Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Μια απλή εξέταση αίματος «μπορεί να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, στην πρόγνωση της Αλτσχάιμερ, μιας νόσου που ταλαιπωρεί εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο. Το διαγνωστικό αυτό τεστ βασίζεται στον εντοπισμό δύο πρωτεϊνικών μορίων στο αίμα, τα οποία φαίνεται πως παίζουν καθοριστικό ρόλο στις νευρολογικές βλάβες του εγκεφάλου. Εντοπίζοντας την παρουσία αυτών των πρωτεϊνών, οι γιατροί θα είναι σε θέση να διαγνώσουν την ασθένεια ή να τη διαχωρίσουν από άλλες, κοινές μορφές άνοιας.
Η νόσος πήρε το όνομά της από τον Αλόις Αλτσχάιμερ, τον γιατρό που πρώτος την περιέγραψε, και είναι μια εκφυλιστική ασθένεια που βλάπτει όλο και περισσότερο τον εγκέφαλο καθώς εξελίσσεται. Αποτελεσματική θεραπεία δεν έχει υπάρξει ακόμη πέρα από τη φαρμακευτική αγωγή, στόχος της οποίας είναι η καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου και η ανακούφιση των ασθενών. Οπως αναφέρει το SkyNews, ο δρ Οσκαρ Χάνσον, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λουντ στη Σουηδία, έχει επεξεργαστεί μοντέλα βάσει των οποίων μπορεί να προβλεφθεί σε ποιον βαθμό κινδυνεύει ένα άτομο να παρουσιάσει γνωστικές διαταραχές ως πρόδρομα συμπτώματα της νόσου.
Ο δρ Χάνσον ανέλυσε με την ομάδα του δεδομένα από 573 ασθενείς προκειμένου να συγκρίνει πώς διαφορετικοί βιοδείκτες μπορούν να προβλέψουν τον γνωστικό εκφυλισμό και την άνοια σε μια περίοδο τεσσάρων ετών. Στην έρευνά τους, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Nature Aging», οι ερευνητές απέδειξαν ότι μπορούν με τη χρήση αυτών των βιοδεικτών να προχωρούν σε εξατομικευμένες προγνώσεις σχετικά με την πρόοδο της ασθένειας.
Για τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Μασούντ Χουσαΐν, η έρευνα αυτή «μπορεί να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού» στην αντιμετώπιση της νόσου. «Για πρώτη φορά έχουμε μια εξέταση αίματος που μπορεί να προβλέψει σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο της ανάπτυξης της νόσου Αλτσχάιμερ σε ανθρώπους που παρουσιάζουν ήπια γνωστικά συμπτώματα» ανέφερε ο ίδιος. «Χρειαζόμαστε περαιτέρω αξιολόγηση. Αλλά στο πλαίσιο των πρόσφατων ευρημάτων αυτό θα μπορούσε να είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα στη μάχη της έγκαιρης διάγνωσης και της αξιολόγησης νέων θεραπειών στα πρώτα στάδια της ασθένειας».
Για το θέμα ρωτήθηκε από τα βρετανικά Μέσα και η επικεφαλής του Κέντρου Ερευνών για την Αλτσχάιμερ, δρ Σάρα Ιμαρίσιο. «Οπως η άνοια, έτσι και η Ηπια Γνωστική Διαταραχή (MCI) είναι ένας γενικότερος όρος με τον οποίο περιγράφονται διάφορα συμπτώματα και μπορεί να προκληθεί από διαφορετικά υποβόσκοντα νοσήματα» σημείωσε. «Ξέρουμε πως ένα ποσοστό άνω του 50% ανθρώπων με ήπια γνωστική διαταραχή θα αναπτύξει άνοια. Είναι πολύ σημαντικό να εντοπίσουμε ποιοι από αυτούς θα αναπτύξουν την ασθένεια και ποιοι όχι. Ετσι θα μπορούμε να προσφέρουμε την κατάλληλη θεραπεία και τις κατάλληλες συμβουλές» πρόσθεσε η ίδια.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Associated Press, το τεστ αίματος διατίθεται προς πώληση από την εταιρεία C2N Diagnostics. Το αμερικανικό πρακτορείο διευκρινίζει πως η συγκεκριμένη αυτή εξέταση δεν έχει εγκριθεί ακόμη από την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων, ενώ πωλείται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τα εμπορικά εργαστήρια. Από την εξέταση θα προσδιορίζεται εάν οι ασθενείς με προβλήματα απώλειας μνήμης συσσωρεύουν την πρωτεΐνη β-αμυλοειδές στον εγκέφαλό τους.
Το τεστ, αναφέρουν πληροφορίες, προορίζεται για άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών που παρουσιάζουν γνωστική διαταραχή. Εκτός όμως από τη μέτρηση των δύο τύπων σωματιδίων αμυλοειδούς, η εξέταση αίματος εντοπίζει διάφορες μορφές πρωτεΐνης που δείχνουν εάν κάποιος έχει ένα γονίδιο που αυξάνει τον κίνδυνο για Αλτσχάιμερ. Αυτοί οι διάφοροι παράγοντες συγκεντρώνονται σε έναν τύπο, που λαμβάνει επίσης υπόψη την ηλικία για να εκτιμήσει την πιθανότητα κάθε ασθενή να έχει συσσώρευση αμυλοειδούς στον εγκέφαλο.