Την προηγούμενη εβδομάδα ήταν η επέτειος των 60 χρόνων από τον θάνατο του Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, του Στάλιν (5 Μαρτίου 1953), γραμματέα του ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης από το 1922 και διαδόχου του Βλαντίμιρ Λένιν στην ηγεσία της ΕΣΣΔ. Επιβλήθηκε αφού πρώτα εξουδετέρωσε τον βασικό αντίπαλό του Λέοντα Τρότσκι, στηρίχθηκε στη λογοκρισία, στον αυταρχισμό και στην καταστολή όσων θεωρούσε πολιτικούς αντιπάλους. Η πρακτική αυτή εντάθηκε τη δεκαετία του 1930. Μάλιστα η διετία 1936-38 αποκλήθηκε περίοδος της Μεγάλης Εκκαθάρισης και περιείχε όχι μόνο διαγραφές και εσωκομματικές εκκαθαρίσεις αλλά και εξορίες, εκτελέσεις και δολοφονίες. Με τον Κόκκινο Στρατό συνέβαλε καθοριστικά στη συντριβή του ναζισμού, όμως η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου, περίοδος δυσπιστίας και υποφώσκουσας σύγκρουσης, δεν απέτρεψε τη συνέχιση των κατασταλτικών επιλογών του καθεστώτος του.

Αυτόπτης μάρτυρας του σταλινικού ζόφου, ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, μόνος και μοναχικός άρχισε τον πόλεμο εναντίον του σοβιετικού καθεστώτος σαν άλλος Δον Κιχώτης.

Ενα από τα βασικά χαρακτηριστικά, αλλά και η πεμπτουσία των σοβιετικών αντιφρονούντων και υπέρμαχων των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, ήταν η μοναξιά και η μοναχικότητα του αγώνα τους. Υπήρξαν περιπτώσεις, όπως αυτή του Αντρέι Ζαχάροφ, που έκαναν πολύμηνες απεργίας πείνας χωρίς να το μάθει κανείς, χωρίς να έχει την ευκαιρία κανείς να εκδηλώσει τη συμπαράσταση και την αλληλεγγύη του. Αγώνας όμως που δεν έχει δημοσιότητα είναι σαν να μην έχει γίνει ποτέ. Παρ’ όλα αυτά, οι σοβιετικοί αντιφρονούντες έδιναν τον αγώνα τον καλό, παλεύοντας με τον πανίσχυρο μηχανισμό του ΚΚΣΕ και των μυστικών υπηρεσιών, ως άξιοι συνεχιστές των Δεκεμβριστών.

Το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», μνημειώδες έργο του 20ού αιώνα, είναι το Μαρτυρολόγιο του ρωσικού λαού που υπέφερε από τη σταλινική τρομοκρατία και ο οποίος δεν βρήκε τη δικαίωσή του από το σοβιετικό καθεστώς. Η πολιτική της αποκατάστασης των διωχθέντων στα χρόνια της «μεγάλης τρομοκρατίας 1937-1938» αλλά και των άλλων επιχειρήσεων καταστολής παρέμεινε στα πλαίσια της πολιτικής ορθότητας του κομμουνιστικού καθεστώτος. Αυτό με απλά λόγια σημαίνει πως θεώρησαν την περίπτωση του Στάλιν ως εξαίρεση του κανόνα.

Το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», μισό αιώνα αφότου γράφτηκε, έρχεται να μας συστήσει το σοβιετικό καθεστώς από τη γέννησή του. Μας δείχνει την αυγή του σοβιετικού ολοκληρωτισμού από την πρώτη κιόλας ημέρα επικράτησης του πραξικοπήματος των Μπολσεβίκων, τον μακρινό πια Οκτώβριο του 1917.

Σε μια εποχή κατά την οποία παλιοί και νέοι ολοκληρωτισμοί αναδύονται επικίνδυνοι, που θιασώτες του Στάλιν και του Χίτλερ παρελαύνουν επιδεικτικά στους δρόμους της πατρίδας μας μιλώντας οι μεν «για ταξικό» και οι δε για «εθνικό» μίσος, το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» έρχεται να μας θυμίσει πως ο αγώνας κατά του ολοκληρωτισμού, ο αγώνας για τη δημοκρατία και την ελευθερία είναι διαρκής, επίμονος και επίμονος.

Το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» ολοκληρώθηκε στα 1967. Ο Σολζενίτσιν έστειλε με μικροφίλμ τα χειρόγραφα στο εξωτερικό, όπου και πρωτοκυκλοφόρησε. Στα ελληνικά, το πρώτο μέρος, με τη μετάφραση της Κίρας Σίνου, πρωτοβγήκε μετά τη δικτατορία σε ΒΙΠΕΡ, ενώ πριν από λίγο καιρό επανεκδόθηκε σε έναν τόμο. Σύντομα θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά και το δεύτερο μέρος. Από αυτό το ανέκδοτο κείμενο είναι τα αποσπάσματα που ακολουθούν.

Ο Γκόρκι και οι εκτοπισμένοι

Το απόσπασμα που ακολουθεί περιγράφει την επίσκεψη στα γκουλάγκ για προπαγανδιστικούς λόγους ενός πολύ αγαπημένου στο καθεστώς συγγραφέα, Μαξίμ Γκόρκι (1868-1936), ιδρυτή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, συγγραφέα βιβλίων όπως «Η μάνα» ή «Οι μικροαστοί», που ήταν σαν ευαγγέλια του σταλινισμού

«Η συκοφαντία είναι συκοφαντία, αλλά το αποτέλεσμα ήταν αναπάντεχο! Η επιτροπή της Πανενωσιακής Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής υπό την προεδρία «της συνείδησης του κόμματος» συντρόφου Σολτς πήγε να μάθει τι συμβαίνει εκεί, στα νησιά Σολοβκί (δεν ήξεραν τίποτα, βλέπετε!). Αλλωστε, η επιτροπή επιθεώρησε μόνο τις περιοχές κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής του Μούρμανσκ, αλλά και πάλι δεν έκανε καμιά αλλαγή. Θεωρήθηκε σωστό να σταλεί στο νησί – όχι, να ζητηθεί να πάει! – ο μεγάλος προλεταριακός συγγραφέας Μαξίμ Γκόρκι που μόλις είχε επιστρέψει στην προλεταριακή πατρίδα. Η δική του μαρτυρία θα αποτελέσει στο μέλλον την καλύτερη απόδειξη εναντίον αυτής της άθλιας παραχάραξης της αλήθειας που εκπορεύεται από το εξωτερικό.

Οι περιρρέουσες φήμες έφτασαν μέχρι τα νησιά Σολοβκί – σφίχτηκαν οι καρδιές των κρατουμένων, ανησύχησαν οι φρουροί. Θα πρέπει να γνωρίζει κανείς τους κρατούμενους προκειμένου να κατανοήσει τις προσδοκίες τους! Στη φωλιά της αδικίας, της αυθαιρεσίας και της σιωπής έρχεται πετώντας το γεράκι και το πουλί της καταιγίδας! Ο καλύτερος Ρώσος συγγραφέας! Αυτός θα τους δείξει! Αυτός θα τους δώσει ένα μάθημα! Να, ο πατερούλης θα μας υπερασπιστεί! Περίμεναν τον Γκόρκι σχεδόν σαν την γενική αμνηστία!

[…] Ο διάσημος συγγραφέας κατέβηκε στην προκυμαία στο Λιμάνι της Ευλογίας. Μαζί τους ήταν η αρραβωνιαστικιά του, φορώντας δερμάτινα ρούχα (μαύρο δερμάτινο καπέλο, δερμάτινο μπουφάν, δερμάτινο παντελόνι και ψηλές στενές δερμάτινες μπότες) – ζωντανό σύμβολο της Γενικής Πολιτικής Διεύθυνσης, η οποία πηγαίνει χέρι με χέρι με την ρωσική λογοτεχνία.

Επισκέφτηκαν το αναμορφωτήριο ανηλίκων. Τι πολιτισμένα! – το κάθε παιδί σε ξεχωριστό κρεβάτι με στρώμα. Ολα στριμώχνονται για να δουν, όλα είναι ευχαριστημένα. Ξαφνικά όμως ένας δεκατετράχρονος λέει: «Ακουσε, Γκόρκι! Ολα όσα βλέπεις είναι ψεύτικα. Θέλεις να μάθεις την αλήθεια; Θέλεις να σου την πω;» Ναι, έγνεψε ο συγγραφέας. Ναι, θέλει να μάθει την αλήθεια. (Αχ, πιτσιρικά, γιατί χάλασες την με τόσους κόπους αποκτηθείσα ευδαιμονία του λογοτέχνη – πατριάρχη; Εχει παλάτι στη Μόσχα, αγροικία έξω από τη Μόσχα…) Εκείνος διέταξε να βγουν έξω όλοι – και τα παιδιά και οι συνοδοί του μέλη της Γενικής Πολιτικής Διεύθυνσης – και τότε ο πιτσιρικάς επί μιάμιση ώρα διηγήθηκε τα πάντα στον σεβάσμιο γέροντα. Ο Γκόρκι βρήκε από το παράπηγμα κλαίγοντας. Του παραχώρησαν μια άμαξα για να πάει να δειπνήσει στο σπίτι του διοικητή του στρατοπέδου. Τα παιδιά τα οδήγησαν πίσω στο παράπηγμα: «Του είπες για τους διοικητές;» – «Του είπα!» – «Για τα κονταρόξυλα του είπες;» – «Του είπα!» – «Για το ότι οι άνθρωποι παίρνουν τη θέση των αλόγων στα κάρα του είπες;» – «Του είπα!» «Για το πώς πέφτουν από τη σκάλα; … Για τα τσουβάλια; … Για το ξενύχτι στην παγωνιά; …» Ολα, όλα, όλα τα είπε ο φιλαλήθης πιτσιρικάς!!!

Δεν γνωρίζουμε ούτε καν ποιο ήταν το όνομά του.

Στις 22 Ιουνίου, μετά τη συζήτηση που είχε με τον πιτσιρικά, ο Γκόρκι σημείωσε τα παρακάτω στο «Βιβλίο εντυπώσεων», που έφτιαξαν γι’ αυτή ειδικά την περίπτωση:

«Δεν είμαι σε θέση να διατυπώσω τις εντυπώσεις μου με λίγες λέξεις. Δεν θέλω, αλλά ντρέπομαι κιόλας (!) μην τυχόν και υποπέσω σε κοινότυπα εγκώμια για την αξιοθαύμαστη ενεργητικότητα των ανθρώπων, οι οποίοι αποδείχτηκαν ακάματοι και οξυδερκείς φρουροί της επανάστασης και, συνάμα, είναι εξαιρετικά τολμηροί δημιουργοί του πολιτισμού».

Στις 23 του μηνός ο Γκόρκι αναχώρησε. Λίγο μετά τον απόπλου του ατμόπλοιου εκτέλεσαν τον πιτσιρικά. (Εγκάρδιος! Γνώστης των ανθρώπων! – πώς δεν σκέφτηκε να πάρει τον πιτσιρικά μαζί του;!)».

(Απόσπασμα από το Κεφ. 2 «Το Αρχιπέλαγος αναδύεται από τα βάθη της θάλασσας»).

Τι ζητούσε ο Μανώλης Γλέζος στη Μόσχα

Μετά τον θάνατο του Στάλιν και ενώ οι διωγμοί του σταλινικού καθεστώτος δεν έχουν καταλαγιάσει, ο Μανώλης Γλέζος επισκέπτεται τη Μόσχα και έχει σειρά συναντήσεων με προσωπικότητες του σοβιετικού καθεστώτος, ανάμεσά τους και με συγγραφείς. Το άγνωστο απόσπασμα από το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» που δημοσιεύουμε σήμερα (σε μτφ. Δημήτρη Τριανταφυλλίδη) αποκαλύπτει ότι ο σκοπός της επίσκεψής του ήταν ιερός. Διεκδικούσε την υποστήριξη των Ενώσεων Συγγραφέων της ΕΣΣΔ στους έλληνες συναδέλφους τους που ακόμα βρίσκονταν στις φυλακές, καταδικασμένοι μετά τον Εμφύλιο από το εκδικητικό μετεμφυλιακό καθεστώς της Ελλάδας.

Ο Σολζενίτσιν φέρεται να εκπλήσσεται από την αθωότητα του Μανώλη Γλέζου, ο οποίος ζητούσε συμπαράσταση για φυλακισμένους στη χώρα μας από συγγραφείς που, στην καλύτερη περίπτωση, παρίσταναν τους ουδέτερους για τις εκτοπίσεις και τις εξορίες στα γκουλάγκ πλήθους συναδέλφων τους, που έκαναν το λάθος να εκφράσουν δημοσίως τη διαφωνία τους με το σοβιετικό καθεστώς.

«Ο Μανώλης Γλέζος «στη φωτεινή και γεμάτη πάθος ομιλία του διηγήθηκε στους σοβιετικούς συγγραφείς για τους συντρόφους τους που σαπίζουν στις φυλακές της Ελλάδας.

Αντιλαμβάνομαι ότι με την αφήγησή μου σφίχτηκαν οι καρδιές σας. Δεν το έκανα επίτηδες. Θέλω οι καρδιές σας να χτυπούν για εκείνους που σαπίζουν στη φυλακή… Υψώστε τη φωνή σας για την απελευθέρωση των Ελλήνων πατριωτών».

Κι εκείνες οι τετραπέρατες φαλάκρες, φυσικά, τις ύψωσαν! Βλέπετε, στην Ελλάδα σάπιζαν δυο δεκάδες κατάδικοι! Ισως και ο ίδιος ο Μανώλης να μην καταλάβαινε την ξεδιαντροπιά του καλέσματός του, ίσως στην Ελλάδα να μην υπάρχει αυτή η παροιμία:

«Τι στεναχωρεί τους ανθρώπους όταν στο σπίτι κλαίνε με λυγμούς;»

Σε διάφορα σημεία της χώρας μας συναντάμε τέτοια έργα τέχνης: ένα γύψινο φύλακα με ένα σκυλί, που κοιτάζει μπροστά, σα να θέλει να πιάσει κάποιον. Στην Τασκένδη ένα τέτοιο άγαλμα βρίσκεται μπροστά στη σχολή του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων, ενώ στο Ριαζάν είναι το σύμβολο της πόλης, το μοναδικό μνημείο που συναντά κανείς όταν έρχεται από την πλευρά του Μιχαήλοφ.

Κι εμείς δεν αναριγούμε από αποστροφή, έχουμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε ως κάτι το φυσιολογικό αυτές τις φιγούρες, που δηλητηριάζουν τα σκυλιά εναντίον των ανθρώπων.

Εναντίον μας».