Με το «Ετσι σκοτώνουν» ο Μίρκο Ζιλάι, γεννημένος στη Ρώμη το 1974, κάνει την παρθενική του εμφάνιση. Η ιστορία ξεκινάει την Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου, όταν η ανακάλυψη του πτώματος της Ιρλανδής Νόρας Ο’ Ντόνελ σημαίνει συναγερμό στο αρχηγείο της Αστυνομίας της Γκαρμπατέλα. Ο προϊστάμενός του, διοικητής Γκουλιότι, αναθέτει την υπόθεση στον αστυνόμο Ενρίκο Μαντσίνι, ο οποίος όμως ασχολείται με την εξαφάνιση του καθηγητή Ογκολογίας Καρνεβάλι και δεν επιθυμεί για κανέναν λόγο να ηγηθεί των ερευνών για τη δολοφονία της Ο’Ντόνελ. Θα αναγκαστεί να το κάνει χωρίς ιδιαίτερη διάθεση.

Η κατάσταση επιδεινώνεται όταν ύστερα από δύο ημέρες ανακαλύπτεται το πτώμα του μοναχού Τζιρολάμο και οι αστυνομικοί συνειδητοποιούν ότι έχουν να κάνουν με έναν απειλητικό serial killer. Η συμμετοχή πλέον του Μαντσίνι στις έρευνες καθίσταται άκρως απαραίτητη, δεδομένου ότι είναι ο μοναδικός που έχει περάσει ειδική εκπαίδευση και διαθέτει εξαιρετική πείρα στον τομέα του profiling. Για να είμαστε πιο ακριβείς, ο Μαντσίνι έχει πραγματική εμμονή με την ψυχογραφική σκιαγράφηση των κατ’ εξακολούθηση δολοφόνων. Αναλαμβάνοντας τελικά τη διαλεύκανση της υπόθεσης, σχηματίζει μια ιδιότυπη ομάδα που λειτουργεί ανεξάρτητα από την επίσημη δομή της Αστυνομίας: ο επιθεωρητής Βάλτερ Κομέλο, η επιθεωρήτρια φωτογράφος Κατερίνα ντε Μάρκι, ο ιατροδικαστής Αντόνιο Ρόκι, ο καθηγητής εγκληματολογίας Κάρλο Μπίγκα και η εισαγγελέας Τζούλια Φοντερά.

Προϊόντος του χρόνου, θα ακολουθήσουν η ανεύρεση και άλλων πτωμάτων με σχεδόν καταιγιστικό ρυθμό. Μέσα σε μία εβδομάδα, μέχρι την Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου (η επίμονη χρήση των ημερομηνιών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής) θα ανακαλυφθούν τα πτώματα ενός χειρουργού, ενός αναισθησιολόγου και μιας ψυχολόγου. Οπως είναι φυσιολογικό, η πολύ σύντομη περίοδος που μεσολαβεί μεταξύ δύο διαδοχικών φόνων, καθιστά το έργο των αστυνομικών δυσχερές. Τα προβλήματα επιτείνονται μέσω των δευτερευόντων παράπλευρων στοιχείων που προσθέτει ο συγγραφέας με ευφυή και δημιουργικό τρόπο. Είναι αυτά που υποτίθεται ότι έχουν στόχο να βοηθήσουν στην αποσαφήνιση της πλοκής, τελικά όμως οδηγούν στην κλιμάκωση της σύγχυσης. Με απλά λόγια, «ρίχνοντας περισσότερο φως δημιουργούμε ένα ακόμη πιο σκοτεινό σκηνικό». Κι αυτό το σημείο είναι ένα από τα ισχυρά πλεονεκτήματα του Μίρκο Ζιλάι.

Στο πλαίσιο αυτού του «παιχνιδιού σύγχυσης», ο αόρατος δολοφόνος κατ’ εξακολούθηση στέλνει μια σειρά mails σ’ έναν βετεράνο δημοσιογράφο που επιλέγει. Τα mails βέβαια, όπως αναμένεται, περιέχουν κάποιες «κωδικοποιημένες» πληροφορίες, που ταλαιπωρούν στον μέγιστο βαθμό τα μέλη της ομάδας, μέχρι τελικά να κατορθώσουν να τα αποκωδικοποιήσουν και να εξαγάγουν κάποια στοιχεία. Ακόμη όμως κι ο ρόλος των υποστηρικτικών χαρακτήρων, ιδιαίτερα του καθηγητή Εγκληματολογίας και του ιατροδικαστή, είναι σύνθετος. Οι «ειδικοί» σύμβουλοι του Μαντσίνι αναλύουν τα δεδομένα της υπόθεσης βασισμένοι στα επιστημονικά τους ευρήματα, τα οποία φυσικά πολύ δύσκολα μπορούν να αμφισβητηθούν. Οσο περισσότερες πιθανές απαντήσεις δίνουν, τόσο περισσότερα ερωτήματα δημιουργούνται.

Ο κεντρικός χαρακτήρας

Οι χαρακτήρες που χτίζει ο Ζιλάι παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αρχής γενομένης από τον Ενρίκο Μαντσίνι, που βιώνει τον θρήνο από την πρόσφατη απώλεια της συζύγου του Μαρίζας από καρκίνο. Το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινής ρουτίνας του αφιερώνεται στις αναμνήσεις της κοινής τους ζωής και της πορείας μέχρι τον θάνατο. Είναι προφανές ότι χρήζει ψυχολογικής βοήθειας, όσο κι αν αποφεύγει τις συνεδρίες με την ψυχολόγο της υπηρεσίας. Το δράμα του είναι γνωστό στους συναδέλφους του αν και αντιμετωπίζεται με διακριτικό τρόπο. Ακόμη και η συμπεριφορά του κάποιες στιγμές γίνεται ανεξέλεγκτη. Ο ιδιοφυής ερευνητής βασανίζεται από τους προσωπικούς του δαίμονες και τις μικρές εμμονές, όπως τα γάντια που δεν λέει να αποχωριστεί. Στην πορεία των ερευνών για τον εντοπισμό του δολοφόνου κατ’ εξακολούθηση, θα ακολουθήσει μια προσωπική παράλληλη οδύσσεια με προορισμό να βρει την δική του Ιθάκη, την πολυπόθητη ηρεμία της ψυχής. Οδυνηρή η διαδρομή του, αρκετά αμφίβολη η επιτυχία. Ισως του αρκέσει στο τέλος μια απλή ακτίνα αισιοδοξίας για επάνοδο σε μια πιο φυσιολογική ζωή.

Από τα πιο δυνατά σημεία του μυθιστορήματος είναι η επίπονη έρευνα του συγγραφέα σε θέματα διαδικασιών που ακολουθούν η αστυνομία και τα εμπλεκόμενα τμήματα (Σήμανση, Τμήμα Βιολογικού Υλικού, Τμήμα Ανθρωποκτονιών). Οι αναφορές είναι εντυπωσιακά ακριβείς, αν και σε κάποια σημεία μπορεί να φανούν κουραστικές λόγω της παράθεσης λεπτομερειών. Το ίδιο ισχύει και για την παράθεση αναλυτικής ιατρικής ορολογίας. Οσον αφορά τον τρόπο γραφής, ο Ζιλάι δημιουργεί ένα προσωπικό ύφος, που συνδυάζει γρήγορα κομμάτια με συνεχείς εναλλαγές δράσης, όπου όμως παρεμβάλλεται λυρισμός, ιδίως αναφορές στη συναισθηματική κατάσταση των προσώπων, οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλή λογοτεχνικότητα.

ΥΓ 1. Κάποια στιγμή πρέπει να ξεκαθαρίσει η χρήση του όρου serial killer στη γλώσσα μας, με την απόδοση του ως «δολοφόνος κατ’ εξακολούθηση». Αυτό που εμείς αποκαλούμε «δολοφόνος κατά συρροή» αντιστοιχεί στον αγγλικό όρο mass murderer.

ΥΓ 2. Εχοντας γράψει το μυθιστόρημα «Το μοτίβο του δολοφόνου» (εκδόσεις Γαβριηλίδη 2015) με σχετικά παρόμοιο θέμα serial killer, είμαι σε θέση να εκτιμήσω την εντατική έρευνα του Ζιλάι. Τόσο για το ψυχολογικό προφίλ που σκιαγραφεί για τον δολοφόνο όσο και για τις επιλεκτικές αναφορές στη θεωρία των Ρέσλερ και Ντάγκλας, πρωτοπόρων στον συγκεκριμένο τομέα.

Μείξη ύφους

Η Μεσόγειος συναντά τον Βορρά

Το μυθιστόρημα του Ζιλάι αποτελεί μια ενδιαφέρουσα απόπειρα μείξης μεσογειακού νουάρ και σκανδιναβικής σχολής, τάση που αρχίζει να διαμορφώνεται στα τελευταία χρόνια στον ευρωπαϊκό Νότο κι απασχολεί και δικούς μας αστυνομικούς συγγραφείς. Από τη μία πλευρά η Ρώμη πρωταγωνιστεί – δείγμα αυτού που αποκαλούμε αστικό (urban) αστυνομικό μυθιστόρημα – και περιγράφεται με ξεχωριστό τρόπο. Δεν είναι η κλασική Ρώμη, αγαπημένος τουριστικός προορισμός εκατομμυρίων ανθρώπων. Είναι μια βροχερή, σκοτεινή, απειλητική πόλη με υποβαθμισμένες, επικίνδυνες γειτονιές και περιοχές, που μέχρι πρόσφατα απειλούνταν από υψηλή μόλυνση της ατμόσφαιρας. Και οι ήρωες, με εξαίρεση τον αστυνόμο Μαντσίνι, χαρακτηριστικοί μεσογειακοί τύποι, στην εμφάνιση, τον χαρακτήρα και στη συμπεριφορά.

Από την άλλη, έχουμε την επίδραση της σκανδιναβικής αστυνομικής λογοτεχνίας στην πλοκή, με αρχή τη φύση καθαυτή των αποτρόπαιων εγκλημάτων, την καταιγιστική χρονικά εξέλιξη της δράσης, μιας και οι έξι φόνοι διαπράττονται ή ανακαλύπτονται ουσιαστικά μέσα στο χρονικό διάστημα δέκα ημερών και τελικά με τον ίδιο τον κεντρικό ήρωα, τον αστυνόμο Μαντσίνι. Τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζει από την απώλεια της συζύγου του σκιαγραφούν ένα ασταθή και απρόβλεπτο χαρακτήρα, που θυμίζει περισσότερο αστυνομικό σκανδιναβικών μυθιστορημάτων.

Mirko Zilahy

Ετσι σκοτώνουν

Μτφ. Μαρία Οικονομίδου,

εκδ. Πατάκη,

2018, σελ. 525

Τιμή: 19 ευρώ