Πιστεύω πως είναι ήδη υπερώριμη η σημερινή περίοδος για να συζητήσουμε (η

ελληνική κοινωνία στο σύνολό της) τις νέες δυναμικές τής μάθησης, τις

μορφωτικές αναζητήσεις, το περιεχόμενο του σύγχρονου σχολείου. Ο ανταγωνισμός

των τριών μεγάλων ανεπτυγμένων γεωγραφικών οντοτήτων της ανθρωπότητας (ΗΠΑ,

Ευρωπαϊκή Ένωση, Ιαπωνία) θέτει στην εκπαίδευση πιο επιτακτικά ερωτήματα,

μεγαλύτερες απαιτήσεις. Το βασικό δίλημμα δεν είναι καθόλου καινούργιο, ωστόσο

τίθεται τώρα με πιο δραματικό τρόπο: θέλουμε οικονομία της αγοράς ή κοινωνία

της αγοράς; Κοινωνία της μάθησης ή κοινωνία της πληροφορίας; Θέλουμε κλασικό

σχολείο γενικής παιδείας ή σχολείο των εξειδικεύσεων αγγλοσαξονικού τύπου;

Εδώ, κατά τη γνώμη μου, διαφοροποιείται και διακρίνεται η φύση της

προοδευτικής και της συντηρητικής πολιτικής πρότασης. Τα ριζοσπαστικά

κοινωνικά κινήματα έχουν προσδιορίσει τον στόχο τους, που εστιάζει στην

ανάπτυξη του ανθρωπιστικού σχολείου, στην προαγωγή δημοκρατικών επιλογών μιας

κοινωνίας της μάθησης που θα υποτάσσει τις αντιλήψεις των δυνάμεων της αγοράς

και δεν θα υποτάσσεται σε αυτές προς χάριν του εμπορευματισμού, του

φιλελευθερισμού και του καταναλωτισμού.

Οι ανασχεδιασμοί, λοιπόν, του σύγχρονου σχολείου πρέπει να γίνουν με βάση την

ανάδειξη μιας προοδευτικής αντίληψης, το νήμα της οποίας έρχεται από πολύ

μακριά, από την αυγή του ορθού λόγου στην αρχαία Ελλάδα, όπου η μόρφωση

γίνεται «ουκ επί τέχνη αλλ’ επί παιδεία», ξετυλίγεται μέσω του αναγεννησιακού

Διαφωτισμού και φθάνει το κουβάρι στις ημέρες μας περιστρεφόμενο γύρω από την

καρδιά του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού, το κράτος πρόνοιας, το κράτος

Δικαίου. Επομένως στις βασικές στοχεύσεις μας είναι: α) η προαγωγή ενός

ουμανιστικού συστήματος αξιών, β) η ικανότητα του νέου να είναι διαρκώς

«ανοιχτός» στις νέες αλλαγές, γ) η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και η διαρκής

εμβάθυνση στα πεδία του ορθολογισμού, δ) η καλλιέργεια της ικανότητάς του να

μαθαίνει πώς να μαθαίνει και να ξεχωρίζει τη γνώση από την πληροφορία, ε) η

προαγωγή ενός οίστρου για τη γνώση, ενός πάθους για την πνευματική αναζήτηση

και επικοινωνία.

Ποιες, όμως, είναι οι κύριες παρεμβάσεις στο περιεχόμενο του σχολείου; 1) Η

επαναπροσέγγιση της έννοιας της γενικής παιδείας, αφού στις βασικές δεξιότητες

(basic skills) του νέου πρέπει να προστεθούν οι νέες τεχνολογίες και η

εκμάθηση ξένων γλωσσών. 2) Η συνολικοποίηση και η γενίκευση του σώματος των

γνώσεων, αναιρώντας τη μέχρι τούδε τάση της εξειδίκευσης μέσω της εισαγωγής

διαρκώς νέων γνωστικών αντικειμένων, που τεμαχίζουν το curicculum. 3) Η

περαιτέρω ενίσχυση των σύγχρονων κοινωνικών διεργασιών στον βασικό κορμό της

γνώσης. Ο μαθητής δεν πρέπει να γίνεται κοινωνός των επιστημονικών θετικών

μόνο ευρημάτων, αλλά να αντιλαμβάνεται τις ευρύτερες κοινωνικές διεργασίες

(οικονομικοί πρόσφυγες, ζητήματα ειρήνης και σύγχρονης δημοκρατίας, νέες

γενιές δικαιωμάτων…). 4) Η συστηματική ενδυνάμωση της στοχαστικής διάθεσης

του νέου, εισάγοντάς τον στην καρδιά των μεγάλων νοημάτων της πνευματικής

οδύσσειας του ανθρώπου. Εδώ ο ρόλος τής φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας είναι

ιδιαίτερα σημαντικός. 5) Η διαμόρφωση της ευρωπαϊκής διάστασης της εκπαίδευσης

όχι μόνο μέσα από τους μαθησιακούς αναβαθμούς, αλλά και από την ίδια τη

σχολική πράξη (π.χ. προγράμματα κινητικότητας…). 6) Η διαρκής ανάπτυξη της

πολιτιστικής όψης του σχολείου μέσα από μια δυναμική σχολική ζωή που θα βιώνει

τους παλμούς και τους πόθους μιας μικροκοινωνίας, στηριζόμενη στη

συνεργατικότητα, στην αλληλεγγύη, στη συλλογικότητα, στην αυτενέργεια, στην

πρωτοβουλία. 7) Η ανάδειξη του παιδαγωγικού ρόλου του σχολικού προγράμματος.

Το όλο σύμπαν των γνώσεων δεν μπορεί παρά να αποβλέπει στη συστηματική

προαγωγή τής αρετής, στον εξανθρωπισμό του ανθρώπου. Άλλωστε, εμφορούμενοι από

τέτοιες αντιλήψεις, ο Βάρρων και ο Κικέρων, προκειμένου να μεταφράσουν τον όρο

«παιδεία» στη λατινική γλώσσα χρησιμοποιούσαν τη λέξη Humanitas.

Ο Νίκος Τσούλιας είναι πρόεδρος της ΟΛΜΕ.