Ποια θέση στο μουσικό σας σύμπαν κατέχει πλέον η «Ομορφη πόλη», αλλά και οι άλλες δημιουργίες του 1962 όπως «Ενας όμηρος», «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού», «Επιφάνεια»;

Ολα τα μουσικά μου έργα μετά τον «Επιτάφιο» (1960) σηματοδοτούν την προσπάθειά μου με στόχο την ολοκλήρωση και την εμπέδωση της έντεχνης λαϊκής μουσικής, δηλαδή τη μελοποίηση της ποίησης με στόχο τη συνέχιση του λαϊκού μας τραγουδιού σε ένα νέο επίπεδο τόσο μουσικό όσο και προ παντός ποιητικό. Γι’ αυτόν τον σκοπό πέραν των Ρίτσου, Σεφέρη και Ελύτη, θεωρώ ως «έντεχνους λαϊκούς» και τους ποιητές από τον Νίκο Γκάτσο, τον Τάσο Λειβαδίτη και τον Δημήτρη Χριστοδούλου μέχρι τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και τη Λίνα Νικολακοπούλου, που σε συνεργασία με άλλους τραγουδοποιούς εκτός από εμένα, αγκαλιάστηκαν από τον λαό μας. Πρώτα τον Μάνο Χατζιδάκι και στη συνέχεια όλους τους συνθέτες, από τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Μίμη Πλέσσα, τον Μάνο Λοΐζο, τον Χρήστο Λεοντή, τον Διονύση Σαββόπουλο, τον Γιάννη Μαρκόπουλο, τον Σταύρο Κουγιουμτζή, τον Δήμο Μούτση, τον Γιάννη Σπανό, τον Ηλία Ανδριόπουλο, τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη και τόσους άλλους μέχρι τους σημερινούς τραγουδοποιούς.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ