Άνιση είναι η μάχη των καρκινοπαθών που νοσηλεύονται στα δημόσια νοσοκομεία, καθώς εκτός από τις ελλείψεις σε εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας και τις πολύμηνες λίστες αναμονής, χρόνο με τον χρόνο στερεύει δραματικά και η «δεξαμενή» έμπειρων γιατρών.

Τα παραπάνω αναφέρθηκαν μεταξύ άλλων κατά την σημερινή συνάντηση του υπουργού Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή με τις διοικήσεις και το ιατρικό προσωπικό ογκολογικών και άλλων νοσοκομείων του ΕΣΥ, την Ελληνική Εταιρεία Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας, την Ελληνική Ογκολογική Εταιρεία, την Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία και την Εταιρεία Ογκολόγων-Παθολόγων.

Οι εκπρόσωποι των φορέων επεσήμαναν ότι οι ογκολόγοι-παθολόγοι με πολυετή πείρα συνταξιοδοτούνται, ενώ το εναπομείναν επικουρικό προσωπικό δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών.

Ειδικότερα, οι εκπρόσωποι των ογκολογικών νοσοκομείων για παιδιά τόνισαν την ανάγκη τα ασφαλιστικά ταμεία να καλύπτουν τις εξετάσεις για καρκινικούς δείκτες, προσθέτοντας ότι στο ΚΕΣΥ δεν υπάρχει εκπροσώπηση της παιδιατρικής ογκολογίας.

Επικίνδυνα φάρμακα προετοιμάζονται στο ΕΣΥ υπό συνθήκες προχειρότητας

Με αφορμή τη σημερινή συνάντηση στο υπουργείο Υγείας, η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδας (ΕΝΕ) επαναφέρει σε ανακοίνωση της το ζήτημα της διάλυσης κυτταροστατικών φαρμάκων (προορίζονται για χημειοθεραπεία) στα δημόσια νοσοκομεία.

Όπως υπογραμμίζει η Ένωση, παρά την υψηλή τοξικότητα των ουσιών αυτών, δεν λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα για την προφύλαξη του προσωπικού και των νοσηλευομένων ασθενών.

Ειδικότερα οι ουσίες αυτές «δύναται να έχουν μεταλλαξιογόνες και καρκινογόνες επιδράσεις εάν έρθουν σε επαφή με το δέρμα ή να προκαλέσουν μόλυνση μέσω του αναπνευστικού συστήματος».

Και ενώ στα νοσηλευτικά ιδρύματα των ανεπτυγμένων χωρών η διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων γίνεται υπό συνθήκες ασφαλείας και υπό αυστηρούς όρους σε ειδικούς χώρους –δηλαδή, στις Κεντρικές Μονάδες Διάλυσης –στο ΕΣΥ οι μονάδες αυτές αποτελούν…εξαίρεση στον κανόνα.

Η ΕΝΕ στην ανακοίνωση της αναφέρεται και στην οικονομική ζημία: «το νοσοκομείο Μεταξά, πέραν των κερδών σε ανθρώπινο δυναμικό και τον περιορισμό των βλαπτικών παρενεργειών των εν λόγω φαρμάκων στο προσωπικό που το χειρίζεται, εξοικονομεί ετησίως 600 χιλιάδες ευρώ εξ’ αιτίας της ορθής διαχείρισης των κυτταροστατικών φαρμάκων».