Οι πιο παλιοί μάλλον τον θυμούνται. Κάποιοι γιατί τον λάτρεψαν, κάποιοι γιατί ίσως τους είχε φανεί επιεικώς παράξενος. Οπως και να έχει, ο πρώτος δίσκος των Τερμιτών, από τότε που ονομάζονταν P.L.J. Band, έχει μια περιπετειώδη ιστορία, την οποία ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας θυμάται με τρυφερότητα. Οχι αδικαιολόγητη: ήταν η παρθενική τους προσπάθεια, ενώ δεν ήταν καλά καλά 20 χρονών. Είχαν κάνει μαθήματα βυζαντινής μουσικής για χάρη του και τους είχε πάρει δύο χρόνια προετοιμασίας. Είχαν επιχειρήσει να τον παρουσιάσουν στον Βαγγέλη Παπαθανασίου στην Αγγλία. Με κάτι χαμένα τρένα όμως και κάτι αφαιρεμένα διαβατήρια δεν έφθασαν ποτέ.
Ετερος προορισμός ήταν το Παρίσι, αν και η ταλαίπωρη Φορντ που τους μετέφερε ανέβαζε εύκολα θερμοκρασία και δεν βοηθούσε πολύ. Ομοίως, η ντόπια Polygram μόνο προθυμία δεν είχε δείξει. Έως τη Νέα Υόρκη έφθασαν τα όνειρά τους αλλά και εκεί άρνηση συνάντησαν. «Τελικά κυκλοφόρησε στην Ελλάδα με τη βοήθεια του Γιάννη Πετρίδη» λέει σήμερα ο μουσικός. «Τον θεωρούμε μέντορα για αυτό και είναι μεγάλη τιμή που ασχολήθηκε μαζί μας».

Ο δίσκος ονομαζόταν «Armageddon», κινούταν στο ύφος του progressive rock και του έθνικ, έκανε περάσματα από βυζαντινές κλίμακες, ενώ στιχουργικά πατούσε στην «Αποκάλυψη» του Ιωάννη και στις «Προφητείες» του Ιεζεκιήλ. Είχε τραγούδια με τίτλους όπως «I see people», «The Void», «Star Wish». Το εξώφυλλό του ήταν ένα έργο του Αριστομένη Τσολάκη με τίτλο «Αλλοτρίωση», που ο δημιουργός του σχολίαζε με τη σημείωση «Η παραμόρφωση των χαρακτηριστικών της μορφής είναι η υπόμνηση της εσωτερικής ένδειας». Ούτως ή άλλως, το άλμπουμ είχε ως πρωταρχική έμπνευση μπάντες όπως οι Pink Floyd, το «666» των Aphrodite’s Child –«ίσως όμως απλώς να ήμασταν και λίγο αφελείς» λέει ο συνδημιουργός του.

500 ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ. Ο δίσκος βγήκε στα ράφια το 1982 από την ελληνική Polygram με τη ροκ ετικέτα της Vertigo και πούλησε καμιά πεντακοσαριά αντίτυπα. Το συγκρότημα –το αποτελούσαν οι Αντώνης Μιτζέλος, Παύλος Κικριλής, Δημήτρης Βασαλάκης και Τόλης Σκαματζούρας –μάλλον ονειρευόταν περισσότερα. Το ωραίο είναι ότι, με δραστηριότητα πρώτα στα υπόγεια ρεύματα του εξωτερικού και κατόπιν στην Ελλάδα, αυτό ακριβώς συνέβαινε.

«Μόνο αργότερα έμαθα ότι το «Armageddon» σημείωνε υπόγεια επιτυχία στο εξωτερικό» λέει ο Μαχαιρίτσας. «Κυκλοφορούσε ανεξάρτητα ενώ ενίοτε πωλούνταν και 600 δολάρια. Συμπεριλαμβανόταν σε λίστες με τους καλύτερους underground δίσκους, συγκρινόταν με τους Van Der Graaf Generator ή τους Pink Floyd και εγώ δεν το πίστευα. Στη Γερμανία πήγε κάπως καλά, ενώ σε μουσικά φόρουμ της Ιαπωνίας έχει πια χιλιάδες αναφορές. Θυμίζει λίγο το ντοκιμαντέρ «Ψάχνοντας τον Sugar Man»», προσθέτει γελώντας, «για εκείνον το μουσικό που χωρίς να το ξέρει, λατρευόταν στη Νότια Αφρική».

Η ΔΙΚΑΙΩΣΗ. Ενιωσε μια μικρή δικαίωση όταν τα ανακάλυψε όλα αυτά; «Δικαίωση ένιωσα όταν κυκλοφόρησε, γιατί στην Ελλάδα υπάρχουν οι ινστρούχτορες που διανέμουν «ροκόσημα»» λέει ο μουσικός. «Ενιωσα όμως και το 2000, τότε που καταγράφονταν οι καλύτεροι δίσκοι κ.λπ., όταν είδα έγκριτο κριτικό να τον συμπεριλαμβάνει στους καλύτερους του ελληνικού ροκ. Οταν είχε κυκλοφορήσει, οι ίδιοι άνθρωποι είχαν πει ότι είναι «ένα ντεμοντέ πράγμα», πως «ούτε ξέρουμε τι θέλουμε να κάνουμε» κ.λπ. Και μετά τον κατέτασσαν στους κορυφαίους. Τι να πω, χαίρομαι».

Ελπίζουμε βέβαια να μην έχει και λίγη χαιρεκακία η μουσικοθεατρική αναβίωση του άλμπουμ τον ερχόμενο Σεπτέμβριο στο Ηρώδειο. Στη μεγάλη εξάλλου συναυλία των Τερμιτών στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας το 1998 είχαν παίξει μέρος του και το είχαν ευχαριστηθεί. Παράλληλα, λέει ο Μαχαιρίτσας, πάντα δουλεύει στο μυαλό του «μια σκέψη για τον σύγχρονο πολιτισμό» και το «Armageddon» τονίζει είναι πολιτικός δίσκος («όχι πολιτικοποιημένος κομματικά»), γιατί «μιλάει για την καταστροφή του πλανήτη, για εκείνους που στον βωμό του κέρδους χαραμίζουν το περιβάλλον, τις ζωές των ανθρώπων».

Τι θα γινόταν λοιπόν αναρωτιέται αν τον ξανάπαιζαν 30 χρόνια μετά; Μήπως μάλιστα τώρα είναι η καταλληλότερη στιγμή; Η απάντησή του είναι φυσικά θετική και όταν του ζητείται τεκμηρίωση, φέρνει παράδειγμα τα απόβλητα που μεταφέρονται στο Αιγαίο από τη Συρία. «Ποια Συρία, από τη Σουηδία» διορθώνει, αφού εκφράσει και τον φόβο ότι οι παλιές προφητείες μοιάζουν σήμερα να βγαίνουν αληθινές. Λίγο συνωμοσιολογικό πάντως ακούγεται αυτό. «Μα δεν μιλάμε για σιωνιστές κ.λπ.» αποκρίνεται. «Οικονομικές είναι οι αιτίες. Απλώς σήμερα δεν ξέρεις ποιος είναι ο κακός. Ξέρεις μόνο ότι το κακό επικρατεί ακόμα».