Γιατί μας αρέσουν τα μυθιστορήματα; Γιατί παθιαζόμαστε τόσο με ανύπαρκτα πρόσωπα; Το Γέιλ διεξάγει ένα πείραμα για να κατανοηθεί τι συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν μας αρέσει ένα μυθιστόρημα. Μετά τη λογοτεχνική κριτική, έρχεται η neuro lit crit, η νευρολογική λογοτεχνική κριτική: μελετά πώς τα μεγάλα κείμενα της λογοτεχνίας επηρεάζουν την «καλωδίωση» του εγκεφάλου μας.
Στην ερώτηση γιατί μας αρέσει ένα μυθιστόρημα, απαντούσαν λογοτεχνικοί κριτικοί, φιλόλογοι, συγγραφείς. Τώρα προσπαθεί να απαντήσει και η επιστήμη. Σε μερικούς μήνες, μια ομάδα φοιτητών θα υποβληθεί σ΄ ένα πείραμα που δεν έχει ξαναγίνει. Θα διαβάσουν κείμενα διαφορετικής ποιότητας και βάθους, ένα άρθρο εφημερίδας, ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται εύκολα, ένα πιο περίπλοκο, και μετά θα μετρηθεί η συγκέντρωση αίματος στα εγκεφαλικά κύτταρά τους για να σχεδιαστεί ένας χάρτης των νευρολογικών αντιδράσεών τους την ώρα που διαβάζουν. Η πρωτοβουλία ανήκει στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ και εντάσσεται σε μια νέα προσέγγιση της μελέτης της λογοτεχνίας που αποκλήθηκε neuro lit crit, νευρολογική λογοτεχνική κριτική. Είναι καρπός μιας συζήτησης που διεξάγεται στις δύο όχθες του Ατλαντικού, κυρίως στις ΗΠΑ και στη Βρετανία- λογοτεχνική κριτική με τη βοήθεια της ιατρικής και της τεχνολογίας.

Τα εγκεφαλικά κύτταρα

«Υπάρχουν συγκεκριμένα εγκεφαλικά κύτταρα που διεγείρονται κατά την ανάγνωση κι έτσι μπορούμε να τα μελετήσουμε», υποστηρίζει ο καθηγητής Ρίτσαρντ Γουάιζ, νευρολόγος στο Ιmperial College του Λονδίνου, ένας από τους οργανωτές του προγράμματος, στο οποίο συμμετέχουν τόσο φυσικοί επιστήμονες όσο και πανεπιστημιακοί των ανθρωπιστικών επιστημών.

Δεν συμφωνούν όλοι: «Μου φαίνεται ανοησία», λέει στον βρετανικό «Ομπζέρβερ» ο δρ Ιαν Πάτερσον που διδάσκει Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, «το να διαβάζεις ένα μυθιστόρημα είναι μια ατομική εμπειρία, δεν μπορείς να τη μετρήσεις και να την ταξινομήσεις σαν να πρόκειται για πείραμα σε δοκιμαστικό σωλήνα». Ομως οι οργανωτές της πρωτοβουλίας υποστηρίζουν πως η ανακάλυψη των επιστημονικών κανόνων που βρίσκονται πίσω από το αρχαίο πάθος του ανθρώπου για τις ιστορίες, την αφήγηση, τα μυθιστορήματα, δεν αφαιρεί τίποτε από την αισθητική ή από την καθαρά προσωπική σχέση που έχει καθένας μας με τα βιβλία. «Το να γνωρίζεις την επιστήμη πίσω από τις κινήσεις ενός κομήτη δεν μειώνει την ομορφιά του έναστρου ουρανού», σχολιάζει ο καθηγητής Τζόναθαν Γκότσαλ του Κολεγίου Ουάσιγκτον και Τζέφερσον στην Πενσυλβάνια. «Είναι μία από τις πιο συναρπαστικές εξελίξεις στη μελέτη της διανοητικής ζωής», συμφωνεί ο Μπλέικι Βερμούλ του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ;

Στόχος είναι να σχεδιαστεί ένας χάρτης των νευρολογικών αντιδράσεων την ώρα της ανάγνωσης

Στα γονίδιά μας η έλξη για την αφήγηση


ΠΡΟΣ ΠΟΙΑ κατεύθυνση θα αναλυθούν οι εγκεφαλικές αντιδράσεις στη λογοτεχνία του Σαίξπηρ, του Προυστ ή της Βιρτζίνια Γουλφ; Μια υπόθεση που η neuro lit crit θέλει να επιβεβαιώσει είναι πως το πάθος για την αφήγηση έχει τη βάση του στην εξέλιξη του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος αισθανόταν ανέκαθεν τη γοητεία, ακόμη και την ανάγκη να ακούει και μετά να διαβάζει φανταστικές ιστορίες, ίσως αυτό σημαίνει ότι το χαρακτηριστικό του αυτό είναι απαραίτητο, έχει προβλεφθεί από τη φύση, είναι εγγεγραμμένο στον γενετικό μας κώδικα βάσει του οποίου αναπτυσσόμαστε. Μια άλλη επιδίωξη είναι να προσδιοριστεί γιατί αναπτύχθηκε στον άνθρωπο ο αλτρουισμός, παρόλο που τα εγωιστικά γονίδιά μας είχαν θεμελιώδη ρόλο στην επιβίωση του είδους. «Για να μας δώσει ένα κίνητρο για να συνεργαστούμε με τον πλησίον μας, η Μητέρα Φύση προέβλεψε να υπάρχει ένα συναίσθημα οργής για την αδικία και ένα συναίσθημα ευχαρίστησης όταν αυτός που τη διαπράττει, τιμωρείται», παρατηρεί ο Ουίλιαμ Φλες, καθηγητής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Μπραντάις.

Γι΄ αυτό, συμπεραίνει, μας αρέσει η αφήγηση. Επειδή είναι γεμάτη «αλτρουιστές τιμωρούς», πρόσωπα που διορθώνουν αδικίες χωρίς κανένα όφελος για τους ίδιους, από τον Οδυσσέα στον Δον Κιχώτη, από τον Αμλετ στον Ηρακλή Πουαρό.