Η τελευταία φορά που μια αντιπροσωπεία γάλλων επιχειρηματιών επισκέφθηκε την Αθήνα ήταν το 2022. Εκείνη την εποχή, η χώρα έβγαινε από την οικονομική κρίση και την πανδημία του Covid, και η ιδέα του διεθνούς παραρτήματος του γαλλικού ΣΕΒ ήταν να χτίσει γέφυρες. Τα στοιχεία ήταν ανησυχητικά: το 2010, ο κύκλος εργασιών των γαλλικών επενδύσεων ήταν 7 δισεκατομμύρια ευρώ, με 224 θυγατρικές γαλλικών εταιρειών. Το 2020, έφτανε μόλις τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ, με λιγότερες από 165 θυγατρικές. Το 2022 υπογράφηκαν μερικές συμβάσεις, αλλά για τον Jean-Paul Agon, πρόεδρο της L’Oréal και επικεφαλής της αντιπροσωπείας των γάλλων επιχειρηματιών, τώρα είναι η ιδανική στιγμή για πολύ περισσότερα. Απαντά αποκλειστικά στα «ΝΕΑ».

Η αντιπροσωπεία επιχειρηματιών που ήρθε μαζί σας φέτος φαίνεται μεγαλύτερη από ό,τι το 2022. Πώς το εξηγείτε αυτό;

Δεν ήταν πολύ δύσκολο να τους πείσουμε. Η Ελλάδα επέστρεψε στον επενδυτικό χάρτη, ως χώρα. Υπάρχει μια πραγματική αλλαγή παραδείγματος. Μέχρι τώρα, και ειδικά πριν και μετά την οικονομική κρίση, βλέπαμε την Ελλάδα ως πλατφόρμα, ένα σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που μας επέτρεπε να επεκταθούμε σε όλη την περιοχή. Για κάθε γάλλο επενδυτή, η γεωγραφική θέση της χώρας, κοντά στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, ήταν απαραίτητη, αλλά τώρα ερχόμαστε για να επενδύσουμε στην Ελλάδα, να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας και να μείνουμε εκεί. Είναι ριζικά διαφορετικό. Σήμερα, είμαι με μερικούς διευθύνοντες συμβούλους, αλλά κυρίως περιφερειακούς διευθυντές, που έχουν θέσει την Ελλάδα ως έναν από τους στόχους τους και θέλουν να αυξήσουν τις συναντήσεις τους για να εδραιωθούν εκεί. Υπάρχουν εκπρόσωποι από εταιρείες υποδομών, εταιρείες τηλεπικοινωνιών, ακόμη και μια τράπεζα, τη Société Générale.

Κι όμως, πολλοί, όπως η Société Générale, είχαν εγκαταλείψει τη χώρα κατά τη διάρκεια της κρίσης…

Ναι, αλλά αυτές οι εταιρείες την παρακολουθούσαν από μακριά. Η αλλαγή στην Ελλάδα είναι πραγματικά απίστευτη. Τι παρατηρούμε από το εξωτερικό; Οτι η χώρα είναι δυναμική, η οικονομία της αναπτύσσεται, η πολιτική της είναι σταθερή, κάτι που είναι σπάνιο στον κόσμο, ότι υπάρχει πραγματική επιθυμία από την πλευρά των Αρχών να προσελκύσουν ξένες επενδύσεις. Και το κερασάκι στην τούρτα είναι τριπλό: οι Ελληνες είναι απίστευτα εξειδικευμένοι, είναι οικονομικά προσιτοί, σε αντίθεση με το Λονδίνο, το Παρίσι ή τη Νέα Υόρκη, και το φορολογικό σύστημα για τις επιχειρήσεις είναι πολύ απλοποιημένο. Τα ελληνικά μυαλά που έφυγαν από τη χώρα κατά τη διάρκεια της κρίσης επιστρέφουν επίσης, και πολύ γρήγορα. Νομίζω ότι ως Γάλλοι θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα από το τι κάναμε στο παρελθόν.

Τι εννοείτε; Οτι οι Γάλλοι άργησαν να επενδύσουν ξανά στην Ελλάδα;

Ναι. Και είναι κρίσιμο σήμερα να επικεντρωθούμε στην ευρωπαϊκή αγορά. Πράγματι, το 85% των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα είναι ευρωπαϊκές, αλλά υπάρχουν στρατηγικές επενδύσεις που θα έπρεπε να είναι μόνο ευρωπαϊκές και τίποτα άλλο. Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα: όταν διαβάζω ότι 13 ευρωπαϊκές χώρες έχουν παραγγείλει αεροσκάφη F-35 για την πολεμική αεροπορία τους, αλλά για να μπορέσουν να τα χρησιμοποιήσουν, οι στρατιώτες πρέπει πρώτα να στείλουν το σχέδιο πτήσης τους στις αμερικανικές Αρχές. Αμφισβητώ λοιπόν την κυριαρχία του κράτους που τα χρησιμοποιεί. Ειδικά επειδή σήμερα δεν ξέρουμε πλέον σε ποιον να βασιστούμε ή ποιον να εμπιστευτούμε. Το ίδιο ισχύει και για τις υποδομές. Η Ελλάδα φαίνεται να χρειάζεται τρένα, και όλοι γνωρίζουν ότι οι γαλλικοί σιδηρόδρομοι είναι παγκοσμίως φημισμένοι, οπότε γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε τις υπηρεσίες μας; Ειδικά επειδή είμαστε φίλοι.

Μιλάτε για την προγονική φιλία μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας;

Ναι. Πράγματι, λέμε «Ελλάς – Γαλλία συμμαχία», αλλά δεν έχουμε αρκετό εμπόριο μεταξύ μας. Οταν μιλάμε για συμμαχία, μιλάμε για εμπιστοσύνη. Είμαστε δύο λαοί που καταλαβαίνουν και σέβονται ο ένας τον άλλον. Είναι στο χέρι μας να το μεταφράσουμε αυτό σε μια κατάσταση win-win και για τους δύο μας. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι οι Γάλλοι δεν γυρίζουν την πλάτη στην Ελλάδα, και αυτή τη φορά, αυτός είναι και ο λόγος που οι Γάλλοι επενδυτές εμπιστεύονται τους Ελληνες και θέλουν να επενδύσουν στη χώρα. Ορισμένες μεγάλες ομάδες θέλουν ακόμη και να ξεκινήσουν νεοσύστατες επιχειρήσεις / start up εκεί, των οποίων το ελληνικό δυναμικό είναι τεράστιο και εκτιμάται ολοένα και περισσότερο στην παγκόσμια σκηνή. Ετσι, ερχόμαστε ως φίλοι, όχι μόνο ιστορικοί φίλοι, αλλά με ένα μόνο μήνυμα: μαζί μπορούμε να πάμε παραπέρα.