Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Μια ημέρα αφότου οι ρωσικές δυνάμεις χτύπησαν κτίριο κατοικιών στο Κίεβο, δύο ρωσικοί πύραυλοι έπληξαν χθες πολυσύχναστο εμπορικό κέντρο στην πόλη Κρέμεντσουκ στην κεντρική Ουκρανία, στις όχθες του ποταμού Δνείπερου προκαλώντας πολλά θύματα. Ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανέφερε ότι περισσότεροι από 1.000 πολίτες βρίσκονταν στο εμπορικό κέντρο την ώρα της επίθεσης, έπειτα από την οποία ξέσπασε μεγάλη φωτιά. «Είναι άχρηστο να ελπίζουμε σε ευπρέπεια και ανθρωπιά από τη Ρωσία», έγραψε ο Ζελένσκι στο Telegram. Για τουλάχιστον δέκα νεκρούς και δεκάδες τραυματίες έκανε λόγο ο περιφερειακός κυβερνήτης, Νμίτρο Λούνιν προειδοποιώντας πως ο πραγματικός απολογισμός θα είναι πολύ βαρύτερος. Ο ίδιος κατήγγειλε ένα «έγκλημα πολέμου» και μία «πράξη τρομοκρατίας εναντίον αμάχων». «Απολύτως απαράδεκτη» χαρακτήρισε την επίθεση εκπρόσωπος του ΟΗΕ.
Το Κρέμεντσουκ είναι μια βιομηχανική πόλη με πληθυσμό, πριν από τη ρωσική εισβολή, 217.000 κατοίκων. Εκεί βρίσκεται και το μεγαλύτερο διυλιστήριο πετρελαίου της Ουκρανίας. Πλάνα που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν φωτιά να μαίνεται στην πληγείσα περιοχή και καπνούς να καλύπτουν ολόκληρο το εμπορικό κέντρο, με πυροσβεστικά οχήματα σταθμευμένα κοντά. Ο Ολιβερ Κάρολ, ανταποκριτής του Economist, μετέφερε «σκηνές τρόμου», επικαλούμενος άνδρα με τον οποίο μιλούσε στο τηλέφωνο και του είπε ότι πολλοί άνθρωποι βρίσκονταν μέσα στο κτίριο όταν οι τοίχοι άρχισαν να καταρρέουν.
Νωρίτερα, απευθυνόμενος στους ηγέτες που συμμετέχουν στη σύνοδο κορυφής των G7, ο Ζελένσκι εξέφρασε την επιθυμία «να τελειώσει πριν απ' τον χειμώνα ο πόλεμος» και ζήτησε αντιαεροπορικά συστήματα, περαιτέρω κυρώσεις στη Ρωσία και εγγυήσεις ασφαλείας, καθώς και βοήθεια τόσο για την εξαγωγή σιτηρών από την Ουκρανία όσο και για ανοικοδόμηση.
Στο πεδίο των μαχών, οι αυτονομιστές που υποστηρίζονται από τη Ρωσία στα ανατολικά της Ουκρανίας, ανακοίνωσαν ότι μετά την κατάληψη του Σεβεροντονέτσκ έχουν στραφεί προς τη δίδυμη πόλη του, το Λισιχάνσκ. Πρόκειται για την τελευταία πόλη που ελέγχουν τα ουκρανικά στρατεύματα στην ανατολική επαρχία Λουγκάνσκ του Ντονμπάς. Ο ουκρανός κυβερνήτης του Λουγκάνσκ, Σερχάι Χαϊντάι, κάλεσε τους αμάχους να εκκενώσουν το Λισιχάνσκ, λέγοντας ότι η κατάσταση είναι «πολύ δύσκολη».
Στο Κίεβο έφθασε χθες η πρόεδρος της Μολδαβίας η οποία τόνισε πως η χώρα της είναι «εύθραυστη και ευάλωτη» και χρειάζεται βοήθεια για να παραμείνει «μέρος του ελεύθερου κόσμου». Τέσσερις ημέρες αφότου οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποφάσισαν να δεχτούν την Ουκρανία και τη Μολδαβία ως υποψήφιες για ένταξη, η πρόεδρος Μάια Σαντού επισκέφθηκε τρεις πόλεις όπου οι ρωσικές δυνάμεις διέπραξαν ωμότητες μετά τη ρωσική εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου. «Αυτά δεν πρέπει να συμβαίνουν. Είναι αποκαρδιωτικό να τα βλέπουμε και να ακούμε αυτές τις φοβερές ιστορίες», είπε στην Μπούτσα έξω από το Κίεβο, ζητώντας την τιμωρία των υπευθύνων.
Η Σαντού ανέφερε ότι η Μολδαβία, μια πρώην σοβιετική δημοκρατία 2,6 εκατομμυρίων κατοίκων που συνορεύει με την Ουκρανία, θέλει να καθορίσει η ίδια το μέλλον της. «Η Μολδαβία είναι εύθραυστη και ευάλωτη χώρα», είπε. «Η Ουκρανία και η Μολδαβία χρειάζονται βοήθεια. Θέλουμε να σταματήσει αυτός ο πόλεμος, η ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας να σταματήσει το συντομότερο δυνατό. Θέλουμε να παραμείνουμε μέρος του ελεύθερου κόσμου».
Οι ηγέτες της ΕΕ δέχτηκαν την Ουκρανία και τη Μολδαβία ως υποψήφιες για ένταξη στη σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες την περασμένη εβδομάδα, ανοίγοντας για τις δύο χώρες έναν πιθανό μακρύ δρόμο για την ένταξη. Η Ρωσία απάντησε ότι η απόφαση της ΕΕ θα έχει αρνητικές συνέπειες και ισοδυναμεί με την Ενωση των 27 κρατών να «σκλαβώνει» τις γειτονικές χώρες.