«Τι επιπτώσεις έχει η χρόνια χρήση αντιψυχωσικών φαρμάκων στο προσδόκιμο ζωής των ασθενών με σχιζοφρένεια;». Το ερώτημα αυτό επιχείρησαν να απαντήσουν οι ερευνητές του Ινστιτούτου «Karolinska» σε συνεργασία με συναδέλφους τους στη Γερμανία, στη Φιλανδία και στις ΗΠΑ, καταλήγοντας ότι τα ποσοστά θνησιμότητας των ασθενών είναι υψηλότερα όταν δεν λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή.

Ειδικότερα, έχει διαπιστωθεί ότι όσοι πάσχουν από σχιζοφρένεια έχουν κατά 10-20 χρόνια χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής, γεγονός που οι ειδικοί σχετίζουν (και) με τη χρόνια χρήση αντιψυχωσικών φαρμάκων.

Ωστόσο η επιστημονική αυτή υπόθεση έρχεται σε αντίφαση με παλαιότερες έρευνες (μετααναλύσεις τυχαιοποιημένων ερευνών) που έδειχναν ότι το ποσοστό θνησιμότητας σχιζοφρενών που λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή ήταν 30%-50% χαμηλότερο σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό εκείνων των ασθενών που λάμβαναν εικονικό φάρμακο (placebo).

Τα συμπεράσματα εντούτοις εκείνων των μελετών δεν μπορούσαν να αποτελέσουν επιστημονικό…τεκμήριο, δεδομένου ότι η χρονική διεξαγωγή τους δεν ξεπερνούσε τους έξι μήνες και συνεπώς δεν απαντούσαν στο καίριο σημείο του ερωτήματος που αφορά τις επιπτώσεις της χρόνιας χρήσης.

Νέα μελέτη. Υπό τα δεδομένα αυτά οι επιστήμονες του Ινστιτούτου «Karolinska» σε συνεργασία με ξένους συναδέλφους τους εστίασαν στη μακροπρόθεσμη παρακολούθηση των ασθενών, αποδεικνύοντας ότι η μακροχρόνια χρήση αγωγής δεν συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών από άλλες σχετικές παθήσεις, όπως είναι για παράδειγμα τα καρδιαγγειακά.

Τα συμπεράσματα της νέας αυτής μελέτης δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση «World Psychiatry», με τους συγγραφείς να υποστηρίζουν ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη έρευνα που έχει διεξαχθεί έως σήμερα στο συγκεκριμένο πεδίο.

Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές συνέλεξαν στοιχεία για περισσότερους από 62.000 Φινλανδούς που κάποια στιγμή κατά τη χρονική περίοδο από το 1972 έως και το 2014 έλαβαν διάγνωση σχιζοφρένειας. Οι επιστήμονες έχοντας πρόσβαση στα μητρώα των ασθενών έως και το 2015 εξασφάλισαν μέση περίοδο παρακολούθησης 14 ετών.

Αυτό που διαπίστωσαν από τα διαθέσιμα στοιχεία ήταν ότι η πιθανότητα νοσηλείας για προβλήματα υγείας ήταν εξίσου υψηλή τόσο για τους ασθενείς που λάμβαναν αγωγή όσο και για εκείνους που δεν λάμβαναν. Ωστόσο οι διαφορές στη θνησιμότητα αποδείχθηκαν αξιοσημείωτες.

Πιο συγκεκριμένα, το ποσοστό θνησιμότητας σε περιόδους φαρμακευτικής αγωγής και μη ήταν 26% και 46% αντίστοιχα. Η εξήγηση που δίνουν οι ίδιοι ερευνητές είναι ότι πιθανόν τα φάρμακα να έχουν και αντιυπερτασική δράση, μειώνοντας παράλληλα το άγχος και συνεπακόλουθα την κατάχρηση ουσιών.

Επιπλέον, η αντιψυχωσική αγωγή δίνει τη δυνατότητα στους ασθενείς να υιοθετήσουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής και τη διαύγεια ώστε να αναζητήσουν φροντίδα όταν υπάρχει ανάγκη.