Οι μέτριοι είναι οι ορκισμένοι εχθροί της πρωτοπορίας. Να τα πριονίσουν όλα

για να τα φέρουν στο μπόι τους. Αντί κάθε μέρα ν’ ανάβουν μια λαμπάδα ίσαμε το

μπόι του Γουέλς, τον περιφρόνησαν, τον πολέμησαν, τον καταδίωξαν. Όλες οι

ταινίες του που χρηματοδοτήθηκαν από Αμερικανούς μεγαλοπαραγωγούς

κακοποιήθηκαν. Στην παραγωγή, στο μοντάζ, στην διανομή. H… ελευθερία του

καλλιτέχνη σε όλο το μεγαλείο της. Το αποτέλεσμα αυτού του φθόνου, της

απίστευτης μιζέριας και πρωτοφανούς ημιμάθειας είναι αποτυπωμένο στα Όσκαρ. Ο

άνθρωπος που υπέγραψε πέντε μεγαλουργήματα («Πολίτης Κέιν», «H κυρία από την

Σαγκάη», «Το άγγιγμα του κακού», «Οθέλος», «H Δίκη») κερδίζει μετά βίας μισό

Όσκαρ για το σενάριο του «Κέιν». Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης θα τους έπαιρναν με

κλούβια αυγά.

H μεγαλοφυία του Γουέλς είναι αποτυπωμένη στο «Άγγιγμα του κακού» (ή

αλλιώς όπως πρωτοπροβλήθηκε «Ο άρχων του τρόμου»). Πιλότος του η διαλεκτική

ανάμεσα στο περιεχόμενο και την φόρμα. H αισθητική ενός έργου τέχνης προκύπτει

μέσα από το βάθος του περιεχομένου. Ο Γουέλς λοιπόν θέλοντας να παρέμβει στην

μυθολογία του «φιλμ νουάρ» αναποδογυρίζει το σύμπαν. Πετάει στα σκουπίδια τα

κλισέ της «φαμ φατάλ» (μοιραίας γυναίκας) και του κυνικού αλλά ρομαντικού

ντεντέκτιβ. Πρωταγωνιστής δεν είναι η τεχνητή ατμόσφαιρα του θερμοκηπίου μέσα

στο οποίο καλλιεργήθηκε το «φιλμ νουάρ». Πρωταγωνιστής είναι η… ασυμμετρία.

Τίποτε και κανείς δεν είναι όπως «φαίνονται». Ο αρχηγός της αστυνομίας

(Χανκ Κουίνλαν, δηλαδή ο Όρσον Γουέλς) είναι η ζωντανή ενσάρκωση του απόλυτου

Κακού. Οι εκπρόσωποι του νόμου (εισαγγελείς, βοηθοί, δικαστές) καθώς και η

πολιτική αρχή, είναι απλώς όργανά του. Και η δύναμη της κάθαρσης, της

δικαιοσύνης δεν προέρχεται από την Αμερική, αλλά από το Μεξικό (Μιγκέλ

Βάργκας, δηλαδή ο Τσάρλτον Ίστον). Ασύμμετρη και η τοπογραφία αυτής της

ιδεολογικο-κοινωνικής ασυμμετρίας. Οι δύο συνοριακές πόλεις στα όρια

ΗΠΑ-Μεξικού είναι δίδυμες σαν δύο σταγόνες νερού. Τελικά ποιος είναι ποιος;

Και ποια πόλη είναι ποια; Ομίχλη, καταχνιά, λαβύρινθος, αδιέξοδο, τέλμα. Ο

κόσμος κυριαρχείται από το απόλυτο Κακό. Το γήινο, της εξουσίας, της

συγκεκριμένης εξουσίας, όχι το μεταφυσικό. Αν το προεκτείνουμε στις μέρες μας,

πα να πει ότι η ασυμμετρία δεν προέρχεται από τις πράξεις της τρομοκρατίας,

αλλά από τους πλανητάρχες και την υπερεξουσία!

«Το άγγιγμα του κακού». H απόλυτη μεταμόρφωση του Όρσον Γουέλς στο απόλυτο,

ανατρεπτικό φιλμ νουάρ όλων των εποχών

H ασυμμετρία ρόλων και χώρων καθορίζει και τις φόρμες της ταινίας. Ο

Γουέλς αφήνει στην άκρη την κλασική αμερικανική αφήγηση. Καμιά σκηνή δεν είναι

συμμετρική και «κανονική». Ο φακός «βλέπει» από πάνω (μπλονζέ) ή από κάτω

(κοντρ μπλονζέ). Έτσι η ασυμμετρία της αισθητικής λειτουργεί ως διαλεκτικό

παράγωγο της ιδεολογικής και κοινωνικής ασυμμετρίας. Οι φόρμες προκύπτουν από

το περιεχόμενο. Όταν ο φακός είναι στραμμένος από τα κάτω προς τα πάνω, το

απειλητικό πρόσωπο της εξουσίας είναι διογκωμένο, αλλοιωμένο, παραμορφωμένο.

Όταν είναι στραμμένος από τα πάνω προς τα κάτω (ψηλά με γερανό) η εξουσία

συρρικνώνεται, εκμηδενίζεται. Γιατί; Μα γιατί υποτάσσεται. Γιατί είναι

ελεγχόμενη και υπόλογος μιας άλλης εξουσίας. Όχι του Θεού αλλά του καλλιτέχνη.

Του ελεύθερου, αδέσμευτου και αδέκαστου.

H αισθητική του Γουέλς είναι ταυτοχρόνως αφηγηματική και σχολιαστική. Το ένα

είναι αναπόσπαστο, οργανικό μέρος του άλλου. Έτσι από την διαλεκτική

περιεχομένου-φόρμας, προχωράμε στο αμέσως επόμενο επίπεδο. Στην διαλεκτική της

αφήγησης και του σχολιασμού. Το υποκείμενο (ο σκηνοθέτης) μέσα και έξω από τον

κόσμο που περιγράφει. Μέσα, γιατί είναι πολίτης αυτού του κόσμου και έξω γιατί

είναι η άγρυπνη συνείδηση αυτού του κόσμου.

Μην ανησυχείτε. Τα θεωρητικά μπορεί να ακούγονται στρυφνά και ακατανόητα. Τα

χειροπιαστά και τα εικαστικά επιτεύγματα είναι κρυστάλλινα και αντιληπτά. H

παρουσία και η ερμηνεία του Όρσον Γουέλς είναι μεγαλειώδης και συντριπτική. Ο

εκπρόσωπος του επίγειου Evil (Κακού) είναι ένας αληθινός σατανάς. Επιβλητικός

σαν δαίμονας, κουτσός σαν Ριχάρδος, δυνατός σαν Οθέλος και παραμορφωμένος σαν

κήτος. Μνημειώδης, αρχετυπικός και αξεπέραστος. Μεταμορφωμένος και ο Τσάρλτον

Χέστον (η σωστή προφορά του Heston και όχι Ίστον). Οι δύο όψεις της εξουσίας.

H πρώτη (Όρσον Γουέλς) σε παρακμή και στο φινάλε της. H δεύτερη (Τσάρλον

Χέστον) στην ακμή και στο ξεκίνημά της. Έτσι ακριβώς άρχισε την καριέρα του

και ο Κουίνλαν. Με εντιμότητα, με στόχους, με κανόνες. Έτσι σαν τον Κουίνλαν –

λέει ο Γουέλς – θα καταλήξει στο τέλος και ο αδέκαστος Μιγκέλ Βάργκας. H

εξουσία διαφθείρει. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά ο ρόλος που

καλείται να υπηρετήσει. Και ο ρόλος του evil του απόλυτου evil είναι ένας και

μοναδικός: Πλανητάρχης του τρόμου!


Γοητευτικό αλλά… μισό

Το τελικό συμπέρασμα από το «Sur mes levres» («Πάνω στα χείλη μου») του

σοβαρού και ταλαντούχου Ζακ Οντιάρ, παραπέμπει στην ρήση του Ζαν Λικ Γκοντάρ

«όλες σχεδόν οι ταινίες που βλέπω τα τελευταία χρόνια είναι μικρού μήκους»!

Με λίγα λόγια ταινία του ενός ημιχρόνου. Γοητευτική, Κισλοφσκική, εσωτερική.

Εκεί όπου ο φακός γλιστράει αθόρυβα και ευέλικτα σαν χέλι. Εκεί όπου όλες οι

πιθανότητες είναι ανοικτές και όπου η εξέλιξη της ιστορίας αιωρείται σαν

εκκρεμές. Εκεί όπου μια μοναχική, εργασιομανής γραμματέας με ελλιπή ακοή και

με ικανότητα να διαβάζει τα χείλη, συναντάει σαν βοηθό της ένα νεαρό που μόλις

βγήκε από την φυλακή και βρίσκεται υπό επιτήρηση.


«Πάνω στα χείλη μου». Γοητευτικό αλλά του ενός ημιχρόνου

Εκεί όπου ο έρωτας κυκλοφορεί στον αέρα χωρίς ποτέ ν’ αγγίξει τις σάρκες. Εκεί

όπου η Εμανουέλ Ντεβός και ο Βενσάν Κασέλ φτιάχνουν την δική τους, παράνομη

φωλιά, μέσα σε μια πολύβουη εταιρεία κατασκευών. Και τέλος εκεί όπου η αθώα,

αμόλυντη, ανιδιοτελής και σωματικά μειονεκτική αυτή ύπαρξη αρχίζει να

γοητεύεται και να διαφθείρεται από την παρανομία. Μέχρι εκεί. Γιατί στα μισά

του δρόμου, στο σταυροδρόμι της μεγάλης απόφασης, ο Οντιάρ εγκαταλείπει τον

Κισλόφσκι και αρχίζει να αλληθωρίζει προς τον Ταραντίνο. Από την σιωπή στον

θόρυβο, από το φλερτ στα κλαμπ, από το διφορούμενο στην ληστεία και από τα

γραφεία στην Μαφία. Μια δεύτερη, μια άλλη ταινία, για άλλο κοινό. H περίπτωση

του Οντιάρ θυμίζει την αγελάδα που κλωτσάει το γάλα. Κρίμα!



H αποδόμηση ενός ανθρώπου

Την ίδια πάνω κάτω χρονιά με τον Όρσον Γουέλς, ένα άλλο θηρίο, ο Μικελάντζελο

Αντονιόνι, οργάνωνε και εκτελούσε την αρχιτεκτονική της αποδόμησης ενός

ανθρώπου.

Το «Il Grido» (1957) είναι ο προθάλαμος της επερχόμενης τετραλογίας του.

Δηλαδή «Περιπέτεια», «Νύχτα», «Έκλειψη», «Κόκκινη έρημος» (το απόλυτο

αριστούργημά του). Με την «Κραυγή» ο μεγάλος αρχιτέκτων της υπαρξιακής οθόνης

ξεκαθαρίζει τους λογαριασμούς του με τον ορθωμένο… φαλλό. H εξουσία του Αδάμ

πάνω στην Εύα κρέμεται από μια λεπτή, αόρατη και εύθραυστη κλωστή. Χωρίς αυτή

την εξουσία, χωρίς την Εύα δεν είναι τίποτα. Το τσιμέντο γίνεται συντρίμμια

και το μπετόν αποκαΐδια.

Έπειτα από επτά χρόνια συμβίωσης η Ίρμα (Αλίντα Βάλι) ανακοινώνει στον Άλντο

(Στιβ Κόχραν) πως ήρθε η ώρα να χωρίσουν γιατί είναι ερωτευμένη με κάποιον

άλλο. Εκείνος θυμώνει, κλαίει, χαστουκίζει. Συντετριμμένος από την ακλόνητη

αποφασιστικότητα αυτής της γυναίκας, εγκαταλείπει την πόλη του και φεύγει για

το πουθενά, παίρνοντας μαζί του την μικρή τους κόρη. Κάνοντας κύκλους γύρω από

την ίδια τοπογραφία, από τους ίδιους χώρους και περιστρεφόμενος γύρω από τον

άξονά του, βλέπει μέρα με την μέρα τον εαυτό του να καταρρέει. Χωρίς

γεωγραφικό σημείο αναφοράς, χωρίς δουλειά, χωρίς προσανατολισμό, χωρίς σκοπό,

χωρίς προορισμό. Χωρίς αισθηματικό, πολιτικό, κοινωνικό και γεωγραφικό δεσμό

είσαι ένα τίποτα. H ραχοκοκαλιά αποδομείται και ο Άλντο αδειάζει. Είναι το

θύμα μιας καμπής. Είναι το τέλος και η αρχή.

«H κραυγή». H αποχώρηση μιας γυναίκας (Αλίντα Βάλι) κατατρώει τις ψυχικές…

σάρκες του παντοδύναμου αρσενικού (Στιβ Κόχραν)

Τα αίτια της αποδόμησης του Άλντο είναι συγκεκριμένα και αντικειμενικά. Χάνει

το αισθηματικό του στήριγμα γιατί η γυναίκα αρχίζει να βγαίνει από το σπίτι.

Χάνει τη δουλειά του, γιατί ο ίδιος δεν είναι απαραίτητος στην

βιομηχανοποιημένη παραγωγή. Χάνει τον γεωγραφικό του προσανατολισμό γιατί ο

τόπος του μεταμορφώνεται στο αντίθετό του. Χάνει την επαφή του με την πολιτική

πραγματικότητα γιατί γυρίζει την πλάτη του σε κάθε μορφή οργανωμένης

αντίστασης. Ο Άλντο είναι ξεπερασμένος, τελειωμένος και αναλώσιμος. Στο

κούτελό του είναι γραμμένη η ημερομηνία του τέλους του. Αυτός και το «είδος»

του είναι καταδικασμένοι στον αφανισμό!

Ο Αντονιόνι υπογράφει μια πολιτική ταινία με όρους υπαρξιακού οδοιπορικού και

μοναχικής, αδιέξοδης περιπλάνησης. Ένα road movie (ταινία-δρόμου) χωρίς

επιστροφή. Τα τοπία είναι αχανή αλλά ομιχλώδη. Οι εκτάσεις είναι απέραντες

αλλά ακατοίκητες. Τα άτομα είναι παρόντα αλλά σχεδόν… αυτιστικά.

H σκηνοθεσία διαπερνάει το καβούκι του νατουραλισμού και της «φωτογραφικής»

πραγματικότητας. Με ένα αόρατο γεωτρύπανο βυθίζεται στην ουσία των πραγμάτων.

Έτσι ρισκάρει μια πρόβλεψη και κερδίζει το στοίχημα. Από το 1957 «βλέπει» αυτό

που βιώνουμε σήμερα. Οι τόποι αδειάζουν από αληθινούς ανθρώπους. Οι σχέσεις

διαλύονται, η επικοινωνία διακόπτεται. Ο Δυτικός Άνθρωπος είναι αναγκασμένος

να περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του. Άδειος, απελπισμένος, αδύναμος. Και η

μοναδική του παρουσία, το μοναδικό αποτύπωμα που αφήνει στο πέρασμά του απ’

αυτόν τον κόσμο είναι μια κραυγή!


H ξανθιά, ο καλόγερος και το Καπιτώλιο

«Αλεξίσφαιρος καλόγερος» («Bulletproof monk») του – επίσης – κάποιου Πολ

Χάντερ. H υπόθεση τα λέει όλα: Ένας καλόγερος και δάσκαλος του Ζεν,

ειδικευμένος στις πολεμικές τέχνες, αναλαμβάνει την προστασία ενός αρχαίου

κυλίνδρου που διαθέτει υπερφυσικές δυνάμεις, δηλαδή είναι το κλειδί για την

κατάκτηση της ανεξέλεγκτης εξουσίας!


«Άλεξ και Έμα» («Alex and Emma»). Κι όμως είναι του Ρομπ Ράινερ, του

σκηνοθέτη της μνημειώδους ρομαντικής κομεντί «Όταν ο Χάρι συνάντησε την Σάλι».

Εδώ η Κέιτ Χάντσον παριστάνει την στενογράφο και ο Λιούκ Γουίλσον τον

συγγραφέα μιας αισθηματικής ιστορίας των αρχών του αιώνα. Περασμένα μεγαλεία

και αθυμόντας τα να ρωτάς: Πώς καταντήσαμε λοχία!


«H εκδίκηση της ξανθιάς 2» («Legaly blonde 2») του κάποιου Τσαρλς Χέρμαν

Γούρμφελντ. H επιστροφή της ανθυπο-Μπάρμπι Ρις Γουίδερσπουν. Όπου μια και δυο

εισβάλλει στο Καπιτώλιο, κατεβάζει μερικές τιράντες και συγκλονίζει τους

γερουσιαστές και τους βουλευτές του Μπους.


«H εκδίκηση της ξανθιάς 2». Πώς λέμε αυτή η ξανθιά είναι χαζή εκ του φυσικού της;

Κάπως έτσι ψηφίζεται νομοσχέδιο που απαγορεύει στις βιομηχανίες καλλυντικών να

χρησιμοποιούν τετράποδα για πειραματόζωα. Σαν ανέκδοτο τριών μόλις λέξεων:

Γαβ, γαβ, γαβ.



Επιθανάτιος ρόγχος

Βαρέθηκα να βλέπω ταινιούλες καλλιτεχνικών προθέσεων που το μόνο που έχουν να

διηγηθούν είναι ιστοριούλες της μιας δραχμής. Και το μόνο που θέλουν ν’

αποδείξουν οι σκηνοθέτες τους είναι πως διαθέτουν αυτή την θεάρεστη ικανότητα

να μιμούνται τη νατουραλιστική, φωτογραφική απεικόνιση του κόσμου. Basta!

Το αυτό συμβαίνει στο «My life without me» («Ζωή χωρίς εμένα») της Ιζαμπέλ

Κοϊξέ. Όπου νεαρή σύζυγος, μητέρα και εργαζόμενη στην σκληρή βιοπάλη (Σάρα

Πόλεϊ), μαθαίνει από τη μια στιγμή στην άλλη πως πάσχει από καρκίνο και πως η

ημερομηνία λήξεως της ζωής της είναι καθορισμένη χωρίς αυτήν και χωρίς την

επιστήμη.


«Ζωή χωρίς εμένα». Ιστορία χωρίς… εμένα

Να υποκλιθώ στην ανθρώπινη ευαισθησία της; Να το κάνω. Να υποκλιθώ ακόμα στην

επαγγελματική επάρκεια των συντελεστών της; Το ίδιο. Ξέρετε πόσες τέτοιες

ευαίσθητες και επαρκείς ταινίες γυρίζονται ετησίως; Εκατοντάδες. Ξέρετε γιατί

γυρίζονται; Για να συμπληρώσουν τις λίστες των φεστιβάλ και για να μεταδοθούν

από τις… NET όλου του κόσμου. Και τέλος ξέρετε πόσες αφήνουν πίσω τους μισό

γραμμάριο μνήμης; Καμία!



Τα Oscar της εβδομάδας

Αριστουργήματος: «Το άγγιγμα του κακού»

Σκηνοθεσίας: Όρσον Γουέλς (ο… κακός)

Σεναρίου: Ο ίδιος… κακός Γουέλς

Ερμηνείας: Ο Γουέλς φυσικά

Σεξ απίλ: Τζάνετ Λι (πριν από 45 χρόνια στον… κακό)

Road movie: «H κραυγή»

Αρχιτεκτονικής: Μικελάντζελο Αντονιόνι (της κραυγής)

Μισής ταινίας: «Πάνω στα χείλη μου»

Γυναικείας ερμηνείας: Εμανουέλ Ντεβός (τα… χείλη μου)

Απελπισίας: «Ζωή χωρίς εμένα»

Ι. Q Μπους: «H εκδίκηση της ξανθιάς 2»

Ανθυπο-Μπάρμπι: Ρις Γουίδερσπουν (η ξανθιά του George)