Σε μια πρωτότυπη «χαρτογράφηση» και προβολή μέσω του You Tube των ελληνικών φάρων, που αποτελούν σύμβολα σταθερότητας, ασφάλειας και προέκτασης των μοναδικών ελληνικών τοπίων, προχωρεί η εταιρεία Sony.
Η Sony Mobile Ελλάδας παρουσίασε την Πέμπτη στο Ναυτικό Όμιλο Ελλάδος, το αφιέρωμα «Στους Φάρους της Ελλάδος», που περιλαμβάνει ένα ντοκιμαντέρ, το οποίο εστιάζει στους επιβλητικούς άγρυπνους «φύλακες» της χώρας.
«Οι φάροι της Ελλάδος αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα σύγχρονα μνημεία της χώρας μας και της ναυτικής ιστορίας της», δήλωσε ο κ. Αντώνης Μπαρούνας, πρόεδρος της Sony Mobile για ολόκληρη την Ευρώπη και πρόσθεσε: «Η εμπειρία μας κατά την επίσκεψη σε αρκετές τοποθεσίες των φάρων ήταν ιδιαίτερα επιμορφωτική, ενώ η φιλοξενία των φαροφυλάκων υπήρξε άκρως συγκινητική».
Οι φάροι της Ελλάδος αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής ναυτικής παράδοσης και σημείο αναφοράς για τους ναυτιλλόμενους. Μοναδικά κτίσματα που στέκονται επιβλητικά σε διάφορα σημεία των ηπειρωτικών και νησιωτικών ακτών της χώρας εκπέμποντας φως.

Οι φαροφύλακες καταβάλλουν καθημερινά ιδιαίτερη προσπάθεια για να προσεγγίσουν απόκρημνες περιοχές της χώρας, διανύοντας – πολλές φορές περπατώντας – μεγάλες αποστάσεις για να φτάσουν στους απομονωμένους φάρους. Σε πολλές περιπτώσεις – κάτω από άστατες καιρικές συνθήκες – οι φαροφύλακες αναγκάζονται να παραμείνουν και να εργαστούν για μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στους φάρους.

«Ήταν ακριβώς αυτά τα στοιχεία που ενέπνευσαν τη Sony για τη δημιουργία αυτού του αφιερώματος – ντοκιμαντέρ», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαρούνας.
Το ντοκιμαντέρ που βρίσκεται στη φάση της ολοκλήρωσής του, θα αποτελείται από επτά ιστορίες σε επτά διαφορετικά σημεία της Ελλάδος και θα είναι διαθέσιμο στο ελληνικό You Tube channel της Sony Mobile Greece

(https://www.youtube.com/user/sonygreece) ως τα τέλη Ιουνίου.

Οι επτά ιστορίες ξεχωριστά, θα είναι επίσης διαθέσιμες σε μεμονωμένα video μικρότερης διάρκειας. Το ντοκιμαντέρ υπογράφει ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Πανονίδης, ενώ την φωτογραφική επιμέλεια του αφιερώματος έχει ο φωτογράφος Τάσος Βρεττός.

Το δίκτυο των φάρων στην Ελλάδα εκτείνεται σε μήκος 18.400 χλμ. και παρά τον εκσυγχρονισμό των μέσων ναυσιπλοΐας (gps, dgps κ. λπ.), εξακολουθεί να παραμένει ένα απαραίτητο ναυτιλιακό βοήθημα.

Οι 1.297 φάροι που συντηρούνται από την Υπηρεσία Φάρων (ανεξάρτητη υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού, που υπάγεται απευθείας στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού) εκτιμάται ότι καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες φωτοσήμανσης 9.835 νήσων, νησίδων και βραχονησίδων, καθώς και 1.345 κόλπων και όρμων, 161 στενών και διαύλων και 520 λιμένων.

Υπάρχουν όμως αρκετά ζητήματα σε σχέση με τη διαχείριση του δικτύου των φάρων, καθώς το συνολικό κόστος της συντήρησης του δικτύου εκτιμάται σε 1,5 εκατ. ευρώ ετησίως.

Επιπλέον, μεγάλος αριθμός παλαιών πέτρινων φάρων έχει πάψει να λειτουργεί, καθώς βρίσκεται σε πολύ κακή κατάσταση.

Ηδη, για το σκοπό αυτό η πολιτεία αποφάσισε να αναζητήσει βοήθεια στον ιδιωτικό τομέα. Ο νόμος 4278/12 (φάροι, στρατολογία και άλλες διατάξεις) θεσμοθέτησε για πρώτη φορά τη δυνατότητα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα να ανακηρύσσονται «ανάδοχοι φάρου».

Ο «νονός» αναλαμβάνει «υποχρέωση εκτέλεσης εργασιών ή κάλυψης δαπανών εγκατάστασης, συντήρησης, επισκευής ή ανάδειξης ενός ή περισσότερων φάρων για ορισμένο χρονικό διάστημα».

Ως αντάλλαγμα, η πολιτεία δίνει στον ανάδοχο «δικαιώματα σχετικά με την επικοινωνιακή τους προβολή και τη χρήση του φάρου, υπό την προϋπόθεση σεβασμού της ιστορικής, αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής τους αξίας». Επιπλέον, προβλέπεται η δυνατότητα παραμονής στον φάρο των αναδόχων.

Η διαμονή σε φάρους για λόγους αναψυχής επιτρέπεται από τις αρχές Μαΐου εκάστου έτους έως και περί τα τέλη Σεπτεμβρίου. Περίπου 22 φάροι (από τη Σαντορίνη και την Κρήτη έως τη Χαλκιδική) χρησιμοποιούνται ως οικήματα για παραθεριστές του προσωπικού του Πολεμικού Ναυτικού.

Σύμφωνα με την Υπηρεσία Φάρων, μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί σε όλη τη χώρα 144 πέτρινοι παραδοσιακοί φάροι, από τους οποίους oι 58 είναι επανδρωμένοι ή επιτηρούμενοι από φαροφύλακες, ενώ για τους υπόλοιπους 86 δεν υφίσταται αυτή η δυνατότητα λόγω της πολύ κακής τους κατάστασης.

Μέχρι σήμερα έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέοι με αποφάσεις του υπουργείου Πολιτισμού 46 από αυτούς.

Η ιστορία των φάρων

Η πρώτη αναφορά σε φωτοβόλο ναυτιλιακό βοήθημα περιέχεται στο Ομηρικό έπος και δικαιολογεί την χρήση ναυτιλιακών πυρσών στις ελληνικές θάλασσες από την αρχαιότητα. Ορόσημο των παγκόσμιων φάρων και φανών είναι ο περίφημος Φάρος της Αλεξάνδρειας κατασκευασμένος στο νησί Φάρος, βορειοδυτικά της πόλης.

Κατασκευάσθηκε τον 3ο αιώνα (296-280) π. χ. από τον αρχιτέκτονα Σώστρατο του Δεξιφάνους. Η ανέγερση του φάρου ξεκίνησε υπό την βασιλεία του Πτολεμαίου Α΄του Σωτήρα και ολοκληρώθηκε από τον διάδοχο του Πτολεμαίο Β΄ τον Φιλάδελφο.
Το ύψος του πύργου ήταν 156,9 μέτρα και τον καθιστά το υψηλότερο κτίσμα της αρχαιότητος. Η φωτοβολία του ήταν 30 ναυτικά μίλια, ενώ κατά τη διάρκεια της ημέρας, αναδύετο πυκνός καπνός που βοηθούσε τα πλοία να χαράξουν πορεία στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας.
Καταστράφηκε το 1303 ύστερα από ισχυρό σεισμό που έπληξε την περιοχή.
Απομεινάρι τέτοιας κατασκευής είναι η βάση του Φάρου των Χανίων που στη συνέχεια οι Οθωμανοί μετέτρεψαν σε πύργο που εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα.
Στα χρόνια της τουρκοκρατίας λειτουργούσαν λίγοι πυρσοί κυρίως στις εισόδους των μεγάλων εμπορικών λιμένων. Οι πυρσοί αυτοί ήταν λυχνίες με φυτίλι τις οποίες τοποθετούσαν στην κορυφή πύργων των οχυρώσεων των λιμένων ή σε ικριώματα και η χρήση τους ήταν να προσδιορίζουν την είσοδο των λιμένων.
Ο πρώτος πυρσός άναψε στην πρωτεύουσα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους Αίγινα το 1829, στην είσοδο του λιμένα της δίπλα στο εκκλησάκι του Άγιου Νικολάου του Θαλασσινού.
Ακολούθησαν οι πυρσοί των Σπετσών και της Κέας (1831). Οι πρώτοι πυρσοί λειτούργησαν με μέριμνα των τοπικών λιμενικών αρχών. Το 1834 κατασκευάστηκε ο Φάρος Γάιδαρος Σύρου.

Από το 1848 οι φάροι και φανοί συντηρούνται με μέριμνα του κράτους. Οι παλαιότεροι φάροι που κατασκευάστηκαν στον ελλαδικό χώρο ήταν οι φάροι της Ιονίου Επτανησιακής Πολιτείας (κάστρο Κέρκυρας 1822, Βαρδιάνοι 1824, Λευκίμη 1825 Λάκκα 1825 Μαντόνας 1825) και άλλοι 9 φανοί που κατασκευάστηκαν από τους Άγγλους, οι οποίοι ενσωματώθηκαν στο ελληνικό φαρικό δίκτυο με την ένωση της Ιονίου Επτανησιακής Πολιτείας με την Ελλάδα το 1864.

Ως το 1882 το φαρικό δίκτυο αριθμούσε 40 φάρους και φανούς, ενώ έως το 1917 λειτουργούσαν 214 πυρσοί και 38 σταθεροί φανοί στις ελληνικές ακτές, μαζί με τους πυρσούς που προστέθηκαν από τις Νέες Χώρες.
Από το 1980 η Υπηρεσία Φάρων άρχισε τη μελέτη και σταδιακή αντικατάσταση των παλαιών φωτιστικών μηχανισμών με σύγχρονους ηλεκτρικούς ή ηλιακούς.
Ο εκσυγχρονισμός του φαρικού δικτύου ολοκληρώθηκε το 1998. Σήμερα λειτουργούν 1451 πυρσοί νέας τεχνολογίας στο ελληνικό Φαρικό δίκτυο ευθύνης Υπηρεσίας Φάρων.
Οι φωτιστικοί μηχανισμοί

Τα φωτιστικά μηχανήματα των φάρων στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, αποτελούνταν από συστοιχίες λυχνιών τύπου Argant, δηλαδή από λυχνίες με περισσότερα από ένα κυλινδρικά φιτίλια, τοποθετημένες μπροστά από κύλα μεταλλικά κάτοπτρα και καύσιμο φυτικά ή ζωικά έλαια.

Η απόδοση αυτών των φωτιστικών μηχανισμών ήταν αρκετά ικανοποιητική και χρησιμοποιούνταν στους περισσότερου φάρους της εποχής. Στον φάρο Γάιδαρος Σύρου είχε τοποθετηθεί τετράπλευρος μηχανισμός με τρεις λυχνίες argant σε κάθε πλευρά και μηχανισμό περιστροφής. Αυτός είναι ο πρώτος περιστροφικός φάρος στην Ελλάδα.
Η εξέλιξη των φωτιστικών μηχανημάτων οφείλετε στον Γάλλο φυσικό Augustin Fresnel o οποίος επινόησε το καταδιοπτρικό οπτικό το 1822.

Κατασκεύασε ένα χιτώνιο με δυο τύπους φακών οι οποίοι είναι :

* Οι κυψέλες που βρίσκονται στο άνω και κάτω μέρος του οπτικού και είναι μια διάταξη από πρισματικούς φακούς με σκοπό την συγκέντρωση και ευθυγράμμιση του φωτός.

* Οι κύριοι κοίλοι φακοί που βρίσκονται στο κέντρο του οπτικού ευθυγραμμισμένοι με την λυχνία οι οποίοι ενισχύουν την φωτοβολία.

Το αποτέλεσμα της εφεύρεσης ήταν να περιορίσει την απώλεια της φωτοβολίας από την λυχνία στο 17%, αντί του 87% των παλαιών κατοπτρικών μηχανισμών επιτυγχάνοντας έτσι φωτοβολίες άνω των 20ν. μ.

Όμως, μεγάλη ώθηση στην εξέλιξη της φωτοσήμανσης έδωσε η εφεύρεση των αυτόματων πυρσών ασετιλίνης, το 1910 από το Σουηδό μηχανικό Gustaf Dallen, ο οποίος κατασκεύασε τον εκλαμπτήρα γυμνής φλόγας αερίου ασετιλίνης.

Στις αρχές του 1920 οι φάροι λειτουργούν με λυχνίες πυρακτώσεως ατμοποιημένου πετρελαίου, πετυχαίνοντας μεγαλύτερη φωτοβολία.
Μέσα στη δεκαετία του 1980 αντικαταστάθηκαν όλες οι λυχνίες ατμοποιημένου πετρελαίου με ηλεκτρικούς η φωτοβολταικούς φωτιστικούς μηχανισμούς. Σήμερα όλοι οι φωτιστικοί μηχανισμοί των φάρων και των αυτόματων πυρσών του Ελληνικού Φαρικού Δικτύου λειτουργούν με σύγχρονα φωτοβολταικά η ηλεκτρικά φωτιστικά συστήματα.
Οι φαροφύλακες

Στα πρώτα χρόνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους οι φαροφύλακες προσλαμβάνονταν από τις κατά τόπους λιμενικές αρχές. Το 1880 με ειδικό νόμο ιδρύθηκε το σώμα των φαροφυλάκων, το οποίο επανδρωνόταν από ναύτες που υπηρετούσαν τετραετή θητεία στους Φάρους.
Το 1887 συστάθηκε το ειδικό Σώμα Φάρων το οποίο αποτελούσαν οι επιστάτες (προϊστάμενοι φάρων) και οι φύλακες (φαροφύλακες).
Από τότε οι φαροφύλακες είναι μόνιμα στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού και υπάγονται διοικητικά και οργανικά στην Υπηρεσία Φάρων.
Αντικείμενο της ειδικότητας του φαροφύλακα είναι η ορθή λειτουργία του φωτιστικού μηχανισμού του φάρου και η συντήρηση του κτιρίου του φάρου.
Η εργασία του φαροφύλακα, τα παλαιότερα χρόνια είχε πολλές δυσκολίες.
Στη διάρκεια της μέρας καθάριζαν, συντηρούσαν και εφοδίαζαν με καύσιμο (φωτιστικό πετρέλαιο) το φωτιστικό μηχανισμό.

Τη νύχτα εκτελούσαν φυλακή (βάρδια). Ήταν υποχρεωμένοι να βρίσκονται στον κλωβό του φάρου (θάλαμο με την εστία φωτός στην κορυφή του πύργου του φάρου) σε όλη την διάρκεια της φυλακής τους, κουρδίζοντας ανά τακτά χρονικά διαστήματα την μηχανή περιστροφής του φάρου και διατηρώντας σταθερή την πίεση του καυσίμου, χρησιμοποιώντας μια χειροκίνητη αεραντλία.

Η εργασία αυτή ήταν επίπονη λόγω της σωματικής κούρασης και της αποπνικτικής ατμόσφαιρας από τις αναθυμιάσεις του πετρελαίου και την υψηλή θερμοκρασία (λόγω της καύσης του πετρελαίου) που πολλές φορές κατά την διάρκεια του καλοκαιριού ξεπερνούσε τους 40 βαθμούς κελσίου.
Το προσωπικό του φάρου συνήθως αποτελούνταν από έναν επιστάτη και 2-3 φαροφύλακες.
Παρέμεναν στον φάρο 25 μέρες κάθε μήνα και μόνο 5 μέρες είχαν άδεια να απομακρυνθούν από τον φάρο, εφόσον το επέτρεπαν οι καιρικές συνθήκες.
Επειδή οι φάροι βρίσκονται σε δυσπρόσιτες περιοχές η Υπηρεσία Φάρων τους παρείχε μια λέμβο ή υποζύγιο (όνο ή ημίονο) για της μετακινήσεις τους και τον εφοδιασμό τους με τρόφιμα.
Παλαιότερα οι φαροφύλακες διέμεναν στο φάρο μαζί με τις οικογένειές τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο αριθμός των ενοίκων ξεπερνούσε τα δεκαπέντε άτομα (σύζυγοι και παιδιά) με αποτέλεσμα η διαβίωση στο φάρο να γίνετε ακόμα πιο δύσκολη.
Μια φορά το χρόνο προσέγγιζε στο φάρο το πλοίο φαρικών αποστολών (φαρόπλοιο) στο οποίο επέβαινε συνεργείο της Υπηρεσίας Φάρων που εκτελούσε εφοδιασμό του φάρου με καύσιμα (φωτιστικό πετρέλαιο), φάρμακα, γραφική ύλη, υλικά καθαρισμού και υλικά συντηρήσεως του κτιρίου του φάρου (χρώματα, πινέλα, δομικά υλικά).
Ο προϊστάμενος του συνεργείου της Υπηρεσίας Φάρων εκτελούσε επιθεώρηση προσωπικού και ενδιαιτήσεων και ανάλογα το αποτέλεσμα, όριζε ποινές ή επαίνους.

Επίσης, ο γιατρός του πλοίου εξέταζε τους φαροφύλακες και έκανε υγειονομική επιθεώρηση των χώρων του φάρου.