Συνάντηση για το πόθεν έσχες μεταξύ της ΑΔΕΔΥ και της πολιτικής ηγεσίας του

υπουργείου Εσωτερικών γίνεται σήμερα, ενώ μικρός αριθμός δημοσίων υπαλλήλων

έχει υποβάλει μέχρι τώρα δήλωση για το πόθεν έσχες.

Η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου δήλωσε πως ούτε 1.000 από

τους 400.000 υπαλλήλους έχουν υποβάλει δήλωση πόθεν έσχες

Σήμερα η ΑΔΕΔΥ καταθέτει στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση αναστολής και

ακύρωσης των πράξεων του υπουργείου Εσωτερικών – Δημόσιας Διοίκησης και

Αποκέντρωσης για το πόθεν έσχες. Η ηγεσία της παρουσίασε χθες σε συνέντευξη

Τύπου τις θέσεις της για την αναστάτωση που έχει δημιουργηθεί με την υποχρέωση

όλων των δημοσίων υπαλλήλων να καταθέσουν (μέχρι και αύριο) δήλωση πόθεν

έσχες. Ο πρόεδρος της ανώτατης δημοσιοϋπαλληλικής οργάνωσης κ. Σπύρος

Παπασπύρος και ο γεν. γραμματέας κ. Τ. Δεληγιάννης επεσήμαναν ότι ο αριθμός

των υπαλλήλων που υπέβαλαν δήλωση πόθεν έσχες δεν φθάνει ούτε τους 1.000 (σε

σύνολο 400.000 υπαλλήλων), χαρακτήρισαν διάτρητη την όλη διαδικασία και

κάλεσαν ­ έστω και την ύστατη στιγμή ­ την υπουργό κ. Βάσω Παπανδρέου να

προχωρήσει σε μια πολιτική λύση για το ζήτημα του πόθεν έσχες. Καλούμε, είπαν

οι συνδικαλιστές, για την εξέταση άμεσα ενός συστήματος εφαρμογής του πόθεν

έσχες με αντικειμενικά κριτήρια και διαδικασίες, με διαφάνεια που να

διασφαλίζει την απόλυτη περιφρούρηση των προσωπικών δεδομένων και παράλληλα να

αποκλείει θεσμικά την αξιοποίηση των όποιων πληροφοριών για λόγους άσχετους με

το πόθεν έσχες.

Ατελής ρύθμιση

Κατά την ηγεσία της ΑΔΕΔΥ, το άρθρο 28 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (από το

οποίο απορρέει η υποχρέωση των υπαλλήλων για τις δηλώσεις πόθεν έσχες) δεν

παρέχει εξουσιοδότηση ούτε στην υπουργό ούτε σε καμία άλλη διοικητική αρχή για

τη συλλογή και τον έλεγχο των προσωπικών δεδομένων. Η σχετική διάταξη ­ κατά

τους εκπροσώπους των δημοσίων υπαλλήλων ­ είναι ατελής και η εφαρμογή της

προϋποθέτει συμπληρωματική νομοθετική ρύθμιση. Η κ. Παπανδρέου ­ πρόσθεσαν ­

επιχείρησε με σειρά εγκυκλίων να λύσει προβλήματα εφαρμογής του άρθρου 28

μετατρέποντας έτσι την εγκύκλιο σε κανονιστική πράξη, γεγονός που αποτελεί

υπέρβαση, δεδομένου ότι οι εγκύκλιοι δεν έχουν κανόνα δικαίου αλλά συνταγή

εφαρμογής.

Ζητεί εγγυήσεις

«Δεν είμαστε αντίθετοι με το πόθεν έσχες αλλά με τη διαδικασία που

ακολουθείται», τόνισε ο κ. Παπασπύρος. Για να προσθέσει: «Είναι σαφές ότι η

κατάθεση και η διαχείριση στοιχείων σε πρόσωπα και από πρόσωπα που δεν έχουν

εξουσιοδότηση και υψηλές εγγυήσεις, δημιουργεί ζητήματα και νομιμότητες αλλά

και ερωτήματα πολιτικού περιεχομένου σε ό,τι αφορά το σεβασμό και την

περιφρούρηση ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Για το ίδιο θέμα

ο κ. Αλέξης Μητρόπουλος, καθηγητής Εργατικού Δικαίου και νομικός σύμβουλος της

ΑΔΕΔΥ, παρατήρησε ότι ο σχετικός νόμος για το πόθεν έσχες είναι νομοτεχνικά

ατελής, ενώ δεν διασφαλίζεται το απόρρητο των στοιχείων.

Είναι νόμιμο

Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση του υπουργείου Εσωτερικών, η νομική

υπηρεσία του οποίου εκτιμά ότι η προσφυγή της ΑΔΕΔΥ στο ΣτΕ δεν πρόκειται να

έχει καμιά τύχη.

Η υποχρέωση των δημοσίων υπαλλήλων για την υποβολή του πόθεν έσχες, επιμένουν,

στηρίζεται στον νόμο και συγκεκριμένα στον συνδυασμό των άρθρων 23 και 28 του

Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα, σύμφωνα με τα οποία: «Κατά τον διορισμό του

υπαλλήλου, η υπηρεσία προσωπικού συγκροτεί το προσωπικό του μητρώο που

περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που προσδιορίζουν την ατομική, οικογενειακή,

περιουσιακή και υπηρεσιακή του κατάσταση. Ο υπάλληλος υποχρεούται να δηλώνει

κάθε ουσιώδη μεταβολή των στοιχείων αυτών. Κάθε δύο χρόνια η αρμόδια υπηρεσία

προσωπικού υποχρεούται να ζητά από τους υπαλλήλους να υποβάλλουν υπεύθυνη

δήλωση (σ.σ. πόθεν έσχες) για την ουσιώδη ή μη μεταβολή της περιουσιακής τους

κατάστασης».

Την ίδια στιγμή και μέχρις ότου εκπνεύσει (αύριο) η προθεσμία υποβολής των

δηλώσεων, η ηγεσία του υπουργείου αρνείται να εμπλακεί σε «πόλεμο δηλώσεων για

το αν ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων που έχουν ήδη ανταποκριθεί στην

υποχρέωση κατάθεσης του πόθεν έσχες είναι μικρός ή μεγάλος.

Η εκτίμηση παραγόντων του υπουργείου (που στηρίζεται σε πληροφορίες από τους

γενικούς γραμματείς περιφερειών) είναι ότι η ροή είναι ικανοποιητική και ότι

εκτός απροόπτου θα αυξηθεί, αν λάβει κανείς υπόψη του την πάγια τακτική των

Ελλήνων να τρέχουν την τελευταία στιγμή.