Στο βιβλίο του με τα πνευματικά του απομνημονεύματα και τις οφειλές του στην παγκόσμια λογοτεχνική κληρονομιά ο Νίκος Καζαντζάκης, με σημαίνοντα τίτλο «Αναφορά στον Γκρέκο», αφηγείται, όχι χωρίς κρυφή ειρωνεία, πως, όταν ξεκίνησαν νέοι λογοτέχνες, μαζί με τον Αγγελο Σικελιανό, να επισκεφτούν οδοιπόροι το Αγιον Ορος, έφτασαν κάποτε, άνοιξη, σε ένα οργιώδες τοπίο, μια πλαγιά, όπου χιλιάδες χαμολούλουδα δημιουργούσαν μια χρωματική συμφωνία. Ο Σικελιανός, αφηγείται ο Καζαντζάκης, έσκυψε και έκοψε μέσα από τα αναρίθμητα λουλουδάκια της πλαγιάς ένα πανέμορφο, μικρό ανθάκι και ρώτησε τον Καζαντζάκη αν γνώριζε το όνομά του. Εκείνος εξέφρασε την άγνοιά του. Ο Σικελιανός, κρατώντας πάντα το ανθάκι, άρχισε να ρωτά τους ορεσίβιους κατοίκους, ποιμένες, αγρότες, πραματευτάδες και γυναίκες που, ζαλωμένες με κλαδιά για τον φούρνο, διασταυρώνονταν στην πορεία τους. Ολοι αγνοούσαν το όνομα του χαμολούλουδου. Μόνο μια κυρούλα τούς είπε «αυτά τα πράγματα τα ξέρουν οι γριές» και ανέφερε το όνομα μιας εκατοντάχρονης γριούλας που κατοικούσε σε ένα ορεινό χωριό. Ο Σικελιανός κίνησε να βρει τη γυναίκα αυτή που αναζητούσε. Οταν, αφηγείται πάντα ο Καζαντζάκης, φτάσανε στο χωριό και ζητήσανε να τους πληροφορήσουν πού ήταν η κατοικία της γριούλας, οι χωριάτισσες στο πηγάδι που έπαιρναν νερό τούς είπαν ότι η γριούλα είχε πεθάνει πριν από δύο εβδομάδες. Τότε ο Σικελιανός, απελπισμένος, αναφώνησε: «Θεέ μου, χάθηκε μια λέξη!».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ