«Κάποιοι είναι γεννημένοι για να δημιουργούν.

Κάποιοι είναι γεννημένοι για να γιουχάρουν αυτούς που δημιουργούν. Και που μας κάνουν περήφανους σ’ έναν τόπο κι έναν χρόνο που τίποτα δεν μας κάνει περήφανους».

Αυτό έγραφα δύο χρόνια πριν για τον «Κυνόδοντα». Χωρίς να αναφέρω ονόματα. Αλλά επειδή το κρυφτούλι μας τελείωσε –για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας –δεν σε καταλαβαίνω, Δημήτρη Δανίκα, ειλικρινά. Τι μύγα σε τσίμπησε, μάτια μου, ούτε προσωπικά να είχες με τον άνθρωπο. Νύχτα να ‘μπαινε σπίτι σου να σου κλέψει το πορτοφόλι, πιο ψύχραιμος θα ήσουν.

Δημήτρη, να σου πω; Το ότι δεν σου αρέσει ο σκηνοθέτης γούστο σου καπέλο σου και καουμποϊλίκι σου. Από αυτό το σημείο όμως μέχρι την προσωπική εμπάθεια, εσύ διανύεις πολλά μουσκεμένα χιλιόμετρα. Δεν σου πάει το σινεμά του, ΟΚ δεκτό. Δεκτό και σεβαστό. Γράψ’ το, τεκμηρίωσε το, γνώμη έχεις, γνώση έχεις, άποψη έχεις, την εκφράζεις ελεύθερα ως οφείλεις.

Αλλά εδώ, πίσω από το κείμενό σου υφέρπει μια χαρά, ένα κέφι, ένα μπρίο –γιατί; Γιατί κάποιοι λίγοι γιουχάρανε την ταινία; Αυτό βγαίνει από το κείμενό σου, σαν να το ‘χεις πάρει προσωπικά. Λες και το ελάφι που σφάξανε έβοσκε στην αυλή σου.

Αυτός ο άνθρωπος που κάποιοι γιουχάρανε κάτι προσπαθεί να πει, κάτι προσπαθεί να επικοινωνήσει. Και από ό,τι προκύπτει, το κατορθώνει. Αλλοτε πιο αποτελεσματικά, άλλοτε λιγότερο. Οπως όλοι οι σημαντικοί σκηνοθέτες ήταν γαμάτοι; Δεν χασμουρήθηκες ποτέ διακριτικά παρακολουθώντας ένα αριστούργημα;

Δεν χρησιμοποιώ, εννοείται, το επίθετο «μεγάλος» για τον Λάνθιμο, γιατί δεν παίζει μπάλα σε τέτοιο επίπεδο. Στο μέλλον δεν ξέρουμε. Μπορεί να παίξει, μπορεί και όχι. Αυτό θα το αποφασίσουν το έργο του. Και η υστεροφημία του.

Αλλά πες ότι, «βέβηλα» έστω, μεγαλώνουμε τις κλίμακες σε κάθε μορφή τέχνης. Ακου λίγο τη Συμφωνία Νο 1

του Μπετόβεν και σε διαβεβαιώ, δεν έχεις χειρότερο. Και μη σου τύχει πρωί πρωί το «Κεφάλι του Αρλεκίνου» του Πικάσο. Ομως αυτά τα έργα δεν ακυρώνουν τους δημιουργούς τους.

Θα μου πεις «το χοντραίνεις, άλλα τα μεγέθη». Αλλα, ξεάλλα, η αλήθεια είναι αυτή. Το έργο δεν το έχουμε δει εμείς οι πληβείοι ακόμα. Ανεξάρτητα όμως αν μας αρέσει ή όχι, ο άνθρωπος αυτός έχει κατοχυρώσει το στίγμα του. Και είναι ήδη υπολογίσιμο.

Ο Λάνθιμος ήταν ένας νέος άνθρωπος που μετά τη Σχολή Σταυράκου δούλεψε στη διαφήμιση και στους Ολυμπιακούς του 2004, που δειλά δειλά έκανε αυτός τις ταινίες του και εμάς όλους («όλους» –λέμε τώρα!) περήφανους για τις ταινίες του. Για τις διακρίσεις του. Για το γεγονός ότι σε μια εποχή που η Ελλάδα σέρνεται σαν σφουγγαρόπανο σε βρώμικα πατώματα,αυτός ο δημιουργός φέρνει στο προσκήνιο το όνομα της χώρας μας με έναν τρόπο που μας έκανε περήφανους.

Δημήτρη, το ξέρεις καλύτερα από μένα. Αλλο «κάνω κριτική», άλλο «αποθεώνω το γιούχα». Ηρεμα λοιπόν γιατί η ζωή είναι αλλού –και αυτό το ξέρεις. Και δεν σ’ το λέω κουνώντας σου το δάχτυλο. Σου το λέω γιατί κάποτε ανήκαμε στην ίδια δημοσιογραφική παρέα και με αυτή την παρέα ξενυχτούσαμε το «τότε» στα φεστιβάλ των οριζόντων μας.

Φιλικά