Με ραγδαίους ρυθμούς αναμένεται να αυξηθεί ο δανεισμός των ελληνικών

νοικοκυριών μέσα στην επόμενη τετραετία.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις των τραπεζών, τα δάνεια στην καταναλωτική πίστη θα

διπλασιασθούν, ενώ θα τετραπλασιασθούν τα στεγαστικά δάνεια. Αυτό συνεπάγεται

ότι από 1,64 τρισ. δραχμές που είναι σήμερα το υπόλοιπο στην καταναλωτική

πίστη, υπολογίζεται ότι θα φτάσει στα 3,5 τρισ. δραχμές, ενώ το αντίστοιχο

υπόλοιπο των στεγαστικών δανείων εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 10 τρισ. δραχμές

περίπου, από 2,5 τρισ. δραχμές που ήταν τον περασμένο Οκτώβριο. Με σημερινές

τιμές επιτοκίων, υπολογίζεται ότι μόνο για τόκους και με βάση αυτά τα

αναμενόμενα υπόλοιπα, θα πληρώνουμε 350 δισ. δραχμές για τα δάνεια της

καταναλωτικής πίστης (σ.σ. για τον υπολογισμό λαμβάνεται υπόψη ένα μέσο

σημερινό επιτόκιο 10%) και περίπου 700 δισ. δραχμές για τα στεγαστικά δάνεια

(σ.σ. εδώ λαμβάνεται υπόψη ένα επιτόκιο της τάξεως του 7%).

Προβλέψεις τριών τραπεζών

Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν με βάση την αναμενόμενη ποσοστιαία αύξηση του

δανεισμού των ελληνικών νοικοκυριών στα χρόνια που ακολουθούν. Σύμφωνα με

εκτίμηση της Efg Eurobank – Ergasias, στο τέλος του 2003, η καταναλωτική

πίστη, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, θα έχει φτάσει στο 8%, από 4% που είναι σήμερα,

ενώ η στεγαστική πίστη κυριολεκτικά θα «εκτοξευθεί» στο 24% από το τωρινό

6,15%.

Η πρόβλεψη αυτή βρίσκει σύμφωνο και το τμήμα οικονομικών μελετών της Alpha

Bank, απ’ όπου τονίζεται ότι «ένα υπόλοιπο της τάξεως των 3,5 τρισ. δραχμών,

στα επόμενα τέσσερα χρόνια, στην καταναλωτική πίστη, είναι πολύ πιθανό».

Ιδιαίτερα μετά την αναμενόμενη απελευθέρωση των ορίων στη χορήγηση των

καταναλωτικών δανείων, μία τέτοια εξέλιξη θεωρείται αναμενόμενη. Όπως

επισημαίνεται χαρακτηριστικά από κορυφαίο διοικητικό στέλεχος της Εμπορικής

Τράπεζας, «η εξέλιξη αυτή δεν θα πρέπει να μας ξενίζει, αν ληφθεί υπόψη το

ύψος του δανεισμού των νοικοκυριών στις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ», όπου,

ως γνωστόν, η Ελλάδα ανήκει από την 1η Ιανουαρίου.

Η εικόνα σε άλλες χώρες

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι ελληνικές τράπεζες,

σήμερα στην Πορτογαλία, η οποία έχει μία οικονομία παραπλήσια με την ελληνική,

το ύψος της καταναλωτικής πίστης υπολογίζεται στο 12% επί του ΑΕΠ (σ.σ. δηλαδή

τριπλάσιο, σε σχέση με το ελληνικό), ενώ της στεγαστικής πίστης στο 27% (σ.σ.

όπου δηλαδή υπολογίζεται ότι θα φτάσει το αντίστοιχο ελληνικό ποσοστό έπειτα

από τέσσερα περίπου χρόνια). Ανάλογη της πορτογαλικής είναι η εικόνα που

επικρατεί στην Ισπανία (το ποσοστό της καταναλωτικής πίστης είναι 8% επί του

ΑΕΠ και της στεγαστικής 25%), ενώ «εξωπραγματικό» για τα ελληνικά δεδομένα

είναι το ποσοστό επί του ΑΕΠ στο οποίο αντιστοιχεί ο στεγαστικός δανεισμός στη

Μεγάλη Βρετανία. Φτάνει στο 56%.

Ανάπτυξη ίσον κατανάλωση

Συνιστά τελικά ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών ο

υψηλός δανεισμός των ιδιωτών; Η απάντηση που δίνουν τα τραπεζικά στελέχη είναι

θετική. Ζητούμενο όμως αποτελεί τι λένε οι ίδιοι οι καταναλωτές, οι οποίοι

πολλές φορές αναγκάζονται εκ των πραγμάτων να καταφύγουν στον τραπεζικό

δανεισμό για να καλύψουν ακόμη και άμεσες ανάγκες τους.