«Δεν ήμασταν καλά με τον πατέρα μου. Ημασταν καλά με την αδελφή μου και τη μητέρα μου. Ο πατέρας μου μας χτυπούσε. Χτυπούσε την αδελφή μου για να μου δώσει ένα μάθημα. Η μητέρα και ο πατέρας μου είχαν κακή σχέση. Οταν η μητέρα μου πήγαινε κάπου, τη χτυπούσε, «γιατί άργησες;»». Η μάρτυρας που καταθέτει στο δικαστήριο είναι ένα εξάχρονο κοριτσάκι. «Ο πατέρας μου θύμωσε. Σημάδεψε τη μητέρα μου με το όπλο του και της είπε «κάνε την προσευχή σου». Σημάδεψε κι εμάς με το όπλο. Ο πατέρας μου πυροβόλησε. Η σφαίρα βγήκε από το παράθυρο. Χτύπησε τη μητέρα μου με το πίσω μέρος του όπλου. Ο πατέρας μου πήρε τη μητέρα μου μέσα και τη χτυπούσε. Την πήρε στο μπάνιο και την πέταξε κάτω. Η μητέρα μου λιποθύμησε. Μετά τη χτύπησε στο πρόσωπο. Η μητέρα μου δεν έκανε πολύ θόρυβο. Λέω τι άκουσα και τι είδα. Η αδελφή μου μού κάλυψε τα αφτιά. Μετά ο πατέρας μου έβαλε χειροπέδες στη μητέρα μου. Είχε και ένα μαχαίρι στα χέρια του. Το έφερε στα μαλλιά της μητέρας μου και την έσυρε σε ένα άλλο δωμάτιο. Κοιμηθήκαμε. Ο πατέρας μου πήγε στη δουλειά. Του είπαμε «Γιατί το κάνεις αυτό;». Είπε «Ξέρετε κάτι; Η μητέρα σας με απατά. Μη μιλάτε». Η αδελφή μου δεν κοιμήθηκε. Οταν με ξύπνησε τρέξαμε στη μητέρα μου. Είχε αίματα στο πρόσωπό της και χειροπέδες στα χέρια της. Ηταν γυμνή. Μας ζήτησε κάτι να καλυφθεί. Της δώσαμε».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ