Τον λένε Λυσιέν Λαζάρ. Είναι Εβραίος από τη Γαλλία, που ήλθε με την
οικογένειά του στο Ισραήλ πριν από 35 χρόνια. Τι τα θέλετε όμως: είναι κι
αυτός ένας βρωμερός αντισημίτης.
|
Αβέβαιο μέλλον. Ποιος θα επικρατήσει στο Ισραήλ, η ειρήνη ή ο πόλεμος; (του Πλαντύ, από τη Μοντ)
|
Στην οδό Σοπέν της Ιερουσαλήμ υπάρχει μια συναγωγή που λέγεται Οχέλ Νεχάμα.
Εδώ δεν γίνονται μόνο προσευχές και θρησκευτικές τελετές. Εβραίοι μετανάστες
από τις Ηνωμένες Πολιτείες συναντούν μετανάστες από τη Γαλλία. Μετανάστες από
την Αγγλία συζητούν με μετανάστες από τη Νότια Αφρική. Πολλές φορές έρχονται
και «βετεράνοι» Ισραηλινοί. Οι παρευρισκόμενοι συζητούν για τα πάντα – εκτός
από την πολιτική. Επειδή άλλος ψηφίζει τον Σαρόν και άλλος τον σιχαίνεται,
επειδή άλλοι δεν θέλουν την ειρήνη με τους Παλαιστινίους κι άλλοι τη θεωρούν
μέρος του σιωνιστικού ονείρου, έχουν συμφωνήσει να αποφεύγουν τις κακοτοπιές.
Για την οικογένεια Λαζάρ, η συναγωγή αυτή αποτελούσε ανέκαθεν το δεύτερο σπίτι
τους. Όλα άλλαξαν όμως εκείνη την ημέρα του Οκτωβρίου, παραμονή της επετείου
του Γιομ Κιπούρ, που ο Λυσιέν βρήκε ένα γράμμα στη θυρίδα του. Ανησύχησε: η
κόρη τους, η Γιαέλ Μπουργκ, τον είχε προειδοποιήσει λίγες ημέρες νωρίτερα ότι
το κλίμα στη συναγωγή δεν ήταν καλό για την οικογένεια. Τα είχαν μαζί τους για
ένα άρθρο που είχε τολμήσει να γράψει στην εφημερίδα Yedioth Ahronoth ο
σύζυγός της, ο βουλευτής του Εργατικού Κόμματος Αβραάμ Μπουργκ. Το άρθρο
μιλούσε για τις δυσκολίες του σιωνισμού και τα προβλήματα του εβραϊκού
κράτους. Και ο Λαζάρ είχε τολμήσει να το μεταφράσει στα γαλλικά προκειμένου να
δημοσιευθεί στη Μοντ.
Ο Λυσιέν άνοιξε το γράμμα με τρεμάμενα χέρια. Όταν το διάβασε, του ήλθαν
δάκρυα στα μάτια. Πενήντα μέλη της συναγωγής τον κατηγορούσαν ότι τους είχε
προδώσει επειδή «μετέφρασε αυτά τα σκουπίδια και τα έστειλε στον δυτικό Τύπο».
Ενισχύεις τον αγώνα των εχθρών μας, του έγραφαν. «Παίζεις το παιχνίδι των
καμικάζι. Έσφιξες την τελευταία βίδα στη ζώνη με τα εκρηκτικά που αύριο θα
σκοτώσει Εβραίους. Σε καλούμε να μετανοήσεις αύριο, στο Γιομ Κιπούρ. Δεν θα
σου σφίξουμε το χέρι». Ο κόσμος ολόκληρος κατέρρευσε μπροστά του. Στα ενενήντα
του χρόνια, έπρεπε να βρει έναν άλλο χώρο για να προσευχηθεί, όπου δεν θα τον
ήξερε κανένας. H γυναίκα του το πήρε ακόμη πιο άσχημα. «Για πρώτη φορά στη ζωή
μου», λέει στη Χααρέτζ η Ζανίν Λαζάρ, «αισθάνομαι ότι ο εβραϊσμός δεν
συμβαδίζει πλέον με την ηθική. Κάποτε υπήρχε ένας εβραϊσμός της χαράς. Τώρα
έχει πάρει τη θέση του ένας εβραϊσμός του μίσους».
Πριν από λίγες ημέρες, ο Λυσιέν μάζεψε τα κουράγια του και πήγε στη συναγωγή.
Ήταν η επέτειος του θανάτου του πατέρα του και ήθελε να διαβάσει την Τορά,
όπως κάθε χρόνο. Του το επέτρεψαν – αλλά ενώ διάβαζε, τους έπιασε όλους μία
κρίση βήχα. Ευτυχώς, λόγω ηλικίας, δεν ακούει καλά. Αλλά δεν νομίζει ότι θα
ξαναπάει.