Βαρύτατες κατηγορίες σε βάρος της Κυβέρνησης, κάνοντας μάλιστα λόγο για «συνταγματική εκτροπή», εξαπολύουν οι Δικαστικές Ενώσεις της χώρας με αφορμή την πρόσφατη τροπολογία η οποία «κουρεύει» κατά 50% τις αναδρομικές αποδοχές τους αλλά και αυτές των ενστόλων .

Δικαστές και εισαγγελείς καλούν τους έλληνες βουλευτές, να καταψηφίσουν την τροπολογία αυτή η οποία – όπως υποστηρίζουν – ήρθε «εν είδει “τιμωρίας”, των Δικαστικών Λειτουργών, επειδή στο πλαίσιο της αμερόληπτης άσκησης των συνταγματικών καθηκόντων τους προβαίνουν σε δικαστικές κρίσεις μη αρεστές στην εκτελεστική εξουσία».

Ειδικότερα, οι Ενώσεις Δικαστών και Εισαγγελέων, Διοικητικών Δικαστών, Εισαγγελέων Ελλάδος, Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου και Μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους αναφέρουν σε σχετική ανακοίνωσή τους:

«Καταγγέλλουμε ότι η Κυβέρνηση για μια ακόμη φορά αποδεικνύει έμπρακτα ότι δεν σέβεται τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, τις οποίες αντιπαρέρχεται με ανεπίτρεπτες νομοθετικές παρεμβάσεις σε αμετακλήτως κριθέντα ζητήματα παραβιάζοντας απροσχημάτιστα το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως αυτή ερμηνεύτηκε σχετικώς και με αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Με τροπολογία που κατατέθηκε στις 10.11.2014 σε σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης η Κυβέρνηση i) Προβαίνει σε αυθαίρετη μερική εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που αφορούν στις αποδοχές των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, επικαλούμενη ότι η εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων θα έθετε σε κίνδυνο την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, εμφανίζοντας έτσι τη Δικαιοσύνη ως λειτουργικά περιττή και δημοσιονομικά επικίνδυνη στο μέτρο που παρεκκλίνει της κυβερνητικής πολιτικής. ii) Καταργεί πρόσφατο νόμο (ν. 4270/2014) που θεσπίστηκε σε συμμόρφωση προς την υπ’ αριθμ. 88/2013 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος και περικόπτει αυθαίρετα το 50% των αναδρομικών αποδοχών των Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίες προκύπτουν από την απόφαση αυτή, επικαλούμενη την «ανατροπή της εισοδηματικής πολιτικής» που, όπως αναφέρεται, επέφεραν οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τους ένστολους. Δηλαδή, η Κυβέρνηση επιβάλλει δημοσιονομικά μέτρα στους Δικαστές, επειδή με δικαστικές αποφάσεις δικαιώθηκαν άλλες κατηγορίες εργαζομένων, προειδοποιώντας σαφώς τους Δικαστές να μην εκδίδουν δικαστικές αποφάσεις που παρεκκλίνουν από την πολιτική της.

Η επιχειρούμενη με την εν λόγω τροπολογία, και μάλιστα για πρώτη φορά, υπαναχώρηση της Πολιτείας από τις επιταγές δικαστικών αποφάσεων προς τις οποίες η ίδια είχε συμμορφωθεί μόλις πριν από λίγους μήνες με νόμο του Κράτους, αλλά και η απαράδεκτη προσπάθεια αιτιολόγησης της εν λόγω όψιμης ανατροπής, εν είδει «τιμωρίας», των Δικαστικών Λειτουργών, επειδή στο πλαίσιο της αμερόληπτης άσκησης των συνταγματικών καθηκόντων τους προβαίνουν σε δικαστικές κρίσεις μη αρεστές στην εκτελεστική εξουσία, συνιστούν μείζον θεσμικό ατόπημα, με επικίνδυνες προεκτάσεις για την ουσιαστική αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης σε όλους τους ‘Eλληνες πολίτες. Η τακτική αυτή, ασύμβατη με την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, συνιστά άρνηση αποδοχής θεμελιωδών αρχών του Κράτους Δικαίου και αποτελεί κλιμάκωση κατ’ επανάληψη συνταγματικής εκτροπής της Κυβέρνησης σε θέματα εφαρμογής δικαστικών αποφάσεων και σεβασμού των θεσμών με ευρύτατες συνέπειες στην ίδια την αξιοπιστία του πολιτεύματος ως Κράτους Δικαίου».

Καλούμε τους Έλληνες Βουλευτές, να καταψηφίσουν την τροπολογία αυτή, αρνούμενοι να ενδώσουν σε επικίνδυνες για τους θεσμούς της Δημοκρατίας επιλογές της εκτελεστικής εξουσίας, υπό την αυτονόητη διαβεβαίωση ότι οι δικαστικοί λειτουργοί και τα μέλη του ΝΣΚ, στο σύνολό τους, θα πράξουν, όπως πάντα, το καθήκον τους με νηφαλιότητα για την προάσπιση της ομαλής και σύμφωνης με το Σύνταγμα και τους νόμους λειτουργία της Δικαιοσύνης».

Η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, για το ίδιο θέμα, αναφέρει τα εξής:

«Δηλώνουμε ότι με νομοθετικές παρεμβάσεις σε αμετακλήτως κριθέντα ζητήματα η Κυβέρνηση επιχειρεί ανεπιτρέπτως να καταστήσει ανενεργές αποφάσεις της Ελληνικής Δικαιοσύνης παραβιάζοντας ευθέως το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

»Με τροπολογία που κατατέθηκε στις 10.11.2014 σε σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης η Κυβέρνηση: i) Προβαίνει σε μερική εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που αφορούν στις αποδοχές των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, ισχυριζόμενη ότι η εφαρμογή τους θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και εμφανίζοντας τη Δικαιοσύνη ως δημοσιονομικά ανεύθυνη. ii) Καταργεί πρόσφατο νόμο (ν. 4270/2014), ο οποίος θεσπίσθηκε σε συμμόρφωση προς την 88/2013 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος και μειώνει κατά 50% τις αποδοχές των δικαστικών λειτουργούν, οι οποίες, σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση, είχαν περικοπεί αναδρομικώς και παρακρατηθεί παρανόμως.

»Για τη νέα αυτή περικοπή αποδοχών η Κυβέρνηση επικαλείται «ανατροπή της εισοδηματικής πολιτικής», που σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας επέφεραν οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τους υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας. Με τον τρόπο αυτό επιβάλλονται σε βάρος των δικαστικών λειτουργών «κυρώσεις» δημοσιονομικής φύσεως για το λόγο ότι με δικαστικές αποφάσεις δικαιώθηκαν, κατ’ εφαρμογή διατάξεων του Συντάγματος, άλλες κατηγορίες εργαζομένων.

»Η δυνάμει της εν λόγω τροπολογίας επιχειρούμενη μη πλήρης εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων, η ανατροπή των νομοθετικών ρυθμίσεων που είχαν θεσπισθεί ελάχιστους μήνες πριν σε συμμόρφωση προς τις αποφάσεις αυτές, καθώς και η προσπάθεια να αιτιολογηθεί η ανατροπή αυτή με την επίκληση άλλων αποφάσεων της Δικαιοσύνης, οι οποίες ελήφθησαν στο πλαίσιο της συνταγματικής της λειτουργίας, συνιστούν ενέργειες αντίθετες προς την αρχή του Κράτους Δικαίου, οι οποίες θέτουν υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και την αποτελεσματική εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων για όλους τους Έλληνες πολίτες.

»Καλούμε τα μέλη της Βουλής των Ελλήνων να καταψηφίσουν την τροπολογία αυτή, η οποία είναι ευθέως αντίθετη προς το Σύνταγμα, διαβεβαιώνοντας παράλληλα τους πολίτες ότι το σύνολο των δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας θα συνεχίσουν να πράττουν, όπως πάντα, το καθήκον τους με νηφαλιότητα και με απαρέγκλιτο στόχο την προάσπιση της ομαλής και σύμφωνης με το Σύνταγμα και τους νόμους λειτουργία της Δικαιοσύνης».