Κάθε πράγμα ή μέσον ­ υλικό ή άυλο ­ έχει τη δική του διαπραγματευτική αξία

στη φυλακή. Τηλεκάρτα ή τσιγάρα, χλωρίνη ή οδοντόπαστα, προστασία, κάρφωμα ή

χαφιεδισμός, παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών καθαριότητας, έχουν το

δικό τους τίμημα ­ ανάλογα πάντα ποιος πουλάει και ποιος αγοράζει αλλά και τις

εκάστοτε ιδιάζουσες περιστάσεις…

Πέντε μήνες μετά τον διορισμό του, ως εγκληματολόγος στις φυλακές Κορυδαλλού,

ο Νίκος Κουλούρης διαπιστώνει «πόσο ρευστά είναι στη φυλακή τα όρια ανάμεσα σε

νομιμότητα και παρανομία, πόσο λεπτές είναι οι ισορροπίες που διαρκώς

διακυβεύονται και πόσο φοβερός ο γραφειοκρατικός φόρτος, η αδυναμία

προσαρμογής σε πολλά νομοθετικά δεδομένα αλλά και η άγνοια πολλών κρατουμένων

ως προς την ποινική τους κατάσταση…».

Ένα σημαντικό ποσοστό κρατουμένων, είναι κατά τον κ. Κουλούρη, «άνθρωποι χωρίς

πολιτική παρουσία, αν τους βλέπαμε ως πολίτες θα βάζαμε δίπλα στο όνομά τους

μια παύλα! Είναι άνθρωποι μόνοι, άποροι, αβοήθητοι, χωρίς υποστηρικτικά

δίκτυα, χωρίς άποψη και γνώση…».

Στερήσεις

Στην πλειονότητά τους οι αλλοδαποί κρατούμενοι στερούνται ακόμη και

στοιχειωδών υπηρεσιών αλλά και καθημερινών πραγμάτων ­ «από το σαπούνι και την

οδοντόκρεμα, το καθαριστικό ή ένα απλό μπουκάλι χλωρίνη, τσιγάρα, ρούχα και

παπούτσια, έναν άνθρωπο να μιλήσουν, έναν δικηγόρο να συμβουλευτούν… Η

υπηρεσία, χορηγεί, ό,τι μπορεί σε τακτικά χρονικά διαστήματα αλλά είναι

αδύνατον να καλύψει τις ανάγκες τόσων ανθρώπων που παρουσιάζουν μηδενική

κίνηση λογαριασμών. Αυτοί οι κρατούμενοι είναι συνήθως και τα θύματα των

υπολοίπων ­ αναγκάζονται εκ των πραγμάτων να δεθούν στο άρμα της παροχής

«εξυπηρετήσεων» προς τους ισχυρούς που με τη σειρά τους εκμεταλλεύονται τις

ανάγκες, τις αδυναμίες, τις εξαρτήσεις και τον φόβο τους και δημιουργούν με

αυτό τον τρόπο ομάδες ελέγχου και επιρροής μέσα στη φυλακή. Ο αδύναμος και

άπορος κρατούμενος, προσφέρει ό,τι έχει για να κερδίσει το πιο απλό πράγμα ­

μπορεί να γίνει μέσον πίεσης, προσωπικός μπράβος, να παρέχει καθαριότητα

κελιού και ρουχισμού στον ισχυρό αλλά και ερωτικές εξυπηρετήσεις…».

Δεν υπάρχει μονολεκτική απάντηση στο ερώτημα «ποιος ελέγχει τις φυλακές» για

τον εγκληματολόγο Νίκο Κουλούρη: «Κατά ένα μέρος ο έλεγχος βρίσκεται στα χέρια

του φυλακτικού προσωπικού που όμως δεν επαρκεί για να καλύψει στοιχειωδώς τη

φυλακή από άποψη ασφάλειας και τάξης. Έτσι, κατά ένα άλλο μεγάλο μέρος η

φύλαξη ανατίθεται, «εκχωρείται» ή «κερδίζεται» εκ των πραγμάτων από ομάδες

κρατουμένων»!

Συχνά οι φύλακες προσφεύγουν σε ορισμένους κρατουμένους ­ συνεργάτες,

χαφιέδες ή πληροφοριοδότες ­ προσφέροντας συγκεκριμένα ανταλλάγματα και

εξυπηρετήσεις. Και μ’ αυτόν τον τρόπο μαθαίνουν τι ακριβώς συμβαίνει στη

φυλακή όλο το 24ωρο…

Υπάρχει μια ρουτίνα στη φυλακή αλλά τα πράγματα δεν είναι ίδια κάθε μέρα. Οι

συνεχείς μεταγωγές κρατουμένων διαφοροποιούν τη σύνθεση μα και τους

συσχετισμούς ανάμεσα στον πληθυσμό των κρατουμένων. Όλα εξαρτώνται «από το

ποιος θα βρεθεί πού ­ ποιος κρατούμενος δηλαδή θα βρεθεί σε ποια ακτίνα και σε

ποιο κελί αλλά και ποιοι άλλοι θα βρίσκονται στην ίδια πτέρυγα, στο ίδιο ή στα

διπλανά κελιά…».

Οι εργαζόμενοι

Οι δυνατότητες κίνησης που έχουν οι κρατούμενοι στους χώρους της φυλακής

είναι παρόμοιες για όλους ­ είναι διαφορετικές μόνο για τους εργαζομένους για

τους οποίους προβλέπονται 371 θέσεις αλλά καλύπτονται μόνο οι 220. Πώς

«κερδίζεται» μια θέση εργασίας; Τυπικά, μέσα από την έγκριση του πενταμελούς

συμβουλίου. Αλλά οι ίδιοι οι κρατούμενοι αντιμετωπίζουν εκείνον που «πήρε» τη

θέση, όπως επισημαίνει ο Νίκος Κουλούρης, «ως ρουφιάνο και οι περισσότεροι

εργαζόμενοι κρατούμενοι φοβούνται τις αντιδράσεις των υπολοίπων. Γι’ αυτό και

καταβάλλεται προσπάθεια να ζουν σε ξεχωριστή πτέρυγα όσοι εργάζονται…».

Η σχέση ανάμεσα σε Έλληνες και Αλβανούς κρατουμένους είναι μονίμως…

συγκρουσιακή. Πέρα από τις τάσεις ηγεμονίας ανά ακτίνα, «οι Αλβανοί θεωρούνται

σκληροί κρατούμενοι και είναι ανεπιθύμητοι και ως συγκρατούμενοι. Στη

διακίνηση ναρκωτικών σαφώς εμπλέκονται και Έλληνες! Η ίδια η φυλακή προσπαθεί

να διαρρήξει το μέτωπο εξουσίας κάποιων φατριών που φέρονται ότι έχουν

δημιουργήσει οι Αλβανοί κρατούμενοι. Έγινε μια προσπάθεια να σπάσει το αρραγές

μέτωπο με την παροχή κινήτρων ή διευκολύνσεων, με την τοποθέτηση σε εργασία ή

τη χορήγηση αδειών… Έτσι, όταν κάποιοι είδαν ότι μπορούν να τύχουν καλύτερης

μεταχείρισης, επανεξέτασαν τη στάση τους και έδειξαν διάθεση συνεργασίας με το

προσωπικό. Αυτό όμως σημαίνει και ότι κάποιοι έπεσαν σε δυσμένεια έναντι των

ομοεθνών τους και αναγκαστικά άλλαξαν πόστα ή μεταφέρθηκαν αλλού…». Μέχρι

πριν από λίγο καιρό οι Αλβανοί χρεώνονταν με τη διακίνηση ουσιών δίχως να

είναι οι ίδιοι χρήστες. Τώρα πια υπάρχουν και μέλη αυτών των ομάδων εξαρτημένα

από ναρκωτικές ουσίες. Και η εμπορία δεν είναι μόνο επάγγελμα, είναι και

προσωπική ανάγκη…

Ο καθένας μόνος…

Η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη είναι έννοιες ξένες προς την πλειονότητα των

κρατουμένων: «Υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις Ελλήνων κυρίως κρατουμένων που

δείχνουν αλληλεγγύη και συμπαραστέκονται σε αλλοδαπούς, ανεξάρτητα από

προέλευση. Πρόκειται για εκφραστές εξωκοινοβουλευτικών κυρίως πολιτικών

αντιλήψεων. Είναι όμως ελάχιστοι μπροστά στη συντριπτική πλειονότητα των

κρατουμένων που πορεύονται ο καθένας για την προσωπική του και μόνο επιβίωση.

Πολλοί κρατούμενοι έχουν διαφορές και προηγούμενα πριν από τον εγκλεισμό τους

στη φυλακή. Μέσα στη φυλακή οι διαφορές ούτε ξεχνιούνται ούτε επιλύονται.

Αντιθέτως, σε τέτοιες περιπτώσεις οι ανάγκες προστασίας είναι αυξημένες αφού

συχνά ξεσπούν τρομερής έκτασης επεισόδια, με εμπλοκή πολλών κρατουμένων,

βιαιότητες κάθε είδους και βαρύτατους τραυματισμούς… Τα τελευταία επεισόδια

που είχαμε στον Κορυδαλλό ήταν μεταξύ Ασιατών και δεν είχαν εμφανή τουλάχιστον

εμπλοκή οι Αλβανοί. Μεγάλης έντασης γεγονότα έχουμε και μεταξύ Ελλήνων που

είναι όμως προσωπικά ξεκαθαρίσματα με μικρή συμμετοχή κρατουμένων…».

Για τους αλλοδαπούς που τελούν υπό απέλαση, προβλέπεται ειδικός χώρος κράτησης

«αλλά μόνο για ειδικό χώρο δεν μπορούμε να μιλήσουμε!

Πρόκειται για τρεις αίθουσες που διαμορφώθηκαν πρόσφατα και εκεί έχουν

στοιβαχτεί περισσότεροι από εκατό άνθρωποι, ο ένας πάνω στον άλλον. Μέχρι

πρόσφατα ο ένας από τους τρεις θαλάμους δεν είχε καν τουαλέτα! Οι άνθρωποι

αυτοί υποφέρουν περισσότερο απ’ όλους από συνωστισμό και έλλειψη στοιχειώδους

καθαριότητας…».

Στις υπηρεσίες του Νίκου Κουλούρη καταφεύγουν συνήθως «οι άνθρωποι που έχουν

ελάχιστη έως μηδενική υποστήριξη από το εξωτερικό της φυλακής περιβάλλον με

απλά αιτήματα παροχής ειδών πρώτης ανάγκης. Αλλά και ο αντίποδάς τους,

άνθρωποι δηλαδή που έχουν μεγάλη υποστήριξη και ξέρουν να διεκδικούν. Οι

τελευταίοι γυρεύουν από πληροφορίες για τις ποινές τους και για πάσης φύσεως

θέματα που αφορούν στη λειτουργία της γραμματείας μέχρι και σχετικές

απαντήσεις σε θέματα για τη σωφρονιστική πολιτική του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Ζητούν συμβουλές για το πώς θα χειριστούν περισσότερο αποτελεσματικά την

υπόθεσή τους και υποθέτω ότι αυτό γίνεται γιατί θέλουν να διασταυρώσουν την

εγκυρότητα των υποδείξεων των δικηγόρων τους…».

Δεν τον ξαφνιάζει η φυλακή από «μέσα» τον Νίκο Κουλούρη ­ δεν είναι ένας χώρος

που επιφυλάσσει εκπλήξεις στον ειδικό επιστήμονα. Αλλά είναι πάντα «ένας χώρος

δουλειάς – πρόκλησης, όπως και χώρος συνειδησιακής δοκιμασίας. Όλα μπορεί

κανείς να τα περιμένει στη φυλακή, όπως και στην έξω κοινωνία ­ από το πιο

ανθρώπινο και καλύτερο έως το πιο απάνθρωπο και βάναυσο. Η φυλακή έχει τη δική

της ρουτίνα, το δικό της καθημερινό πρόγραμμα. Αυτή η ροή μπορεί να αλλάξει

προς το καλύτερο από μια μικρή χειρονομία καλής θέλησης από πλευράς του

φυλακτικού προσωπικού ­ να αφήσει π.χ. τα κελιά ανοικτά στη διάρκεια ενός

καύσωνα. Διαφοροποιείται εν μέρει και από τη λειτουργία ορισμένων

προγραμμάτων, άλλοτε συμβουλευτικού και θεραπευτικού κι άλλοτε εκπαιδευτικού

και επαγγελματικού χαρακτήρα. Για κάποιους κρατούμενους, αλλαγή είναι η

λειτουργία της δανειστικής βιβλιοθήκης, η δυνατότητά τους να μιλήσουν με

κάποιον άνθρωπο που ξέρει να ακούει, η συνάντησή τους στον διάδρομο με έναν

φύλακα που χαμογελά…».

Δεν αναμειγνύονται

Όσο αλλάζει η εικόνα των κρατουμένων, διαφοροποιείται και η εικόνα των φυλάκων

τους. Ο φύλακας πια, «προσπαθεί να περιορίσει όσο γίνεται τον ρόλο του σε μια

ανώδυνη φύλαξη, να μην ανακατευθεί με δυο λόγια στα «εσωτερικά» των

κρατουμένων, χωρίς να αποφεύγει και την προσωπική επικοινωνία και ενίοτε και

τη δοσοληψία με τον κρατούμενο. Ο κρατούμενος από την άλλη, δεν έχει καμιά

σχέση με τον κρατούμενο που ξέραμε. Ο πληθυσμός των κρατουμένων δεν αποτελεί

μια ενιαία και αλληλέγγυη ομάδα με κοινά χαρακτηριστικά. Είναι

κατακερματισμένος σε πολλές μικρότερες ομάδες με αντιτιθέμενα και συγκρουόμενα

συχνότατα συμφέροντα. Δεν υπάρχει κοινή συνείδηση, κοινή προέλευση, κοινό

χρώμα, κοινή θρησκεία, κοινά ήθη και έθιμα, κοινά οφέλη ή κοινές προσδοκίες.

Αυτό κάνει ακόμα δυσκολότερη τη διαδικασία ελέγχου στη φυλακή. Συνάμα, όσο

αναπτύσσεται η προσπάθεια ελέγχου τόσο καλλιεργούνται και αναπτύσσονται η

αντιπαλότητα και η αντιπαράθεση με επακόλουθο να αυξάνεται ακόμη περισσότερο η

ανάγκη για άσκηση ελέγχου! Είναι ένας φαύλος κύκλος…».

Αν υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ των κρατουμένων μιας φυλακής, είναι ένα: το

προσωπικό ενδιαφέρον να περιορίσουν όσο γίνεται τη διάρκεια παραμονής τους στη

φυλακή: «αυτό αλλά και η μέσα τους αίσθηση ότι η Δικαιοσύνη τους έχει αδικήσει

­ ότι πληρώνουν δηλαδή για κάτι που δεν έχουν κάνει ή πληρώνουν για το αδίκημα

ή το έγκλημα που έχουν κάνει περισσότερο απ’ όσο τους αναλογεί…».

«Στις παλαιότερες στάσεις είχαμε βία, αλλά όχι τις δολοφονίες που έχουμε

τώρα»

Παρά τον μεγάλο αριθμό καταδικασθέντων σε στερητική της ελευθερίας ποινή, ένα

μικρό μόνο ποσοστό μπαίνει στις φυλακές. Το ανησυχητικό, σύμφωνα με έρευνα της

κ. Έφης Λαμπροπούλου, αναπληρώτριας καθηγήτριας Εγκληματολογίας, είναι ότι ενώ

μέχρι το 1989 έμπαινε στις φυλακές το 6% με 7% των καταδικασθέντων, από το

1990 και μετά, το ποσοστό έχει σχεδόν διπλασιασθεί ­ 13%!

Η αύξηση στο σύνολο των κρατουμένων από το 1990 και μετά ­ σε σχέση με το 1980

­ ανέρχεται από 5,6% στο 20,7%. Αυτή η αύξηση μπορεί να συνδεθεί «και με τη

γενικότερη αύξηση της εγκληματικότητας μετά το 1990 αλλά και με τη σημαντική

εκπροσώπηση των αλλοδαπών στον πληθυσμό των φυλακών που ανέρχεται περίπου στο

46% ­ με μια αύξηση 9% σε τρία χρόνια! Αύξηση παρατηρείται και στους υποδίκους

μέχρι και 82% (!) για τους ίδιους λόγους αλλά πιθανότατα και λόγω του φόρτου

των δικαστηρίων που αδυνατούν να επεξεργασθούν σύντομα τις υποθέσεις…».

Σε σχέση με το είδος της εκτιόμενης ποινής, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται

μείωση του αριθμού εκείνων που καταδικάζονται σε ποινή φυλάκισης έως ένα έτος

­ από 27% σε 11%. Και, φυσικά, έχουμε παράλληλη (και δυσανάλογη) αύξηση των

ποινών φυλάκισης πάνω από 12 μήνες, ιδίως στην ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης που

τριπλασιάζεται ­ από 10,6% σε 27,7%, όπως και των καταδικών σε ισόβια κάθειρξη

­ από 2% σε 6%. Η αλλαγή της σύνθεσης του πληθυσμού των κρατουμένων στις

ελληνικές φυλακές, εκφράζεται και στην κουλτούρα των φυλακών, κατά την κ. Έφη

Λαμπροπούλου. Χαρακτηριστικό είναι ότι «στις παλαιότερες στάσεις κρατουμένων

είχαμε βία αλλά δεν είχαμε τις δολοφονίες που έχουμε τώρα. Τα πράγματα έχουν

σκληρύνει, δεν υπάρχει μια σχετική αλληλεγγύη ­ στο μέτρο έστω που υπήρχε ή

μπορούσε να υπάρξει ­ οι αλλοδαποί κρατούμενοι είναι αρκετά σκληρότεροι και σε

μεγάλη αναλογία και ενώ υπάρχει μια έντονη πολιτικοποίηση, που θα μπορούσε να

είναι θετική, δυστυχώς στην πράξη δεν είναι…». Με τον κατακερματισμό σε

πολλές μικρές ομάδες, κυριαρχεί η εχθρικότητα και η έλλειψη εμπιστοσύνης

ανάμεσα στους κρατούμενους «και εκείνος ο ρόλος που είναι περισσότερο ασαφής

από όλους τους υπόλοιπους, σε σχέση με την ηρεμία, την τάξη και τη διαχείριση

των ομάδων, είναι αυτός του φυλακτικού προσωπικού…»

Οι σκληροί κυριαρχούν κι όποιος αντιστέκεται πληρώνει

Λάρισα, 1996. Η «ρουτίνα» έσπασε για λίγες μέρες…

Ο υπερπληθυσμός και ο συμφυρμός, η αλλαγή των εθνικοτήτων στον ποινικό

πληθυσμό και η αντιστροφή στη σχέση κρατουμένων και (δεσμο)φυλάκων είναι τα

τρία νέα δεδομένα στην πραγματικότητα των ελληνικών φυλακών, όπως τα

επισημαίνει ο καθηγητής Εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης: «Η εικόνα του

φοβισμένου κρατουμένου και του ισχυρού δεσμοφύλακα ανήκει στο παρελθόν. Σήμερα

έχουμε «ισχυρό» κρατούμενο και αν όχι πάντα φοβισμένο φύλακα, φύλακα…

παρατηρητή! Έναν υπάλληλο που διεκπεραιώνει τυπικά το ωράριό του και παίζει

πια ακόμη και στη διακίνηση παρανόμων ουσιών ή εμπορευμάτων μικρότερο από το

παρελθόν ρόλο αφού όλα αυτά έχουν περάσει στην αρμοδιότητα της μαφίας των

φυλακών!».

Οι Αλβανοί κρατούμενοι έχουν το πάνω χέρι στις φυλακές: «Οι σχέσεις και η

διακίνηση διαμορφώνονται κυρίως από τη συγκεκριμένη μεγάλη ποινική ομάδα. Οι

σκληροί κυριαρχούν, δεν γίνονται ψηφοφορίες ­ οι όροι επιβάλλονται κι όποιος

αντιστέκεται πληρώνει. Οι διακρίσεις που υπάρχουν στην φυλακή ­ υπόδικος,

κατάδικος, χρεοφειλέτης ­ είναι τυπικές και θα είχαν νόημα στον βαθμό που θα

μπορούσαν οι συγκεκριμένες κατηγορίες κρατουμένων να έχουν διαφορετική

μεταχείριση και χώρους κράτησης. Αλλά δεν έχουν… Ο αλλοδαπός που κρατείται

για παράνομη είσοδο και θα απελαθεί κρατείται στον ίδιο χώρο με τον ισοβίτη, ο

υπόδικος με τον κατάδικο, ο ναρκομανής και ο χρεοφειλέτης με τον ληστή και τον

ανθρωποκτόνο. Πέρα από τις νομικές διακρίσεις, υπάρχει και εσωτερική διάκριση

των εγκληματιών και των εγκλημάτων τους από τους ίδιους τους κρατουμένους. Ο

σκληρός κρατούμενος δεν θεωρεί τον τοξικομανή π.χ. συγκρατούμενό του ­ τον

θεωρεί άρρωστο. Δεν αποδέχεται εκείνους που σκότωσαν τη μάνα ή τα παιδιά τους

ή τους αιμομίκτες ­ τους θεωρεί ό,τι χειρότερο! Και αυτοί θα πληρώσουν το

έξτρα («εσωτερικό») τίμημα της φυλακής. Όπως θα πληρώσει και ο «διαφορετικός»

κρατούμενος ­ ο ομοφυλόφιλος ή ο φορέας του AIDS…».

Ο σκληρός κρατούμενος, είναι ο κυρίαρχος, ο «πρώτος» τη τάξει, ο «άτρωτος».

Τον φοβάται ο Έλληνας κρατούμενος αλλά και ο αλλοδαπός. Τον φοβούνται και τα

κυκλώματα των δικηγόρων που δεν μπορούν πια να εκμεταλλεύονται με τον παλιό

τρόπο τους φυλακισμένους! Όποιος παίρνει χρήματα τάζοντας λαγούς με

πετραχήλια, κινδυνεύει να βρεθεί «μαχαιρωμένος» αν δεν φέρει το αποτέλεσμα που

υποσχέθηκε. Κάποιος από το κύκλωμα που βρίσκεται έξω θα απειλήσει και θα

εκβιάσει τηλεφωνικά εκείνον, τη γυναίκα ή την κόρη του… Και σε αρκετές

περιπτώσεις, τα χρήματα που πήρε ο δικηγόρος… επιστρέφονται!

Η συμβίωση πολλών ατόμων σε ένα κελί ή σε ένα θάλαμο έχουν δυσκολέψει ή και

περιορίσει τα περιστατικά βιασμών μέσα στη φυλακή: «Οι σεξουαλικές σχέσεις πια

είναι περισσότερο προϊόντα συναλλαγής. Ο φτωχός και ο αδύναμος φθάνει στο

σημείο να προσφέρεται ­ για να επιβιώσει. Το σεξ είναι περισσότερο αντιπαροχή

παρά βιασμός…».