Τα τελευταία χρόνια όλες οι κυβερνήσεις, στην προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν την αδυναμία προώθησης μιας ολοκληρωμένης και συνολικής στρατηγικής διαχείρισης του μεταναστευτικού προβλήματος, έδειχναν με το δάχτυλο στραμμένο προς τις Βρυξέλλες. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η επιχειρηματολογία για την ευθύνη ή την αδιαφορία των Βρυξελλών στο ζήτημα της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών και ιδιαίτερα της πρόληψής τους έχει όντως βάση –αποδεικνύεται μάλιστα περίτρανα με την πρόσφατη τραγωδία ανοικτά της Μάλτας, όπου πνίγηκαν 500 μετανάστες. Ομως αυτό δεν σημαίνει ότι και οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν προσπαθήσει μεθοδικά και συγκροτημένα να πείσουν τους θεσμούς της ΕΕ για το αυτονόητο, ότι το πρόβλημα των μεταναστευτικών πιέσεων δεν είναι περιφερειακό πρόβλημα των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά πρόβλημα συνολικά της ΕΕ. Το αντίθετο. Για πολλά χρόνια, μια και η ένταση των μεταναστευτικών πιέσεων στη Μεσόγειο χρονολογείται από το 2001-2002, αδιαφορούσαμε για το ζήτημα

Ώς το 2009, που το μέτωπο της Ανατολικής Μεσογείου και τα σύνορα της Ελλάδας άρχισαν να γίνονται σταδιακά η κύρια πηγή εισόδου οικονομικών (ή και πολιτικά διωκομένων) μεταναστών στην Ευρώπη. Το θέμα, όπως και πολλά άλλα στη χώρα μας, μπήκε στη δημόσια συζήτηση ex post και με την πίεση μιας κοινής γνώμης που είχε αρχίσει να αγανακτεί και να ακούει με ιδιαίτερη ζέση τις ακραίες θέσεις οι οποίες εκφράζονταν για το μεταναστευτικό ζήτημα. Η κρίση και τα σκληρά μέτρα της δημοσιονομικής προσαρμογής λειτούργησαν ως καταλύτης διόγκωσης των επιπτώσεων της μετανάστευσης και, παράλληλα, ως τροχοπέδη σε κάθε ρεαλιστική πολιτική προσπάθεια για τη διαχείριση ενός πολύπλοκου ζητήματος. Υπήρξαν εκπρόσωποι του πολιτικού συστήματος που επιχειρηματολογούσαν ακραία, υποστηρίζοντας ότι μόνο έτσι η Ελλάδα μπορούσε να ασκήσει πίεση στις Βρυξέλλες και να καταστήσει το πρόβλημα ευρωπαϊκό.

Υπήρξαν όμως και κάποιοι άλλοι, αριθμητικά λιγότεροι, που δεν έκαναν μεγάλη φασαρία, ενώ τόνιζαν την ανάγκη μιας συγκροτημένης στρατηγικής για τον «εξευρωπαϊσμό» του προβλήματος. Η ανάθεση στον Δημήτρη Αβραμόπουλο του χαρτοφυλακίου των Εσωτερικών Υποθέσεων, με επίσημη αναφορά στον τίτλο στη μετανάστευση, είναι ένα παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα. Δεν πρέπει όμως να εγκλωβιστούμε σε μαξιμαλισμούς, καθώς οι αποφάσεις δεν θα λαμβάνονται από τον ίδιο, άλλωστε το Πρόγραμμα Διακυβέρνησης του τομέα των Εσωτερικών Υποθέσεων που καθορίζει και την πολιτική για τη μετανάστευση και θα αντικαταστήσει το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης έχει ήδη προχωρήσει, και οι αλλαγές που περιλαμβάνονται στα προσχέδια για το ζήτημα της μετανάστευσης δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κοσμογονικές.

Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν δημιουργούνται ευκαιρίες από αυτή την επιτυχία για έλληνα εκπρόσωπο. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε και τις προκλήσεις. Μόνο σταθμίζοντας και τις δύο θα καταφέρουμε να αποκομίσουμε ως χώρα κάποιο όφελος από την ανάληψη του χαρτοφυλακίου των Εσωτερικών Υποθέσεων από τον Δημήτρη Αβραμόπουλο.

Ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι διεθνολόγος µε ειδικότητα στα θέµατα ασφαλείας και καθηγητής στη Σχολή Εθνικής Ασφαλείας