Μέσα σε έξι ημέρες περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι επισκέφθηκαν την έκθεση

«Ενκί Μπιλάλ έτος 2001», η οποία θα διαρκέσει ώς τις 14 Απριλίου, στην

Ιστορική Βιβλιοθήκη του Δήμου του Παρισιού.

Ενκί Μπιλάλ. «Οι συγκρούσεις που ξεσπούν στον κόσμο έχουν απήχηση στη δουλειά μου»

Οι επισκέπτες ανακαλύπτουν σε αυτήν 170 πρωτότυπα σκίτσα του Μπιλάλ, τα οποία

έχουν επιλεγεί ως αντιπροσωπευτικά μιας δουλειάς 20 χρόνων και εκτίθενται

χωρίς φτιασίδια ή προστατευτικό τζάμι. «Έχω βάλει ένα στοίχημα», εξηγεί ο

δημιουργός της «Γιορτής των Αθανάτων» και του «Ύπνου του Τέρατος», «ένα είδος

συμβόλαιο εμπιστοσύνης ανάμεσα σε μένα και το κοινό. Ανέκαθεν πίστευα ότι το

γυαλί παγώνει τα σκίτσα μου. Εδώ μπορεί κανείς να εξετάσει τη δουλειά μου 10

εκατοστά από το μάτι του, να παρατηρήσει τον κόκκο, την υφή». Επιπλέον τα

πρωτότυπα σε κάνουν πάντα να ονειρεύεσαι, έχεις να κάνεις με χαρτί, χαρτόνι,

ακρυλικό, τέμπερα, παστέλ, μολύβι, μπορείς να τα αγγίξεις. «Τα καρέ των κόμικς

μου, μόλις απαλλαγούν από το κείμενό τους, αρχίζουν να ζουν από μόνα τους»,

εξηγεί. «Προκαλούν συγκίνηση, είναι φορείς ενός δικού τους νοήματος».

Ο Μπιλάλ γεννήθηκε το 1951 στο Βελιγράδι και σήμερα θεωρείται ένας από τους

σημαντικότερους καλλιτέχνες της γενιάς του. «Συχνά λένε για μένα, ο φτωχός,

έρχεται από εκεί πέρα, πρέπει να υπέφερε. Είναι λάθος: παιδί ήμουν πολύ

ευτυχισμένος, επί Τίτο, στο Βελιγράδι. Μόνον αργότερα απέκτησα πολιτική

συνείδηση». Δέκα ετών έφθασε με την οικογένειά του στο Παρίσι, πέρασε από τη

Σχολή Καλών Τεχνών και, το 1971, εξέδωσε το πρώτο κόμικς του. Δέκα χρόνια

μετά, η «Γιορτή των Αθανάτων» σηματοδότησε έναν νέο σταθμό στην καριέρα του.

Στράφηκε στο σινεμά, γύρισε δύο ταινίες, πριν από δύο χρόνια εξέδωσε το

τελευταίο άλμπουμ του, τον «Ύπνο του Τέρατος», που χαιρετίστηκε ομόφωνα από

τους κριτικούς. Τώρα ετοιμάζει την τρίτη ταινία του, βασισμένη στη «Γυναίκα

Παγίδα» από την «Τριλογία του Νικοπόλ».

Ο πόλεμος έχει σημαδέψει έντονα το έργο του Μπιλάλ. «Δεν έχω ζήσει πόλεμο»,

υπογραμμίζει. «Αλλά ως πρώην Γιουγκοσλάβος, έζησα σε μια μεταπολεμική

κουλτούρα. Είναι λοιπόν πιθανόν οι πρόσφατες συγκρούσεις που ξεσπούν παντού

στον κόσμο να έχουν απήχηση στη δουλειά μου». Οι πόλεις που σχεδιάζει είναι

ρημαγμένες, οι ήρωές του έχουν επιδέσμους, ουλές, σημάδια ­ πρόσωπα και σπίτια

χαλασμένα. Οι πόλεις «έχουν συσσωρευμένη τη μνήμη», έτσι δεν μπορεί παρά να

είναι ρημαγμένες, εξηγεί. Όσο για τα πρόσωπα, η επιλογή είναι αισθητική, όχι

κοσμητική, «αποκρουστική για ορισμένους, αλλά συνδεδεμένη με τις ρίζες μου. Οι

άνθρωποι τους οποίους συνάντησα στην παιδική ηλικία μου στο Βελιγράδι ήταν

όλοι σημαδεμένοι». Ο ίδιος δεν κληρονόμησε αυτό το σκληρό πρόσωπο που τόσο

λέει πως του αρέσει· τα σημάδια τα δικά του αποτυπώνονται καλύτερα στα έργα του.