Η Χάγη ξαναμπήκε στην (πολιτική) ζωή μας μέσω Ελσίνκι! Η πρωτεύουσα της

Ολλανδίας φιλοξενεί το ομώνυμο Διεθνές Δικαστήριο που λειτουργεί στο πλαίσιο

του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και το οποίο έγινε πασίγνωστο στην Ελλάδα από

την εποχή της συμφωνίας Καραμανλή – Ντεμιρέλ το 1975 να υπαχθεί η διαφορά περί

την υφαλοκρηπίδα στο Διεθνές Δικαστήριο. Ένα όργανο, που έκτοτε παραμένει λίγο

πολύ μια σταθερά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με την Ελλάδα να το επικαλείται

για την επίλυση της μόνης διαφοράς που δέχεται πως έχει με την Τουρκία ­

οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας ­ και τη δεύτερη να το αρνείται. Πριν, ωστόσο,

δούμε το οργανωτικό – νομικό πλαίσιο του Διεθνούς αυτού Δικαστηρίου, θα πρέπει

να σημειωθεί τι αλλάζει η απόφαση του Ελσίνκι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Κατά τον υπουργό Εξωτερικών κ. Γ. Παπανδρέου, το νέο στοιχείο που η Ελλάδα

πέτυχε να μπει στον δρόμο της Τουρκίας είναι η συμφωνία της για ειρηνική

επίλυση των διαφορών. «Έχει αναιρεθεί, τονίζει ο υπουργός, η όλη λογική πίεσης

σε σχέση με τη χρήση βίας ή την απειλή χρήσης βίας από την πλευρά όλων των

υποψηφίων χωρών» ­ της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης. Το δεύτερο στοιχείο που

αναδεικνύει η κυβέρνηση είναι ότι η διαδικασία της Χάγης (όπως και το

Κυπριακό) έγινε αναπόσπαστο τμήμα του χρονοδιαγράμματος της «εταιρικής σχέσης»

της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια διαδικασία που μέχρι το 2004 έχει

ενσωματωμένα βήματα «διαλόγου» με διάφορες μορφές κατά το άρθρο 33 του

καταστατικού του ΟΗΕ (π.χ. με διαμεσολάβηση). Αν απ’ αυτό τον «διάλογο»

μείνουν εκκρεμότητες ­ που θα μείνουν, αφού η Τουρκία αναμένεται να θέσει όλο

το «οπλοστάσιο» των αξιώσεών της εις βάρος της Ελλάδας ­ τότε το ραντεβού θα

δοθεί στο Παλάτι της Ειρήνης στη Χάγη (Palai de la Paix) όπου εδρεύει το

Διεθνές Δικαστήριο. Τι είναι όμως αυτό το Δικαστήριο στο «τέλος του τούνελ»

των ευρω-τουρκικών σχέσεων με βάση τη συμφωνία του Ελσίνκι; Ποιες είναι οι

αρμοδιότητές του; Ποιοι μπορούν να προσφύγουν σε αυτό; Η Τουρκία μπορεί να

θέσει θέμα, π.χ., βραχονησίδων;

1 Ερώτηση: Τι είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης;

Απάντηση: Το κορυφαίο δικαστικό όργανο στον πλανήτη για την επίλυση

νομικής φύσεως διαφορών ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα κράτη-μέλη του Οργανισμού

Ηνωμένων Εθνών. Συγκροτήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά ουσιαστικά

αποτελεί συνέχεια του Διαρκούς Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης που ιδρύθηκε

το 1922, με έδρα επίσης τη Χάγη, στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών (αν και

αποτελούσε ξεχωριστό διεθνές όργανο). Το Διεθνές Δικαστήριο αποτελείται από 15

ανεξάρτητους δικαστές, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ιθαγένειά τους, οι οποίοι

εκλέγονται για θητεία εννέα ετών από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Πρόεδρος του

Διεθνούς Δικαστηρίου είναι σήμερα (και έως το 2006) ο διεθνολόγος Στέφεν

Σβέμπελ (ΗΠΑ). Έλληνας δικαστής τις τελευταίες δεκαετίες δεν έχει εκλεγεί. Ο

μοναδικός Έλληνας δικαστής στο Διεθνές Δικαστήριο ήταν τη δεκαετία του ΄50 ο

καθηγητής Ι. Σπυρόπουλος.

2 Ερώτηση: Μπορεί η Ελλάδα να παραπέμψει την Τουρκία στο ΔΔΧ

και αντιστρόφως;

Απάντηση: Όχι, όπως είναι σήμερα η σχέση των δύο χωρών με το ΔΔΧ. Για

να γίνει παραπομπή πρέπει:

* Και οι δύο χώρες να έχουν αποδεχθεί τη γενική υποχρεωτική δικαιοδοσία του

Διεθνούς Δικαστηρίου ­ κάτι που ισχύει μόνο για την Ελλάδα. Η Αθήνα αποδέχθηκε

τη δικαιοδοσία το 1994 με την επιφύλαξη ότι δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες

του δικαστηρίου θέματά της που άπτονται της εθνικής ασφάλειας και άμυνας. Η

επιφύλαξη έγινε για να μην προσφύγει η Τουρκία για το θέμα της αμυντικής

θωράκισης των νησιών του Αν. Αιγαίου.

* Οι δύο χώρες αν δεν έχουν δεχθεί τη γενική υποχρεωτική δικαιοδοσία, θα

πρέπει να υπογράψουν συνυποσχετικό για παραπομπή μίας ή περισσοτέρων διαφορών,

οι οποίες πρέπει (πάντα από κοινού) να περιγραφούν νομικά στην προσφυγή.

* Η τρίτη περίπτωση είναι να ανήκουν και οι δύο χώρες σε μια πολυμερή συνθήκη

η οποία να προβλέπει την υποχρεωτική παραπομπή στο Δ.Δ. για τους όρους της

συνθήκης. Μια τέτοια γενική πράξη διαιτησίας του 1928 ήταν ο «δεσμός

δικαιοδοσίας» που επικαλέστηκε η Ελλάδα μαζί με το κοινό ανακοινωθέν Καραμανλή

– Ντεμιρέλ του 1975 για να προσφύγει μονομερώς, προκειμένου το Δικαστήριο να

επιληφθεί του θέματος της υφαλοκρηπίδας. Τελικά υπήρξε υπαναχώρηση της

Άγκυρας. Σε όλες βέβαια τις περιπτώσεις, το Δικαστήριο πρέπει να αποδεχθεί την

αρμοδιότητά του.

3 Ερώτηση: Αυτό συνεπάγεται ότι όσο η Τουρκία δεν

υποβάλει δήλωση αποδοχής της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου,

η προσφυγή στη Χάγη είναι ανέφικτη;

Απάντηση: Πρακτικά ναι, αφού και αν ακόμη προσφύγει μονομερώς η Ελλάδα,

όπως συνέβη στα μέσα της δεκαετίας του ’70, το Διεθνές Δικαστήριο δεν θα

περάσει στην ουσία της διαμάχης. Αλλά και εκείνη η προσφυγή είχε ένα κέρδος,

αφού στην απόφαση (περί ελλείψεως δικαιοδοσίας) τονιζόταν ότι το ζήτημα που

έθετε η ελληνική προσφυγή για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας είναι νομική

διαφορά και όχι πολιτική, όπως υποστηρίζει η τουρκική πλευρά.

Ωστόσο, για να εξεταστεί το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας από το Διεθνές

Δικαστήριο, δεν απαιτείται η Τουρκία να υποβάλει δήλωση πλήρους αποδοχής του.

Αρκεί μία δήλωση ότι αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για το

συγκεκριμένο ζήτημα, οπότε οι δύο πλευρές θα προσφύγουν από κοινού (με

συνυποσχετικό) για την επίλυση της διαφοράς.

4 Ερώτηση: Το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας είναι η μοναδική

ελληνοτουρκική διαφορά που μπορεί να καταλήξει στη Χάγη;

Απάντηση: Από ελληνικής πλευράς δεν αναγνωρίζεται καμία άλλη διαφορά

που θα μπορούσε να απασχολήσει το Δικαστήριο ­ και ο Πρωθυπουργός το δήλωσε

ρητά. Αλλά και από την πλευρά της Τουρκίας, αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει

αποδοχή για την προσφυγή στη Χάγη ούτε γι΄ αυτό το ζήτημα. Μελλοντικά, ωστόσο,

εάν η τουρκική κυβέρνηση υποβάλει ρητή δήλωση αποδοχής της δικαιοδοσίας του

Διεθνούς Δικαστηρίου, θα είχε το δικαίωμα να προσφύγει ακόμη και μονομερώς για

κάποιο άλλο ζήτημα, λόγου χάρη το θέμα των Ιμίων. Αλλά όπως έχει δείξει η έως

σήμερα πρακτική, κανένα κράτος δεν προσφεύγει στη Χάγη χωρίς να έχει από πριν

βάσιμες πιθανότητες επιτυχίας…

5 Ερώτηση: Το Διεθνές Δικαστήριο εξετάζει από μηδενική βάση μια διαφορά;

Απάντηση: Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις κοινής προσφυγής, τα αντίδικα

μέρη παρουσιάζουν στο Δικαστήριο και τις διεθνείς συμβάσεις ή κανόνες διεθνούς

δικαίου βάσει των οποίων επιθυμούν να επιλυθεί η διαφορά τους. Στο θέμα της

υφαλοκρηπίδας, για παράδειγμα, θεωρείται βέβαιο ότι σε μια ενδεχόμενη κοινή

προσφυγή θα γίνεται επίκληση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982,

που ορίζει ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα. Τη Σύμβαση αυτή δεν έχει έως

σήμερα επικυρώσει η Τουρκία (για ευνόητους λόγους), αλλά ένα συνυποσχετικό για

τη δικαιοδοσία της Χάγης συνεπάγεται ουσιαστικά και αποδοχή της Σύμβασης για

το Δίκαιο της Θάλασσας. Το Δικαστήριο μπορεί να ανατρέξει σε όλο το φάσμα των

διεθνών κανόνων, μόνο στην περίπτωση που τα αντίδικα μέρη δεν επικαλεστούν από

κοινού συγκεκριμένες διατάξεις για την επίλυση της διαφοράς τους. Θετικό είναι

ότι η Συμφωνία του Ελσίνκι κάνει αναφορά στις διεθνείς συνθήκες.

6 Ερώτηση: Δηλαδή, μια προσφυγή στη Χάγη μπορεί να

οδηγήσει και σε μια νομική ήττα;

Απάντηση: Το Διεθνές Δικαστήριο δεν παύει να είναι ένα δικαστήριο. Και

σε αρκετές περιπτώσεις οι αποφάσεις του δεν δικαιώνουν πλήρως τον

προσφεύγοντα, χωρίς αυτό να συνεπάγεται «μεσοβέζικη λύση» ή «λύση με πολιτικού

χαρακτήρα αιτιολογία». Μια δικαστική απόφαση στηρίζεται σε διεθνείς κανόνες

που ένα κράτος μπορεί να ερμήνευε διαφορετικά. Ωστόσο, όπως τονίζει και ο

καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου κ. Αργ. Φατούρος, «οι αποφάσεις του Διεθνούς

Δικαστηρίου είναι πολύ περισσότερο προβλέψιμες απ’ ό,τι το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης…».

Κάθε κράτος που προσφεύγει στο Διεθνές Δικαστήριο διορίζει και έναν δικαστή ad

hoc (στην προσφυγή του 1978 είχε διοριστεί ο Μιχ. Στασινόπουλος). Τα διάδικα

μέρη, εξάλλου, μπορούν να ζητήσουν από το Δικαστήριο να μην καταλήξει σε

οριστική απόφαση, αλλά ουσιαστικά να γνωμοδοτήσει, να δώσει κατευθυντήριες

γραμμές, όπως συνέβη στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας, όπου

η Γερμανία, η Ολλανδία και η Δανία ζήτησαν να καθορισθούν μόνον κατευθυντήριες

γραμμές που αποτέλεσαν τη βάση στις περαιτέρω διαπραγματεύσεις τους.

7 Ερώτηση: Υπάρχουν επιπτώσεις στην περίπτωση που μια απόφαση

της Χάγης δεν εφαρμοσθεί από ένα κράτος;

Απάντηση: Στα χρονικά του Διεθνούς Δικαστηρίου δεν έχει συμβεί ένα

κράτος που προσέφυγε και αποδέχθηκε τη δικαιοδοσία του να μην αποδέχθηκε την

απόφαση. Σε περίπτωση που συμβεί αυτό, όμως, το αντίδικο μέρος μπορεί να

προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και να ζητήσει την επιβολή κυρώσεων.