«Είμαι παντρεμένος με την ίδια γυναίκα 25 χρόνια. Είμαι λαϊκό παιδί. Κοιμήθηκα φούρναρης και ξύπνησα βουλευτής. Παίρνω ψυχοφάρμακα για να αντέξω στη φυλακή. Τι να πω στα παιδιά μου που με ρωτάνε;». Περίπου αυτά είπε χθες κλαψουρίζοντας ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Ευστάθιος Μπούκουρας, και κατηγορούμενος, μεταξύ των άλλων, για σύσταση εγκληματικής συμμορίας, από το βήμα του Κοινοβουλίου –και κατανοώ μόνο ως προς το πρώτο σκέλος τη συμπάθεια που του έδειξαν κάποιοι (μεταξύ των οποίων ο Απόστολος Κακλαμάνης, ο Κώστας Σκανδαλίδης, ο Μιχάλης Κασσής, η Ραχήλ Μακρή, η Τάνια Ιακωβίδου, για να αναφέρω μόνο τα προσωπικά μου είδωλα).

Κατά τα άλλα, θα μπορούσε να πει στα παιδιά του ό,τι έχει σκοπό να πει στο δικαστήριο, όταν έρθει η ώρα της δίκης του. Να απαντήσει, δηλαδή, με πειστικότητα και αποδείξεις (αν έχει) στις κατηγορίες που του έχουν απαγγελθεί, για συγκεκριμένες παραβατικές πράξεις (οι οποίες καταγράφονται σε άλλες στήλες). Ετσι μιλάνε οι αθώοι. Αποδεικνύουν την αθωότητά τους.

Θα πείτε: δεν είναι ένα κόμμα νεοναζί η Χρυσή Αυγή; Κατά μία βάσιμη ένδειξη, ναι. Η αποστροφή και η καταδίωξη του άλλου, του ξένου είναι ιδεολογικό χαρακτηριστικό ναζιστή. Η στρατιωτική εκπαίδευση και η βίαιη δράση των μελών της οργάνωσης έχει ναζιστικές καταβολές. Η σχετικοποίηση της αξίας του ανθρώπου, ανάλογα με το χρώμα του ή την καταγωγή του, είναι ένδειξη ναζιστικής ιδεολογίας. Ο βίαιος αντικοινοβουλευτισμός στο όνομα της διαμαρτυρίας, που κατά καιρούς έχει εκφραστεί με συνθήματα για κρεμάλες και Γουδή, με αντισυγκεντρώσεις και χουλιγκανισμό, θα μπορούσε να έχει ναζιστική καταγωγή.

Αλλά, μια στιγμή, για να μην έχουμε παρεξηγήσεις. Ο Μπούκουρας και οι άλλοι κατηγορούμενοι χρυσαυγίτες δεν κατηγορούνται για τις ιδέες τους. Δεν ενδιαφέρεται η Δικαιοσύνη από πού «κόλλησε» εθνικισμό ο κατηγορούμενος βουλευτής. Η Δικαιοσύνη δεν κάνει κοινωνιολογία. Δουλειά της είναι να εφαρμόζει τον νόμο. Ο Μπούκουρας, ή όποιοι συνάδελφοί του οδηγούνται στο εδώλιο, θα χρειαστεί να απαντήσουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Κατηγορίες που συγκεκριμενοποιήθηκαν μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, την αστυνομική και τη δικαστική έρευνα που ακολούθησε. Δεν διώκονται για την κομματική ένταξή τους, ασχέτως αν η πολιτική ιδεολογία τους (και η αίσθηση της ανεξέλεγκτης άσκησης εξουσίας, και της κατάχρησής της) προτρέπει σε εξτρεμιστική δραστηριότητα. Είναι κατηγορίες για συγκεκριμένα, κατονομασθέντα επακριβώς ποινικά αδικήματα.

Και οι συγκεκριμένες κατηγορίες, απαντώνται με μαρτυρίες και αποδείξεις. Αν ο Μπούκουρας έχει αποδείξεις ότι κατηγορείται αδίκως, τι φοβάται; Αν, πάλι, δεν μπορέσει να αποδείξει ότι οι κατηγορίες εναντίον του δεν ευσταθούν, το δημόσιο κλάμα του ήρθε αργά.