Η αντίστροφη μέτρηση για το Brexit έχει θεωρητικά ξεκινήσει: εκατό ημέρες μάς χωρίζουν πλέον από την 29η Μαρτίου 2019. Με τα απανωτά σοκ που επεφύλαξε, ωστόσο, η περασμένη εβδομάδα, θα μπορούσε να περάσει στην Ιστορία ως η εβδομάδα που η διαδικασία εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ έπαψε – προσκρούοντας στην πραγματικότητα – να είναι αναπόφευκτη.

Η ίδια η Τερίζα Μέι, βέβαια, δείχνει αποφασισμένη να επιμείνει στη στρατηγική της, θέλει να εξασφαλίσει από τις Βρυξέλλες νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις για την προσωρινότητα του περιβόητου backstop, της δικλίδας ασφαλείας που έχει σκοπό να αποτρέψει την εγκαθίδρυση σκληρών συνόρων στην Ιρλανδία, και να φέρει κατόπιν, τον Ιανουάριο, προς ψήφιση στο βρετανικό Κοινοβούλιο τη συμφωνία. Σύμφωνα ωστόσο με τους «Times», οι περισσότεροι από τους κορυφαίους υπουργούς στην κυβέρνησή της θεωρούν πως το σχέδιό της για το Brexit πέθανε και συζητούν διαφορετικές επιλογές, μεταξύ των οποίων και ένα δεύτερο δημοψήφισμα. Μόνο χθες, δύο υπουργοί καθώς και ο προσωπάρχης τής βρετανίδας πρωθυπουργού αναγκάστηκαν να διαψεύσουν δημοσίως τις όλο και πιο έντονες φήμες πως η βρετανική κυβέρνηση εκπονεί σχέδια έκτακτης ανάγκης για ένα δεύτερο δημοψήφισμα. Αυτό το τελευταίο, μάλιστα, έδωσε την αφορμή για έναν δημόσιο καβγά ανάμεσα στην Τερίζα Μέι και τον Τόνι Μπλερ.

Με το Brexit σε αδιέξοδο, ο πρώην πρωθυπουργός των Εργατικών επανήλθε με την πρότασή του για διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος. «Το να πηγαίνει ο Τόνι Μπλερ στις Βρυξέλλες και να επιχειρεί να υπονομεύσει έτσι τις διαπραγματεύσεις μας συνιστά προσβολή για το αξίωμα που κάποτε κατείχε και για τους πολίτες που υπηρετούσε» αντέδρασε η Μέι. «Δεν θα αποποιηθούμε την ευθύνη, όπως θα έκανε εκείνος, για την απόφαση αυτή. Το Κοινοβούλιο έχει το δημοκρατικό καθήκον να φέρει εις πέρας αυτό το οποίο ζήτησαν με την ψήφο τους οι βρετανοί πολίτες» προσέθεσε. Απαντώντας στη βρετανίδα πρωθυπουργό, ο Μπλερ επέμεινε ότι ένα νέο δημοψήφισμα «είναι το ακριβώς αντίθετο, όχι αντιδημοκρατικό αλλά δημοκρατικό, όπως πολλοί βετεράνοι του κόμματός της υποστηρίζουν».

Η βρετανική κυβέρνηση δεν σχεδιάζει τη διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος, επέμειναν χθες με δηλώσεις τους τόσο ο υπουργός Παιδείας της Βρετανίας Ντέμιαν Χιντς όσο και ο υπουργός Εμπορίου Λίαμ Φοξ, υποστηρίζοντας πως ένα δεύτερο δημοψήφισμα θα ήταν «διχαστικό». Βέβαιος πως η Μέι θα εξασφαλίσει τις απαραίτητες εγγυήσεις ώστε να πείσει το Κοινοβούλιο να στηρίξει τη συμφωνία της εμφανίστηκε ο Φοξ: «Δεν θα συμβεί τα Χριστούγεννα, δεν θα συμβεί αυτή την εβδομάδα, δεν θα γίνει γρήγορα, θα συμβεί κάποια στιγμή την Πρωτοχρονιά» δήλωσε.

Κατά την ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή, ωστόσο, μετά την απόφαση της Τερίζα Μέι να αναβάλει, τη Δευτέρα, την κοινοβουλευτική ψηφοφορία αλλά και το ναυάγιο της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε εις βάρος της η ίδια της η πολιτική οικογένεια, οι 27 ξεκαθάρισαν πως είναι μεν έτοιμοι να βοηθήσουν, με «διασαφηνίσεις» και «εγγυήσεις», αλλά δεν δέχονται αναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας. Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, οι πιέσεις προς τους Εργατικούς να κινηθούν εναντίον της κυβέρνησης, καταθέτοντας πρόταση μομφής, εντείνονται. Προς το παρόν, όμως, οι Εργατικοί δηλώνουν απλώς πως θα «κάνουν ό,τι μπορούν» ώστε να υποχρεώσουν την κυβέρνηση να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή τη συμφωνία του Brexit πριν από τα Χριστούγεννα. Μόλις ένα 16% των Βρετανών στηρίζει, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται το ζήτημα ο Τζέρεμι Κόρμπιν, λιγότερο και από το 28% που στηρίζει τους χειρισμούς της Μέι. Η διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα, μάλιστα, έχει συρρικνωθεί στη μία μονάδα, με τους Εργατικούς στο 39% και τους Τόρις στο 38%.