Τον τελευταίο καιρό αναρωτιέμαι συχνά τι θα έλεγε ο συχωρεμένος πρώτος

κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας αν έβλεπε 150 και πλέον χρόνια

μετά τον άδοξο θάνατό του ότι «βάφτισε» ακουσίως ­ πλην ευλόγως ­ το πιο

πολυσυζητημένο σχέδιο της κυβέρνησης Σημίτη: το σχέδιο για την αναγκαστική

συνένωση περίπου 6.000 ΟΤΑ και τη δημιουργία 870 ισχυρών δήμων και 100 μόνο

κοινοτήτων.

Και λέω ευλόγως γιατί ο αγώνας που έδωσε ο ευγενής και φιλόδοξος αυτός ηγέτης

του 19ου αιώνα αναβιώνει ­ τηρουμένων των αναλογιών φυσικά ­ στην Ελλάδα του

2000. Και ιδού πώς εμφανίζεται η σήμερον ως χθες:

Ο Καποδίστριας επιχείρησε το 1828 την πρώτη διοικητική μεταρρύθμιση της

νεογέννητης Ελλάδας προσπαθώντας να θεμελιώσει ένα ισχυρό κεντρικό κράτος,

ικανό να επιβιώσει στις δυσχερέστατες συνθήκες της εποχής. Ο μεγάλος αντίπαλός

του ήταν φυσικά οι κοτζαμπάσηδες, οι τοπικοί άρχοντες των κοινοτήτων.

Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το σύστημα των κοινοτήτων λειτούργησε

αποτελεσματικά αλλά είχε και παρενέργειες: αποτέλεσε συχνά το όχημα για την

ισχυροποίηση μιας κατηγορίας προυχόντων, που το χρησιμοποίησαν ως πελατειακό

μηχανισμό και ως μέθοδο διόγκωσης της προσωπικής τους επιρροής. Ο εκ Ρωσίας

πολιτικός τόλμησε να καταγγείλει το ισχυρότατο αυτό κατεστημένο «ότι

χρησιμοποιεί τας φιλελευθέρας αρχάς ως μέσον διαιωνίσεως της επιρροής» του.

Με τα «μικροπολιτικά» συμφέροντα των τοπικών αρχόντων συγκρούεται κατ’ ανάγκην

και το σχέδιο «Καποδίστριας». Στον αγώνα αυτό, οι κατά τόπους προύχοντες

χρησιμοποιούν και χτυπήματα κάτω απ’ τη ζώνη, όπως έκαναν οι ομόλογοί τους

ενάμιση αιώνα πριν.

Η δημαγωγία, η παραπλάνηση των ενδιαφερομένων επιστρατεύονται για μια ακόμα

φορά. Και τότε οι εξεγερθέντες κατά του Καποδίστρια, στη Μάνη, προέτασσαν

συνθήματα ηχηρά και ηρωικά: Λεωνίδας, Λυκούργος, Σύνταγμα, Ελευθερία,

Ελευθεροτυπία. Πουθενά δεν άκουγες το αίτημα αποκλειστικής διαχείρισης των

τοπικών προσόδων, γιατί αυτό δεν θα ξεσήκωνε τα πλήθη. Στο θυμικό των Ελλήνων

στοχεύει και η σημερινή προπαγάνδα και ως εκ τούτου είναι πολύ αποτελεσματική.

Οι εκδρομείς του Σαββατοκύριακου (και οι θεατές των δελτίων ειδήσεων) βλέπουν

καθημερινά γνήσια αγανακτισμένα πρόσωπα να διαδηλώνουν ότι δεν θα επιτρέψουν

στο χωριό τους να πεθάνει. Γιατί τους έπεισε η παραπληροφόρηση ότι αυτός είναι

ο στόχος του «Καποδίστρια».

Να εξαφανίσει από προσώπου γης τα χωριά τους, να αλλάξει τον χάρτη, να σβήσει

τη μνήμη του τόπου. Υπάρχουν πολλοί που έφτασαν να πιστέψουν ότι πρόκειται να

ξηλωθούν εκκλησίες και να μεταφερθούν στη νέα έδρα της κοινότητας!

Εδώ είμαι υποχρεωμένη να εντοπίσω ένα λάθος του σημερινού «Καποδίστρια» που

έκανε και ο παλιός. Ο κυβερνήτης δεν ήταν εξοικειωμένος με την έννοια της

προπαγάνδας (σήμερα τη λέμε εκστρατεία ενημέρωσης και ακούγεται ομολογουμένως

καλύτερα). Ατάραχος δήλωνε: «Ούτε ο φόβος των ραδιούργων, ούτε ο φόβος των

μακρών στηλών μερικών εφημερίδων θα με εκτρέψουν της πορείας μου».

Ο Καποδίστριας πλήρωσε με τη ζωή του το λάθος του, αλλά εν πάση περιπτώσει ο

19ος αιώνας δεν ήταν ο αιώνας του μάρκετινγκ.

Σήμερα όμως, εν μέσω της μονοκρατορίας των επικοινωνιολόγων, επιτρέπεται να

μην έχει υποψιαστεί ο κάτοικος της κάθε κοινότητας ότι ο καβγάς που

υποκινείται από τους τοπικούς άρχοντες γίνεται για το πάπλωμα; Και κυρίως να

μην έχει πληροφορηθεί από αρμόδια χείλη τι θα σημάνει ο «Καποδίστριας» για το

μέλλον του;

Η Λένα Διβάνη είναι επίκουρος καθηγήτρια της Διπλωματικής Ιστορίας στη

Νομική Σχολή Αθηνών.