*** ΚΑΘΕ ΜΑΘΗΤΗΣ ΕΠΙΛΕΓΕΙ τα μαθήματα της εξέτασής του σε σχέση με τις

κλίσεις του και με τα κριτήρια που έχουν ορίσει τα Τμήματα που επιλέγει. Σε

κάθε Τμήμα εισάγονται οι υποψήφιοι που έχουν συγκεντρώσει τις υψηλότερες

βαθμολογίες στον συνδυασμό μαθημάτων που αυτό απαιτεί (συμπεριλαμβανομένων των

σχετικών συντελεστών βαρύτητας).

Οι παραπάνω προτάσεις διασφαλίζουν τη δραστική μείωση των φροντιστηρίων και τη

δυνατότητα του κάθε μαθητή να επιλέγει συνδυασμούς μαθημάτων, που αντανακλούν

τα ενδιαφέροντά του και τις ακαδημαϊκές του φιλοδοξίες. Επίσης κατοχυρώνουν

τον ρόλο των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων της χώρας στην αποσαφήνιση του γνωστικού

εύρους αλλά και της ποιότητας των υποψηφίων, ώστε να ανταποκριθούν με επιτυχία

στις σπουδές στο κάθε Τμήμα. Έτσι αναμένεται να αντιμετωπισθεί και η

εγκατάλειψη των σπουδών από πολλούς φοιτητές, λόγω ανεπάρκειας της γνωστικής

τους υποδομής και αδυναμίας να παρακολουθήσουν σπουδές στα Τμήματα που

εισάγονται σήμερα.

5. Ο αναγκαίος διάλογος

Είναι φανερό πως τα ζητήματα της εκπαίδευσης πρέπει να τεθούν σε ευρύ

κοινωνικό διάλογο. Στη διαδικασία αυτή θα πρέπει να κληθούν να συμμετάσχουν

και τα κόμματα, που οφείλουν να ανοίξουν τον διάλογο και στο εσωτερικό τους.

Τουλάχιστον το ΠΑΣΟΚ θα το πράξει. Ταυτόχρονα επιβάλλεται εκτεταμένη,

συστηματική έρευνα για όλες τις παραμέτρους των θεμάτων, με διατύπωση της

γνώμης όλων των ενδιαφερομένων, δηλαδή των Πανεπιστημίων, των ATEI, των

εκπαιδευτικών, των ερευνητών και φυσικά των οικογενειών. Ο στόχος είναι να

επιτευχθεί η εφαρμογή ενός συστήματος αξιολόγησης για τη μετάβαση στην

Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, που να δίνει εγγυήσεις σταθερότητας και μονιμότητας

και να μην προκαλεί κάθε υπουργό να κάνει τη δική του «μεταρρύθμιση».

H Μαρία Δαμανάκη είναι συντονίστρια του κύκλου Μορφωτικών Υποθέσεων του

ΠΑΣΟΚ