Οι πρώτες έρευνες, κρυφές ή δημόσιες, δείχνουν πως η επικρατέστερη για τη θέση του επόμενου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι γυναίκα: η Εφη Αχτσιόγλου φροντίζει αυτό το διάστημα να «χτίσει» ένα ενωτικό προφίλ, απευθυνόμενη στον «όλο ΣΥΡΙΖΑ», να μην αναμειγνύεται προσωπικά σε μικρές ή μεγαλύτερες εσωκομματικές κόντρες και να μην σηκώνει το γάντι στους εσωκομματικούς αντιπάλους της – είτε είναι υποψήφιοι είτε όχι.

Η θέση του φαβορί επιτρέπει μια τέτοια θετική καμπάνια – την ίδια ώρα, ο υπόλοιπος κομματικός μηχανισμός παίρνει θέση και με βάση τη δική της τοποθέτηση.

Η φράση της πρώην υπουργού «να μην αδικούμε τους δημοσιογράφους για να μη μας αδικούν» έφερε την πρώτη αντίδραση από τον Παύλο Πολάκη – ο οποίος είχε προλάβει να μιλήσει και για «εκλογές καλλιστείων», αιχμή που θεωρήθηκε πως απευθυνόταν στη μοναδική γυναίκα της κούρσας.

Σε αντίθεση με την προσπάθεια Αχτσιόγλου να υπερβεί ή να προσπεράσει το δίλημμα «προς το κέντρο ή προς τα αριστερά», τόσο η πλευρά του Νίκου Παππά όσο και αυτή του Στέφανου Τζουμάκα επιδιώκουν να απευθυνθούν στους πασοκογενείς που δεν είναι βέβαιοι πως οι ισορροπίες θα τους ευνοούν στην περίπτωση που η Αχτσιόγλου εκλεγεί.

Σε άλλους τόνους, παρότι πολιτικές, είναι οι διαφορές με την «Ομπρέλα»: αφενός, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος (που επίσης «πλασάρεται» καλά στις μετρήσεις) παίζει καθαρά με πολιτική ατζέντα βασισμένη στην αριστερή ιδεολογική ταυτότητα του κόμματος και αφετέρου γιατί υπάρχουν στελέχη της εσωκομματικής τάσης που δεν βλέπουν αρνητικά την υποψηφιότητά της.

Αυτοδιοικητικά μηνύματα και η περίπτωση Τεμπονέρα

Στην απόφαση για το χρίσμα της Αθήνας έγινε σαφές πως υπάρχει ένας ακόμη παίκτης που «πλασάρεται» ως πόλος απέναντι στην όποια επόμενη ηγεσία.

Επαιξε το δεύτερο χαρτί του, με τον ίδιο τρόπο που πριν από έναν μήνα έπαιξε και το πρώτο: ο Διονύσης Τεμπονέρας, δύο μέρες μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, με την παρέμβασή του στην Πολιτική Γραμματεία κατέθεσε μια καθαρή πλατφόρμα για την επόμενη μέρα του ΣΥΡΙΖΑ σε διαφορετικό μήκος κύματος από την κατεύθυνση της πλειοψηφίας – και αμέσως μετά την τοποθέτησή του, τη δημοσιοποίησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάνοντας πολλούς να πιστέψουν πως είναι έτοιμος να διεκδικήσει άμεσα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Το επόμενο διάστημα διευκρίνισε τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα δήλωνε υποψηφιότητα, οι οποίες τουλάχιστον ως τώρα δεν προκύπτουν, όμως στη συνεδρίαση για τον υποψήφιο δήμαρχο Αθηναίων αιφνιδίασε και πάλι, προτείνοντας ένα πρόσωπο εκτός κομματικού μηχανισμού, τον Κώστα Τσουκαλά.

Με δύο πολιτικά επιθετικές κινήσεις, ο Τεμπονέρας βάζει τα θεμέλια για τη δημιουργία μιας τάσης με κεντρική φιγούρα τον ίδιο.

Η διαδικασία της Αθήνας, παρότι θεωρητικά δεν έχει σχέση με τις εκλογές για την ηγεσία, δεν αποσυνδέθηκε απ’ αυτήν και τις ανακατατάξεις που έφερε η παραίτηση Τσίπρα.

Πρώην προεδρικοί και προβεβλημένα στελέχη όπως η Ολγα Γεροβασίλη, η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου και ο Γιάννης Ραγκούσης τάχθηκαν υπέρ της υποψηφιότητας του Κώστα Ζαχαριάδη, την οποία στήριξε και η πλευρά Αχτσιόγλου – στον αντίποδα, τον Νίκο Φίλη στήριξε η Ομπρέλα, αλλά και στελέχη με ευρύτερα χαρακτηριστικά, όπως ο Νίκος Μπίστης και η Σία Αναγνωστοπούλου.

Κοιτώντας την πλειοψηφία και τη «συμφωνία» της πλευράς Αχτσιόγλου στον Ζαχαριάδη, η πλευρά του Νίκου Παππά δεν απέκλειε να ψηφίσει επίσης Φίλη (δηλαδή έναν κατεξοχήν εσωκομματικό αντίπαλο) αλλά και Τσουκαλά – στο τέλος, τα στελέχη στο περιβάλλον του αρχικά στήριξαν την υποψηφιότητα του πρώην μπασκετμπολίστα Νίκου Παππά και έπειτα ψήφισαν στην Πολιτική Γραμματεία με τέτοιο τρόπο που η διαχωριστική γραμμή στο τέως προεδρικό στρατόπεδο να είναι καθαρή με το βλέμμα μετά την 10η Σεπτεμβρίου.

Το εκλογικό σώμα κρίνει τις ισορροπίες

Τα εσωκομματικά στρατόπεδα μετρούνται σε μια εκλογική διαδικασία, στην οποία δεν είναι ακόμα σαφές το εκλογικό σώμα.

Σύμφωνα με το καταστατικό του κόμματος, η εκλογή προέδρου γίνεται την ίδια μέρα με την εκλογή της Κεντρικής Επιτροπής, σε ξεχωριστή κάλπη, σε πανελλαδικό επίπεδο με καθολική ψηφοφορία όλων των μελών με ενιαία λίστα.

Στην εκλογή του Αλέξη Τσίπρα από τη βάση, το μητρώο είχε «κλείσει» περίπου αρκετές εβδομάδες νωρίτερα – πράγμα που σήμαινε πως όσοι γράφονταν αργότερα από την καθορισμένη ημερομηνία ήταν μεν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν είχαν δικαίωμα ψήφου στην εκλογή προέδρου. Αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά, αφενός γιατί τουλάχιστον δύο από τους τέσσερις γνωστούς υποψήφιους δεν είναι αρνητικοί η διαδικασία να «ανοίξει» σε φίλους ή σε όσους γραφτούν αυθημερόν για να ψηφίσουν.

Η πρώτη συζήτηση επί του θέματος ωστόσο δεν κατέληξε σε συμφωνία, αντιθέτως καταγράφηκε μια καθαρά διαφορετική γνώμη.

Υπέρ μιας πιο ανοιχτής διαδικασίας, η οποία ωστόσο λυγίζει τα όρια που θέτει το κομματικό καταστατικό, είναι οι υποψήφιοι που είτε δεν ανησυχούν για τις ψήφους των «επισκεπτών» είτε ελπίζουν πως έτσι θα βελτιώσουν τη θέση τους.

Στον αντίποδα, πέραν της ιδεολογικής οπτικής περί τήρησης του καταστατικού και του σώματος που πρέπει να ψηφίζει σε μια κομματική διαδικασία, εντός του συριζαϊκού πυρήνα η «Ομπρέλα» έχει ένα παγιωμένο πολιτικό πεδίο, το οποίο μπορεί μεν να «σπάσει» προς την πλευρά της Αχτσιόγλου, όχι όμως τόσο ώστε να οδηγήσει την υποψηφιότητα Τσακαλώτου σε καθίζηση, καθορίζοντας και τις μετεκλογικές ισορροπίες.