Κεντρική – Νότια Μικρασία. Περιφέρεια Καισάρειας. Κερμίρα.

H Κερμίρα (τουρκ. Germir) βρίσκεται 7 χλμ. A-BA της Καισάρειας σε μια από τις

πολλές βόρειες χαράδρες του βουνού Τεκίρι. Οι κάτοικοί της ήταν Έλληνες

τουρκόφωνοι (62 οικογένειες – 211 άτομα), Τούρκοι (1.000 άτομα περίπου) και

Αρμένιοι (δεν υπάρχει ακριβής αριθμός στα δελτία του K.M.Σ.). H Κερμίρα ήταν

μουχταρλίκι και υπαγόταν στο μουδουρλίκι της Μουταλάσκης, στο καϊμακαμλίκι και

μουτεσαριφλίκι της Καισάρειας και στο βαλελίκι της Άγκυρας. Εκκλησιαστικά

ανήκε στη Μητρόπολη της Καισάρειας. Είχε σχέσεις και συναλλαγές με ελληνικούς

και τουρκικούς οικισμούς.


(Μαρτυρία ΠαΪσιου Κιρεμιτζόγλου, Ηράκλειο Αττικής – αποσπάσματα)

Ο αρχιστράτηγος A. Παρασκευόπουλος και το επιτελείο του («Χρονικό

Μικρασιατικού Πολέμου, 1919-1922»)

Πριν ένα χρόνο μάθαμε ότι θα γίνει Ανταλλαγή… Και από τη Μητρόπολη της

Καισάρειας μάθαμε για την Ανταλλαγή. Μια ώρα από μας είναι η Καισάρεια. Ήρθε

μια μέρα στην Κερμίρα ο δεσπότης Γερβάσιος… Ήμουνα τότε επίτροπος της

εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων. Μου λέει ο δεσπότης: «Παΐσιες, μετά ένα χρόνο θα

γίνει Ανταλλαγή. Σιγά σιγά να ετοιμάσετε τα υπάρχοντα της εκκλησίας. Να

ετοιμάζεστε και στα σπίτια».

Αργότερα ήρθε στην Κερμίρα μια τριμελής επιτροπή: Ένας Τούρκος, ένας Έλληνας,

ένας Ολλανδός.

Όταν βγήκε η φήμη της Ανταλλαγής, ο κόσμος χάρηκε. Νομίζαμε ότι το κράτος το

ελληνικό θα μας ταΐζει μέλι και γάλα! Ότι δήθεν θα αναλάβει ο Ερυθρός Σταυρός

τις χήρες και τα ορφανά!

Χάρηκαν και οι Τούρκοι, επειδή θα φεύγαμε. Νόμιζαν ότι θα έχουν τα σπίτια μας

και τα χωράφια μας. Όταν άκουσαν όμως ότι θα έρθουν Τούρκοι της Ελλάδας και θα

τα πάρουν αυτοί, συγχύστηκαν.

Κάθε λίγο και λιγάκι ερχόταν γραφτή εντολή από τη Μητρόπολη: Έτσι θα βαδίσετε,

έτσι θα κάνετε… Έγινε πενταμελής επιτροπή στην Κερμίρα…

Ερχόταν ο κόσμος στην επιτροπή, για να δηλώσει την ακίνητη περιουσία του.

Έφερνε τους τίτλους ιδιοκτησίας· γινόταν έλεγχος. Τους δίναμε έντυπα και τα

συμπλήρωναν. Εγώ ο κουτός δεν έγραψα την περιουσία μου. Είπα: H φτωχή Ελλάδα

πού να βρει λεφτά να μας πληρώσει; Τι κατάλαβαν αυτοί που πήραν αποζημίωση;

Πήραν έτοιμα λεφτά, τα φάγανε. Εγώ με τον ιδρώτα μου, με τη δουλειά μου

κέρδισα λεφτά…

Οχτώ μήνες προτού να φύγουμε ήρθαν οι Τούρκοι πρόσφυγες από την Ελλάδα. Σαν

γύφτοι ήταν και χειρότεροι. Απολίτιστοι, βάρβαροι, ελεεινοί και τρισάθλιοι.

Από τη Μακεδονία ήταν. Ελληνικά δεν ήξεραν. Σε άδεια σπίτια έμεναν. Αλλά και

στα κατοικημένα μεγάλα σπίτια έμεναν· τους είχαμε παραχωρήσει δωμάτια.

Τεμπέληδες άνθρωποι ήταν. Γκρέμιζαν τα κουφώματα των σπιτιών. Οι ντόπιοι

Τούρκοι τούς κοίταζαν με άγριο μάτι. Έλεγαν: «Μας γέλασε ο Βενιζέλος σ’ αυτήν

την πολιτική. Μας έστειλε άχρηστους ανθρώπους. Ούτε έμποροι είναι ούτε

τίποτε». Και πραγματικά έτσι ήταν.

Την κινητή περιουσία μας την εκποιήσαμε ελεύθερα. Έρχονταν Τούρκοι της

Καισάρειας και ντόπιοι του χωριού μας και αγόραζαν ό,τι τους πουλούσαμε:

Μπακιρικά, χαλιά, ζώα, οικιακά σκεύη. Πιάναμε καλή τιμή· δε μας αδίκησαν.

Πήγαμε στην Καισάρεια. Προτού να φύγουμε για την Ελλάδα (τέλη Αυγούστου του

1924 ήταν), καταστρέψαμε όλες τις αγιογραφίες της εκκλησίας, για να μην πέσουν

στα χέρια των Τούρκων. Με σκεπάρνια και κασμάδες, όσο μπορούσαμε πιο ψηλά

ξύσαμε τις ζωγραφιές των αγίων στους τοίχους. Τις πασαλείψαμε με ασβέστη. Ήταν

εντολή του δεσπότη.

Στη Μερσίνα πετάξαμε τα φέσια και τα καλπάκια μας. Εγώ απ’ τη χαρά μου φόρεσα

τραγιάσκα. Φύγαμε με το πλοίο «Παντελής». Καλό φορτηγό ήταν. Στ’ ανοιχτά

βρισκόταν· με βάρκες πήγαμε ως εκεί. Πολύν κόσμο είχε μέσα· ήταν τέσσερις

χιλιάδες ψυχές.

Τρεις μέρες ταξίδι κάναμε ως τον Άι-Γιώργη στον Πειραιά. Κατευθείαν πήγαμε.

Στον Άι-Γιώργη περάσαμε από καραντίνα. Μείναμε εκεί δεκαπέντε μέρες σε

τσαντίρια…

Εμάς ήρθε το «Ισμήνη» και μας πήγε στην Εύβοια. Οι Προκοπιώτες κατέβηκαν στη

Χαλκίδα· απ’ εκεί πήγαν στο Αχμέτ Αγά. Εμάς μας κατέβασαν στη Λίμνη.

16. 12. 1958