Προπονητή έχουμε. Ομάδα ψάχνουμε. Κάπως έτσι δοκίμασε ο Σταύρος Θεοδωράκης να (επανα)διατυπώσει τη διαθεσιμότητα του Ποταμιού ως δυνητικού κυβερνητικού εταίρου. Εχουμε Πρωθυπουργό, είπε, αλλά πρέπει να του αλλάξουμε την κυβέρνηση.

Ο Θεοδωράκης δεν έκρυψε ποτέ ότι ήταν έτοιμος να μετάσχει σε κυβέρνηση συνεργασίας. Κάθε άλλο. Από την πρώτη στιγμή προσπαθούσε να εμφανίσει το κόμμα του ως τον ενδιάμεσο κρίκο που θα μπορούσε να συνεννοηθεί με τις δυνάμεις τόσο στα αριστερά όσο στα δεξιά του. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι να σφυρίξει στο εκλογικό φίνις το τρενάκι του Καμμένου ο Θεοδωράκης ήταν ο επικρατέστερος για να παίξει αυτόν τον ρόλο.

Ο Τσίπρας διάλεξε τελικώς εκείνον με τον οποίο είχε επωαστεί στο κοινό αντιμνημονιακό στρατόπεδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε άλλωστε δαιμονοποιήσει προληπτικά Το Ποτάμι ως «λαϊφστάιλ» Δούρειο Ιππο ύποπτων συμφερόντων.

Οσο όμως χάσκει η μεγάλη εκκρεμότητα της διαπραγμάτευσης τίποτε, ούτε η συγκυβέρνηση με τον Καμμένο, δεν είναι δεδομένο. Αυτή η αβεβαιότητα τροφοδοτεί και τον εκρηκτικό μικρό διπολισμό μεταξύ Ποταμιού και ΑΝΕΛ, που σε κάθε ευκαιρία ξεμαλλιάζονται ως αντίζηλοι.

Σε αυτή την αντιζηλία ο Θεοδωράκης έχει ως ατού την προτίμηση εκείνων των ευρωπαϊκών κύκλων που πιστεύουν ότι πρέπει να αποτραπεί ένα ελληνικό ατύχημα. Η λογική είναι ότι, αφού κανείς δεν μπορεί ακόμη να αμφισβητήσει την κυριαρχία Τσίπρα, χρειάζεται ένας εταίρος που θα τον ρυμουλκήσει προς την Ευρώπη –και που πάντως δεν θα είναι μια εθνικιστική και ρωσόφιλη εκδοχή του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού.

Η συμμετοχή σε ένα σχήμα υπό τον Τσίπρα δεν θα ήταν για Το Ποτάμι μια επιλογή χωρίς κόστος. Μένοντας στην αντιπολίτευση αποφεύγει τη φθορά, που έχει αποδειχθεί θανάσιμη για τις ελάσσονες συνιστώσες της εκάστοτε συμπολίτευσης. Και μπορεί να αξιοποιήσει τον χρόνο για να ωριμάσει κοινοβουλευτικά, όπου ήδη φαίνεται να αποκτά ένα κάποιο στελεχικό βάθος πίσω από την αρχηγική βιτρίνα.

Ο Θεοδωράκης όμως προκρίνει τον ρόλο του κυβερνητικού αντίβαρου στον ΣΥΡΙΖΑ. Φαντάζεται ίσως ότι έτσι θα εδραιωθεί στον πολιτικό χάρτη ως εγγυητής της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Δείχνει μάλιστα να πιστεύει ότι μπορεί να μονοπωλήσει αυτόν τον ρόλο. Γι’ αυτό και όσο πιο ανοιχτός εμφανίζεται προς τον Τσίπρα τόσο πιο κατηγορηματικά απορρίπτει τη σύγκλιση με τα παλαιά κόμματα –και ας βρίσκεται προγραμματικά πολύ εγγύτερα σε αυτά.

Είναι ένα σενάριο που βασίζεται στην πρόβλεψη ότι υπό το βάρος των διλημμάτων ο Πρωθυπουργός θα ακρωτηριάσει την αριστερά του, θα απαγκιστρωθεί από τον Καμμένο και θα βρεθεί στην ανάγκη του Θεοδωράκη. Ενα σενάριο που προϋποθέτει ότι πρώτα θα έχουν επαληθευθεί όσοι φαντασιώνονταν τον Τσίπρα σε ανδρεοπαπανδρεϊκές γυροβολιές.